Ἡ νύστα ποὺ ἔρχεται, εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα κάποιας μακρᾶς ἀθόρυβης “προετοιμασίας”. Ἡ σκέψη ἀρχίζει νὰ χάνει τὸ “ἠθικὸ βάρος” καὶ γίνεται ἐπιφανειακή, πρόχειρη, παρόλο ποὺ τὸ βιβλίο ποὺ διαβάζω εἶναι πνευματικοῦ περιεχομένου. Ὑπάρχει δηλαδὴ ἀποστασιοποίηση ἀπὸ μέρους μου, κάτι σὰν ἀδιάφορη παρακολούθηση τῶν ἐννοιῶν. Ἡ ἀτολμία ὑποβόσκει, δὲν γίνεται ἀντιληπτή, ἀλλὰ “αἰτιολογεῖ” τὴν εἴσοδό μου σὲ μία ΑΤΥΠΗ ΑΜΥΝΑ· στὴν οὐσία “κρύβομαι” ἀπὸ τὴν σοβαρότητα τοῦ κειμένου ποὺ μελετάω. Ἀντὶ δηλαδὴ νὰ μὲ κινεῖ ὁ θυμὸς γιὰ τὸ “κακὸ” ποὺ κυνηγάω μέσα μου, ὁ ὁποῖος θὰ μὲ κινητοποιοῦσε γιὰ νὰ συνεχίσω στὴν πνευματικὴ θωράκισή μου, μὲ τὸ πέρασμα τῆς ὥρας τὰ μάτια μου παραιτοῦνται ἀπὸ τὴν ἱκανότητα νὰ διατηρήσουν τὴν προσήλωση, καὶ σχεδὸν ἀκινητοποιοῦμαι… Σὰν μέσα μου νὰ ἀποκαλύπτεται ἕνα εἶδος λεπτῆς “ἀπώθησης” γιὰ αὺτὸ ποὺ ἔχω ξεκινήσει, ἀλλὰ ἐκ πρώτης ὄψεως προβάλλεται ὡς ἀνημπόρια, ὡς ἀδυναμία νὰ προχωρήσω στὸ ἔργο μου. Παρακολουθῶ τὸν ἑαυτό μου νὰ δυσκολεύεται ἀπὸ τὸ βάρος τῆς παραδοχῆς τῆς “ἀνημπόριας”, καὶ μὴν ἀναγνωρίζοντάς μου εὐθύνες, μᾶλλον εἶναι θέμα χρόνου νὰ τὸν ἀπαλλάξω ἀπὸ τὴν “ἄσκοπη” προσπάθεια… Ὁ παππούς μου συνηθίζει νὰ λέει ὅτι ἡ πνευματικὴ ἀντίστασή μας εἶναι ἡ ἐγρήγορση, δηλαδὴ ἡ τροφοδοσία τοῦ πνεύματος καὶ ἡ ἐξάσκηση γιὰ τὴν πειθάρχηση τῶν αἰσθητηρίων μας. Λέει ὅτι ὅσο ὁ ἄνθρωπος “ῥίχνει τ’ ἅρματα” καὶ δὲν προσλαμβάνει τὶς βιταμίνες τῆς ἀρετῆς, ἐξασθενεῖ καὶ δὲν ἔχει ἀντιστάσεις, ἀσχέτως ἀπὸ τὴν δύναμη τοῦ χαρακτήρα του· ὅτι ἡ εὐθύνη μας ἔγκειται στὴν ἐγρήγορση, δεδομένου ὅτι οἰκοδομεῖ τὸν ἑαυτό μας, ἀλλιῶς ἀρχίζει ἡ “ἀποσύνθεση” τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια, ποὺ ὁδηγεῖ στὸν μεγάλο θάνατο… Ὅμως ἐγὼ ἔχω μεγαλώσει δίπλα στὸν παππού μου, δηλαδὴ μέσα στὴν πνευματικὴ μελέτη καὶ νομίζω πὼς γιὰ ἐμένα τὰ πράγματα εἶναι κάπως διαφορετικά. Ὁ παππούς μου ἦταν κατηχητὴς ἀπὸ νέος, καὶ ἐπειδὴ καρπώνομαι τὴν πείρα τῆς ζωῆς του ὅπως καὶ τὴν πνευματική, ἡ μελέτη ἁπλῶς μοῦ ἐπιβεβαιώνει ὅσα γνωρίζω. Φυσικὰ ὅταν δὲν βρίσκω ἐξήγηση γιὰ κάτι τὸν ῥωτάω, ὅπως τώρα μὲ τὸν φίλο μου τὸν Ἀλφαῖο, ποὺ φέρεται ἀλλόκοτα στὸν μικρότερο ἀδερφό του, τὸν Τηλέμαχο.
