…ὅτι ἐφύλαξα τὰς ὁδοὺς Κυρίου καὶ οὐκ ἠσέβησα ἀπὸ τοῦ Θεοῦ μου, ὅτι πάντα τὰ κρίματα Αὐτοῦ ἐνώπιόν μου, καὶ τὰ δικαιώματα Αὐτοῦ οὐκ ἀπέστησαν ἀπ΄ ἐμοῦ. Καὶ ἔσομαι ἄμωμος μετ΄ Αὐτοῦ καὶ φυλάξομαι ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου.
Ἀγωνίζομαι νὰ ἐπιστρατεύσω ὅλες τὶς δυνάμεις μου γιὰ νὰ διαβάσω τὸν δέκατο ἕβδομο ψαλμό, ἀλλὰ μόλις τώρα συνειδητοποιῶ ὅτι ἐδῶ καὶ λίγη ὥρα οἱ λέξεις διαχέονται πρὶν νὰ περάσουν στὴν ἀντίληψή μου. Ἡ νύστα ἔχει καλύψει τὰ μάτια μου καὶ τοὺς ἔχει ἐξουδετερώσει τὴν ἱκανότητα νὰ ἀπορροφοῦν τὴν εὐλάβεια ἀπὸ τὶς λέξεις, σὰν μέσα στὸ κεφάλι μου νὰ ἀκινητοποιοῦνται ἀπὸ κάτι. Ἡ ἑπόμενη σκέψη εἶναι ὅτι ἀφοῦ ὁ ἐγκέφαλος ἀρνεῖται τὴν εἴσοδο στὰ πνευματικὰ νοήματα, πρέπει ὁπωσδήποτε κάτι νὰ κάνω. “Σήκω Παρασκευή”, λέω στὸν ἑαυτό μου καὶ σηκώνομαι ἀπρόθυμα γιὰ νὰ διαβάσω ὄρθια. Εἶναι τὸ μόνο ποὺ μπόρεσα νὰ σκεφτῶ, ἀλλὰ δὲν εἶδα καὶ μεγάλη διαφορά· τὸ κουρασμένο σῶμα μου δηλώνει ἀνυπόμονο, καὶ ἀπρόθυμο νὰ καυγαδίσει μὲ τὴν ἀναιδὴ ὑπνηλία. Μόλις κάθισα, τὰ μάτια ἄρχισαν καὶ πάλι νὰ βαραίνουν καὶ νὰ μὴν μποροῦν νὰ συγκρατήσουν τὶς λέξεις μπροστά μου. Δὲν ξέρω πὼς τὰ καταφέρνουν οἱ γονεῖς μου καὶ τὰ ἀδέρφια μου ἀλλὰ ἐμένα, τὸ νὰ ἐπιβληθῶ στὸν νυσταγμὸ αὐτὴ τὴν στιγμὴ μοῦ φαίνεται ἀκατόρθωτο! Στὴν οὐσία ἤ θὰ πρέπει νὰ συνεχίσω τὸ ἄγευστο διάβασμα, ὑποτιμώντας καὶ περιφρονώντας τὸ θεόπνευστο “μάλαμα”, ἤ θὰ παραιτηθῶ ἀπὸ τὴν ἀξίωσή μου νὰ πέσω γιὰ ὕπνο ἔχοντας γευτεῖ τὰ δικαιώματα τοῦ Θεοῦ…
Ὅσο περνᾶνε οἱ στιγμὲς καὶ τὸ μυαλὸ βυθίζεται ἀκόμα περισσότερο στὴν νύστα, ἀνιχνεύω ὅτι δὲν εἶμαι ἐγὼ αὐτὴ ποὺ ἀποφασίζει τί θὰ γίνει καὶ τί δὲν θὰ γίνει. Μέσα στὸ ὁμιχλῶδες σημεῖο ὅπου στέκομαι διαπιστώνω ὅτι κάτι τραβάει ἀπὸ μέσα μου τὶς ἐσωτερικὲς κινήσεις, καὶ μὲ ἀδειάζει ἀπὸ τὴν θέληση ποὺ εἶχα λίγο πρὶν, νὰ σταθῶ δίπλα στὸν Χριστὸ καὶ νὰ Τοῦ δώσω τὴν καρδιά μου! Βλέπω νὰ μοῦ ἀποσπᾶται αὐτὸ ποὺ τὸ ὀνομάζω ΘΗΣΑΥΡΟ, καὶ νὰ μὴν κάνω τίποτα… Ἡ ἀπόφαση ἔχει παρθεῖ ἀπὸ “ἀλλοῦ”, ἀλλὰ τὸ δέχομαι παθητικὰ καὶ συνεχίζω νὰ παραιτοῦμαι ἐπειδὴ “γλιστράω