«Καλησπέρα Κοσμά! Μὲ ἤθελες κάτι;».
«Παππού, στοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἀναγνωρίζουν μέσα τους τὴν Πνοὴ τοῦ Θεοῦ, ἡ προσωπικὴ ἀνάπτυξη λέει ὅτι ἔχουν ἀξία μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ γεννήθηκαν, καὶ γιὰ μετὰ τὸν θάνατο, τοὺς λέει ὅτι τὰ πάντα τελειώνουν. Δηλαδὴ ζοῦν χωρὶς νὰ ἀναγνωρίζουν ὅτι ἡ Ῥίζα τῶν ἀνθρώπων εἶναι ὁ Χριστός. Ἐνῶ παλιότερα ὁ Ἀλφαῖος παραπονιόταν ὅτι τὸν πλήγωνε ποὺ ἔνοιωθε πὼς οἱ γονεῖς του δὲν τοῦ ἔλεγαν ὅλη τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴν ζωή, τώρα σὰν ὁ ἴδιος νὰ ἔγινε “μηχάνημα”, συμπεριφέρεται στὸν ἀδερφό του ἀφύσικα! Εἶναι θυμωμένος μὲ ὅλους, καὶ δὲν ἀκούει τίποτα ἀπὸ ὅσα τοῦ λέω, κυρίως ὅμως μοῦ δίνει τὴν ἐντύπωση ὅτι ἔχασε τὴν ἐπαφὴ μὲ τὴν πραγματικότητα…».
«Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν φείδεται τῆς αἰώνιας ἀξίας του, καὶ δὲν διστάζει νὰ τὴν κατασπαταλήσει, ἡ ζωή του βρίσκεται “μεταξὺ σοβαροῦ καὶ ἀστείου”, ὅπως τὸν προστάζει ἡ “πρόοδος”. Ἡ ζωὴ ἔχει νόημα, ὅταν χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν ἐπιτέλεση τοῦ σκοποῦ γιὰ τὸν ὁποῖο δημιουργήθηκε. Ἀφοῦ τέλος σημαίνει σκοπός, λέγοντας ὅτι ἡ ζωὴ κάποιου φτάνει στὸ τέλος της, θεωρητικὰ ἐννοῦμε ὅτι ὁ σκοπός της ἐπιτελέστηκε, δηλαδὴ ὅλοι οἱ πόθοι καὶ ὅλες οἱ ἐνέργειές της ἔγιναν ὁ Χριστός, ὁπότε ἀκολουθεῖ ἡ ἔξοδος ἀπὸ αὐτή. Ἡ ἀλγεινὴ ζωή, ἡ ὀδύνη ἀπὸ τὴν στέρηση τοῦ νοήματος, ἀποδεικνύει πνευματικὴ ἐκτροπή. Ὅσο ἀπομακρύνεται κάποιος ἀπὸ τὸν αἰώνιο σκοπὸ τῆς ζωῆς του, ὁ πόνος ἀπὸ τὸ κενὸ τῆς ψυχῆς του θεριεύει. Καθὼς οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι δὲν ὑποψιάζονται ὅτι εἶναι μοναδικὰ πρόσωπα φτιαγμένα γιὰ ὑψηλὴ ἀποστολή, ὁ πόνος τους ἀπὸ τὸ ψυχικὸ κενὸ γίνεται ὄργανο στὰ χέρια τοῦ “κόσμου” καὶ διοχετεύεται σὲ σκοποὺς κακούς, ποὺ μετατρέπουν τοὺς ἀνθρώπους σὲ “ἀσπόνδυλους”, κάτι σὰν “μηχανήματα τῆς προόδου”! Ἤξερες ὅτι πρόοδοι ἦταν σῶμα στρατιωτικῶν προπορευομένων; Σὲ καιρὸ ἐκστρατείας ἕνα στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα ἀποτελεῖ τὴν ἐμπροσθοφυλακή, τῆς ὁποίας ἡ ἀποστολὴ εἶναι ὁ ἔλεγχος τῶν κινήσεων τοῦ ἐχθροῦ. Ἀλλιῶς ἡ πρόοοδος λέγεται καὶ προκάλυψη, ἤ προπομπός, ποὺ προπορεύεται τοῦ κυρίου σώματος τοῦ στρατοῦ καὶ γιὰ νὰ κάνει τὴν ἀνίχνευση, ἡ πρόοδος πλησιάζει ἀρκετὰ κοντὰ στὶς θέσεις τοῦ ἑχθροῦ. Τί ἐννοοῦσες λέγοντας ὅτι ὁ φίλος σου συμπεριφέρεται ἀφύσικα στὸν ἀδερφό του;».