πρὸς τὸν λήθαργο”! Μήπως εἶχα ὑποτιμήσει τὴν ἐπίδραση τῆς ὑπνηλίας; Μήπως δὲν ἔχω φροντίσει νὰ μάθω ἔγκαιρα ὅσα ἔπρεπε γιὰ τὴν ἐγρήγορση; Μήπως αὐτὸ σημαίνει ὅτι συναινῶ ὅτι δὲν εἶμαι ἐξουσιοδοτημένη νὰ ἀμύνομαι; Ὅσο ὁ νοῦς καθεύδει ξεχνάει τὴν εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ μου καὶ τί εἶναι αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ κάνω… Παύω πλέον νὰ μὲ ἀναγνωρίζω, ἐπειδὴ ἡ ἐσωτερικὴ ἑνότητα ποὺ μὲ χαρακτηρίζει, ἡ ψυχικὴ συγκρότηση, πρὸς τὸ παρὸν ἔχει ἀκυρωθεῖ ἀπὸ τὰ μάτια ποὺ διαβάζουν ἀλλὰ δὲν βλέπουν…
Τὴν νύστα τὴν εἶδα ἐξ ἀρχῆς· τώρα ὅμως ἀρχίζω νὰ διακρίνω τί κρύβεται πίσω της, ποὺ μοῦ δηλώνει ὅτι τὰ χέρια μου πρόκειται νὰ μείνουν ἄδεια ἀπὸ τὸν Θησαυρό μου. Ἡ μάχη μὲ τὴν μαλθακότητα δίνεται μέσα στὸ μυαλὸ καὶ τὸ μυαλὸ εἶναι “λίγο”! Ἐκείνη δίνει τὴν ἐντολὴ γιὰ “ὀπισθοχώρηση” καὶ περιμένει νὰ ἐγκαταλείψω τὸν Θησαυρό μου καὶ νὰ φύγω τρέχοντας… Χωρὶς νὰ εἶναι ἐκείνη δυνατή, ἐγὼ ἀποδεικνύομαι ἀδύναμη… Ἡ μαμὰ λέει ὅτι ἡ ἀστάθεια τῆς θέλησης φέρνει τὴν μαλθακότητα καὶ αὐτὴ μὲ τὴν σειρά της, “ἐπιτρέπει” ἀκόμα καὶ τὴν ἁμαρτία! Ὁ μυρμηγκολέων ποὺ μᾶς μισεῖ, κάθε στιγμὴ ψάχνει νὰ μᾶς βρεῖ κάπου εὐάλωτους γιὰ νὰ μᾶς δεῖ νὰ ὑποχωροῦμε, ἔστω καὶ λίγο…
Ἡ ἔννοια τῆς πνευματικότητας εἶναι ἡ πεισματικὴ ἄρνηση τῆς φθορᾶς ἀπὸ τοὺς πειρασμούς, εἶναι δηλαδὴ τὸ ἀνδρεῖο φρόνημα! Σύμφωνα μὲ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἀνδρεία βρίσκεται ἀνάμεσα στὸ θράσος καὶ τὴν δειλία. Παρακολουθῶ τὴν μαλθακότητα νὰ μὲ φέρνει σὲ μία κατάσταση δειλίας, ποὺ ἐπειδὴ ὑποκρύπτει ἐπιπολαιότητα —ἄρα καὶ ἔλλειψη αὐτοσεβασμοῦ— μοῦ ἀφαιρεῖ τὴν σοβαρότητα! Εἶναι φανερὸ ὅτι ἡ δειλία ἦρθε νὰ ὑποκαταστήσει τὴν ἀγωνιστικότητα ποὺ πρὶν λίγη ὥρα ἔσφυζε μέσα μου ἀλλὰ ἐπιπλέον συνειδητοποιῶ, ὅτι ἡ δειλία συνδέεται μὲ τὸν φόβο! Ἄν χρόνο μὲ τὸν χρόνο οἱ πειρασμοὶ γίνονται ὅλο καὶ δυσκολότεροι τί θὰ γίνει στὸ λύκειο τοῦ χρόνου; Ὁ παππούς μου ἔλεγε ὅτι ὅσο δειλιάζουμε ἀδυνατοῦμε νὰ ἀπολαύσουμε τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ!


Ὅμως στὴν δική μου ψυχὴ δὲν γίνεται νὰ ὑπάρχει θέση γιὰ τὸν φόβο, ἑπειδὴ ὡς γνήσια Χριστιανὴ ξέρω ὅτι ὁ θάνατος συνετρίβη! Οἱ πνευματικὲς βάσεις ποὺ μοῦ δίνει ἡ οἱκογένειά μου ἐπιτρέπουν νὰ ξέρω γιὰ ποιὸ λόγο ζῶ. Γνωρίζω ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ὅτι ὅταν δὲν ἀδικῶ τὸν ἑαυτό μου, δὲν μπορεῖ νὰ μὲ ἀδικήσει κανείς! Ἔχω συνειδητοποιήσει ὅτι εἶμαι εἰλικρινὴς μὲ τὸν ἑαυτό μου ὅσο κοιτάζω τὴν οὐσία τῆς ὕπαρξής μου! Κάθε ἄνθρωπος εἶναι μία μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη προσωπικότητα ἄπειρης ἀξίας, καὶ ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ προσοχὴ καὶ εἰδικὴ φροντίδα. Γιὰ νὰ διαφυλάξω τὸν Θησαυρό μου, πρέπει νὰ αὐτοπεριορίζομαι προκειμένου νὰ προστατεύω τὴν ταυτότητα τοῦ προσώπου μου, ποὺ μοῦ δώρισε ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ! Ἡ διάκριση ποὺ ἀπαιτεῖται στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα δείχνει ὅτι τὸ χρέος μας δὲν εἶναι τόσο ἡ ἔλλειψη τοῦ φόβου, ὅσο ἡ ἀνάληψη τῆς εὐθύνης μας ἀπὲναντι στὴν ψυχή μας καὶ τὸ δῶρο τοῦ αὐτοκρατορικοῦ αὐτεξουσίου!
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος εἶπε ὅτι αὐτὸς ποὺ εἶναι προετοιμασμένος στὸν φόβο τοῦ θανάτου καὶ δὲν πανικοβάλλεται, ἔχει ἀνδρεία· αὐτὸς ποὺ ἔχει θάρρος στὰ δεινὰ καὶ τόλμη στοὺς κινδύνους, θὰ προτιμήσει νὰ πεθάνει γιὰ τὸ καλὸ παρὰ νὰ σωθεῖ μὲ αἰσχροὺς τρόπους. Ἀνδρεῖο εἶναι τὸ ταπεινὸ φρόνημα! Τὸ φρόνημα ποὺ ἔχει αὐτὸς που ἀναγνωρίζει ὅτι μακριὰ ἀπὸ τὸν Χριστὸ δὲν εἶναι καλά ἐπειδὴ ἔχει ἀνάγκη τὸν Θησαυρό τῆς καρδιᾶς του! Ἀνδρεῖος εἶναι αὐτὸς ποὺ νιώθει ἀσφάλεια στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ! Εἶχε πεῖ ἀκόμα ὁ ἅγιος Νεκτάριος ὅτι ἡ δύναμη τῆς θέλησης εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ἠθικὰ ἐλεύθερου ἀνθρώπου, μαζὶ μὲ τὴν ἠθικὴ ἀνδρεία, τὴν ἠθικὴ ἀνεξαρτησία, τὴν ἁγνεία, τὴν σεμνότητα, τὴν αὐταπάρνηση, τὸ ΑΗΤΤΗΤΟ ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία, τὸ ΑΝΕΝΔΟΤΟ ὡς πρὸς τὴν τήρηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ!
Τότε μπροστὰ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, πῶς ἡ δική μου θέληση μπορεῖ νὰ ἔχει ἀστάθεια; Ἄν ἡ θέλησή μου “πιέζεται” ἀπὸ τὴν ἀκαταστασία, πῶς θὰ μὲ κρατήσει στὴν ἡθικὴ ἐλευθερία καὶ τὴν ἠθική ἀνεξαρτησία; Ἡ μαμὰ λέει ὅτι πρέπει νὰ γυμνάζουμε τὴν θέλησή μας γιὰ νὰ μὴν τῆς ἐπιτρέπουμε νὰ κλίνει στὴν ἐπιθυμία της. Μὰ ὁ ὕπνος εἶναι μόνο μία ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ντροπὴ νὰ καταντήσει ἀπολυταρχικὴ ὁρμὴ ποὺ ἀποθαῤῥύνει, καὶ σπρώχνει στὴν παραίτηση ἀπὸ τὰ ὑψηλὰ… Ἀνδρεία εἶναι ἡ ἀσπίδα ἐναντίον τῆς ἀπόφασης τοῦ ἐχθροῦ νὰ μᾶς κοιμίζει! Ἀνδρεία στὴν πράξη σημαίνει ἡ δύναμη ποὺ βάζουμε στοὺς κατὰ Θεὸν ἀγῶνες καὶ ἡ καρτερία μας στοὺς πειρασμοὺς, ὥστε νὰ βιάζουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ
ΝΑ ἉΡΠΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ!

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με τὴν ἁμαρτωλή!
Ἄπλωσέ μου τὸ χέρι Σου Σὲ παρακαλῶ!
Βοήθησέ με νὰ προσηλωθῶ στὴν ἀγάπη Σου!
Ἡ πυξίδα ποὺ ὑπενθυμίζει τὸ “στῶμεν καλῶς”, ποὺ μὲ βοηθάει νὰ ἐπικεντρωθῶ στὸν Χριστὸ ὡς τὸν λόγο ὕπαρξής μου, εἶναι ἡ μάχη μὲ τὸν θάνατο! Μόλις τὸν ὀσμίστηκα ἀπροσδιόριστα, ξαναθυμήθηκα τὸν ἅγιο Νεκτάριο: “ἀνδρεία εἶναι ἡ συνήθεια τῆς ψυχῆς νὰ μένει σταθερὴ καὶ ἀμετακίνητη μπροστὰ στὸν φόβο. Αὐτὸ εἶναι ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΘΑΡΡΟΣ, ἐπιστήμη στὸ νὰ ἀντιστέκεσαι τὴν ὥρα ποὺ σὲ πολεμοῦν!”. Τότε ἄκουσα τὴν σειρήνα τοῦ πολέμου νὰ ξεσηκώνει τὴν ψυχή μου: «ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, ἈΠΕΙΛΕΙΣΑΙ! Ξεβολέψου καὶ πάρε θέση μάχης! Ξεκαθάρισε ὅτι ΤΟΝ ΘΗΣΑΥΡΟ ΣΟΥ ΔΕΝ ΤΟΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΕΣΑΙ!». Ἐμπνευσμένη ἀπὸ θυμὸ ἡ μαχητικότητα ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ βάλθηκε νὰ ξεσηκώνει τὶς πνευματικές, τὶς νοητικὲς καὶ τὶς σωματικὲς δυνάμεις μου, καὶ νὰ τὶς ἀνασυντάσσει! Ἄγρυπνες πιά, ἦταν ἕτοιμες γιὰ τὴν κατὰ μέτωπο ἐπίθεση πρὸς τὸν ἐχθρό!
Ἦταν λάθος μου νὰ ἀφαιρεθῶ τὴν ὥρα ποὺ διάβαζα! Ἐπέτρεψα στὸν ἑαυτό μου νὰ σκέφτεται κι ἄλλα πράγματα παράλληλα μὲ τοὺς στίχους τοῦ ψαλμοῦ, καὶ ἄφησα τὸν χῶρο νὰ περάσει ὁ ὑποβιβασμός τους! Οἱ κοσμικὲς μέριμνες ὑπερφαλάγγισαν τὰ πνευματικὰ νοήματα, καὶ δὲν εἰσχωροῦσαν στὴν ψυχή μου… Διάβαζα “φυλάξομαι ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου” ἀλλὰ δὲν διδασκόμουν καὶ ἡ ἀνομία μου ἁπλωνόταν καὶ μὲ ἐρήμωνε… Κάθε στιγμὴ οἱ λογισμοὶ προσπαθοῦν μὲ βία νὰ χειραγωγήσουν τὴν ψυχή μου γιὰ νὰ ὑποστῶ τὴν φθορὰ ἀπὸ τοὺς πειρασμούς, καὶ νὰ μὲ ἐμποδίζουν νὰ δείχνω στὸν Κύριο τὸν πόθο τῆς καρδιᾶς μου! Παρόλο ποὺ ἡ ὕπαρξή μου διψοῦσε νὰ περπατήσει “κρατώντας τὸ χέρι Του”, μπλέχτηκα στὸ ψευτοδίλημμα ἄν θὰ συνεχίσω τὸ ἀνούσιο διάβασμα ἤ θὰ ἀφήσω τὸ Ψαλτήρι ἀπὸ τὰ χέρια μου… Τί δουλειὰ ἔχω ἐγὼ στὸ ἀνυπόστατο ἀδιέξοδο;


Ἡ ἀπάτη ἤθελε νὰ μοῦ ἁρπάξει τὴν ἡγεμονία τοῦ ἑαυτοῦ μου, γιὰ νὰ σταματήσει τὴν ψυχή μου νὰ γλυκαίνεται ἀπὸ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Ἰησοῦ! Μὲ τὰ ὑπόγεια τεχνάσματά του ὁ ἐχθρὸς ἐπιμένει πάλι καὶ πάλι νὰ θέλει νὰ μὲ μεταβάλλει σὲ ἕρμαιο τῶν παθῶν, ῥίχνοντάς μὲ πρῶτα στὴν μικρὴ ἀπροσεξία! Μόλις χαθεῖ γιὰ λίγο ὁ στὸχος, ὁ δειλὸς ἄνθρωπος ἐγκαταλείπει τὸν ἀγῶνα… Ὁ πειρασμὸς ἤθελε νὰ κάμψει τὴν σταθερότητα τῆς θέλησής μου· νικώντας τὴν εὐλάβεια ἀπὸ τὶς σκέψεις μου, ἐπιχείρησε νὰ νικήσει τὴν ἠθικὴ δύναμή μου… Ὅμως ἐγὼ γνωρίζω πόσο ἀδύναμη εἶμαι χωρὶς τὸν Ἰησοῦ μου καὶ ἔχω τὸ θάῤῥος νὰ παραδεχτῶ ὅτι “ἔπεσα”! Ἴσα ἴσα ποὺ ἡ ὁμολογία μου τονίζει πόσο ἐπώδινο ἦταν νὰ παγώνουν οἱ πνευματικὲς σφύξεις, καὶ αὐτὸ στερεώνει περισσότερο τὴν θέλησή μου νὰ ἐπιστρέψω στὸ πνευματικὸ μέλι!
Ὁ Κύριος δίνει τὸ δῶρο τοῦ ἡγεμονικοῦ πνεύματος γιὰ νὰ γρηγοροῦμε, ὥστε “νὰ δέσει ὁ πνευματικὸς καρπός”. Ἡ ἀπόφαση γιὰ ἐπανάκτηση αὐτοῦ ποὺ ἀξίζει ΕΙΝΑΙ ΣΩΤΗΡΙΟ ΒΙΩΜΑ! Ἄσχετα ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις τῆς κακίας ἀνά πᾶσα στιγμή, ἀναγνωρίζω τὸν ἑαυτό μου ὅταν νιώθει τὸ βίωμα νὰ φλέγεται! Τὸ βίωμα ὅτι ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΖΗΣΩ ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΜΟΥ εἶναι ἀπὸ μόνο του ΖΩΗ!

Δὲν εἶναι δική μου δουλειὰ νὰ ξέρω τί ἀκολουθεῖ μετὰ ἀπὸ τὰ πολλὰ βήματα ποὺ θὰ γίνουν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Προκειμένου νὰ ἀντιταχθῶ στὴν ἀπάτη καὶ τὴν λύπη ποὺ μὲ “χρεώνει”, χρειάζεται νὰ δίνω ὁλόκληρη τὴν προσοχή μου στὸ βῆμα ποὺ κάνω τώρα, γιὰ νὰ ξεφύγω ἀπὸ τὸν θάνατο τῆς μετριότητας! Ἀγάπη εἶναι νὰ κάνω κάτι παραπάνω ἀπὸ αὐτὸ ποὺ μπορῶ! Ἡ ἀληθινὴ σχέση προϋποθέτει τὴν ἑτοιμότητα γιὰ τὴν δοκιμασία, ποὺ ἔχει ὡς προϋπόθεση τὴν αὐθεντικὴ λεβεντιά, δηλαδὴ νὰ παραδέχομαι τὴν κατάστασή μου! Ἡ Πίστη μας λέει ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει ἀναγεννηθεῖ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν φοβᾶται, ἐπειδὴ βλέπει τὸν ἑαυτό του ὅπως πραγματικὰ εἶναι. Μέσα σὲ αὐτὴ τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν χαρὰ ΖΗΤΑΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΝΑ ΤΟΝ ΦΩΤΙΖΕΙ γιὰ νὰ αὐξήσει τὴν “μεγαλοπρέπειά του”, ποὺ εἶναι ἡ πνευματικὴ ἀξιοπρέπειά του! Ὅσο δὲν κλονίζεται ἀπὸ τὴν πνευματικὴ νύστα μπορεῖ καὶ “βλέπει τὸ ἀνέφικτο”!
Ὅτι Χριστέ μου Σὺ λαὸν ταπεινὸν σώσεις
καὶ ὀφθαλμοὺς ὑπερηφάνων ταπεινώσεις.
Ὅτι Σὺ φωτιεῖς λύχνον μου, Κύριε ὁ Θεός μου,
φωτιεῖς τὸ σκότος μου.