«Κατ’ ἀρχὰς ὁ Ἀλφαῖος λέει ὅτι πρέπει νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὸ “ὑπερεγὼ” ποὺ ἔχει “ἐσωτερικεύσει”, ἐπειδὴ αὐτὸ λειτουργεῖ συνεχῶς μέσα του χωρὶς ἐκεῖνος νὰ τὸ καταλαβαίνει, καὶ μὲ τὴν “αὐστηρότητα” μὲ τὴν ὁποία τὸν κρίνει τὸν ἀφήνει χωρὶς “θωράκιση”. Δηλαδὴ τὸν ἀφήνει ὑπερβολικὰ εὐάλωτο, εὐαίσθητο καὶ ἀνασφαλή, μὲ τρόπο ποὺ νὰ ὑποψιάζεται ὅτι στοχοποιεῖται καὶ ὑποτιμᾶται ἐπὶ σκοποῦ ἀπὸ τοὺς πᾶντες, ὥστε ἡ ζωή του νὰ μετατρέπεται σὲ ναρκοπέδιο. Λέει ὅτι ὁ λόγος ποὺ χρειαζόταν νὰ κωφεύει στὸν ἐσωτερικὸ “αὐστηρὸ γονιό”, δηλαδὴ στὸ ἔντονο “ὑπερεγώ”, ἦταν γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὰ σχόλια τῶν ἄλλων, ποὺ δὲν ἦταν σημαντικὰ γιὰ ἐκεῖνον, γεγονὸς ποὺ μαζὶ μὲ τὶς ἄμυνες θὰ τοῦ αὔξανε καὶ τὴν αὐτοεκτίμηση, δηλαδὴ θὰ τοῦ ἐπέτρεπε νὰ ζήσει ἐλεύθερα! Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, παύοντας νὰ ἀξιολογεῖ τὸν ἑαυτό του ὅπως θὰ περίμενε τὸ “ὑπερεγώ του”, παύοντας δηλαδὴ νὰ μετράει πόσο καλὸ ἤ πόσο κακὸ ἦταν κάτι ποὺ ἔκανε, θὰ λειτουργοῦσε ἐλεύθερα, “αὐθόρμητα”, χωρὶς νὰ ψάχνει τὸ σωστὸ καὶ τὸ λάθος, εἴτε στὸν ἑαυτό του, εἴτε στοὺς ἄλλους. Ἰσχυρίζεται ὅτι ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ “ὡρίμασε” ψυχοσυναισθηματικὰ καὶ ἔπαψε νὰ τὸν νοιάζει ἡ ἀξία τῶν συμπεριφορῶν του, πέρασε σὲ ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο, σὲ μία “ἀνώτερη” διάσταση, ποὺ “τοῦ ἐπέτρεπε” νὰ εἶναι… ἀδιάφορος! Πλέον θεωρεῖ τὴν ἀπὸλυτη συγχωρητικότητα πρὸς τὸν ἑαυτό του ὡς ἐπίσημο σημάδι “προόδου”, βάσῃ τῆς ὁποίας “ἀποστρέφεται” τὶς ὑψηλὲς προσδοκίες τοῦ ἑαυτοῦ του, ὡς προϊὸν τῆς “ἐπικίνδυνης” ὑπερευαισθησίας… Μὲ ἄλλα λόγια, λέει ὅτι ξεπέρασε τὸ στάδιο νὰ θεωρεῖ ὅτι οἱ ἄλλοι στρέφονται ἐναντίον του, καὶ βλέποντας τὰ πάντα μὲ οὐδετερότητα γίνεται ἕνας ἁπλὸς καὶ ἀτάραχος “παρατηρητὴς” τῆς ζωῆς. Ὅπως πιστεύει ὁ Ἀλφαῖος, τὸ “προβάδισμα” ποὺ ἀπέκτησε εἶναι νὰ βλέπει τὴν συμπεριφορὰ τῶν ἄλλων ὡς τὶς προβολὲς τοῦ ἑαυτοῦ τους, πάνω του, σὰν ἐκεῖνος νὰ εἶναι μία “ὀθόνη”! Ὅταν κάποιοι τοῦ μιλᾶνε εὐγενικά, αὐτὸ σημαίνει πὼς πρόκειται γιὰ ἀνθρώπους ποὺ βλέπουν μὲ καλοσύνη τὸν ἑαυτό τους, ἀλλὰ προβάλλουν τὴν καλοσύνη τους, τὴν ἐξωτερικεύουν καὶ στὸν Ἀλφαῖο. Ἄν κάποιοι τὸν κατηγοροῦν ὅτι εἶναι χαζός, γιὰ παράδειγμα, σημαίνει ὅτι ἐπειδὴ δὲν τὰ ἔχουν βρεῖ μὲ τὸν ἑαυτό τους, δείχνουν τὴν κακία ποὺ ἔχουν γιὰ αὐτοὺς τοὺς ἴδιους· μὲ τὴν χάλια εἰκόνα ποὺ ἔχουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους, προσπαθοῦν νὰ ὑποβιβάσουν τὸν Ἀλφαῖο γιὰ νὰ προβάλλουν πάνω του τὶς κατηγορίες ποὺ προορίζουν γιὰ τοὺς ἑαυτοὺς τους. Ἐφόσον οἱ προβολὲς τῶν ἄλλων χρεώνουν ἐκείνους τοὺς ἴδιους, λέει ὁ Ἀλφαῖος ὅτι δὲν βρίσκει νὰ ἔχει καμία εὐθύνη σὲ ὅλο αὐτό, ἀφοῦ βλέπει νὰ μὴν τὸν ἀφορᾶ προσωπικά, καὶ ἔτσι ἀρνεῖται νὰ ἐκλαμβάνει τὰ κακοποιητικὰ σχόλια τῶν ἄλλων ὡς ἐλλείψεις ἤ λάθη δικά του… Βεβαιώνει πὼς μαθαίνοντας νὰ κρατάει ἀπόσταση ἀπὸ τὶς προβολὲς τῶν ἄλλων πάνω του ὥστε νὰ μὴν ὑποφέρει, ἀποδεσμεύεται ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τῆς κακίας τῶν ἄλλων καὶ γίνεται ἕνας ἐλεύθερος ἄνθρωπος! Ὅλη ἡ οὐσία γιὰ τὸν Ἀλφαῖο εἶναι, πὼς χαίρεται ποὺ βρῆκε τὸν τρόπο νὰ μὴν πιέζει καθόλου τὸν ἑαυτό του! Χωρὶς ἐσωτερικὲς συγκρούσεις καὶ χωρὶς ἐνοχές, λέει ὅτι ὅλα γίνονται “αὐτόματα” καὶ καταφέρνει νὰ ἡσυχάζει μὲ τὸν ἑαυτό του… Ὁ Τηλέμαχος τὸν κατηγορεῖ ὅτι “ξέχασε” πὼς εἶναι ἀδέρφια, καὶ ὅτι ὁ Ἀλφαῖος τὸν ἀντιμετωπίζει κυριολεκτικὰ σὰν ἕναν ξένο! Ὄντως ὁ Ἀλφαῖος μοῦ εἶπε ὅτι θεωρεῖ τὶς κατηγορίες ὡς προβολὴ καὶ ἀπόδειξη τῆς κακίας τοῦ Τηλέμαχου, καὶ ἔτσι “προλαμβάνει” τὶς ἐσωτερικὲς συγκρούσεις —ἀκόμα καὶ ὅταν τὸν ἐπικρίνει ὁ ἀδερφός του ὅτι ἔγινε τὸ ἴδιο ἀδιάφορος μὲ τοὺς γονεῖς τους…».


«Δὲν ξέρω τί ἀκριβῶς σημαίνει τὸ “ὑπερεγώ” ποὺ ἤθελε νὰ ἀποβάλλει ὁ Ἀλφαῖος, οὔτε καὶ ἔχει σημασία δηλαδή, ἀφοῦ ἀπὸ τὰ συμφραζόμενα δείχνει πὼς ἐννοοῦσε τὴν ἀνθρωπιά, ἤ ἀκόμα καὶ τὴν συνείδηση! Γι’ αὐτὸ εἶπες ὅτι μὲ τὴν “μηχανοποίησή του” φαινόταν νὰ ζεῖ ἐκτὸς πραγματικότητας, παιδί μου, ἐπειδὴ ἀποκηρύσσοντας τὴν ἀνθρωπιά του, κήρυξε ἐχθρό του τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ποὺ βρισκόταν ἀπέναντί του, τὸν πλησίον! Παρόλο ποὺ “κέρδισε” τὸ… “ἀνώτερο δικαίωμα τῆς ἀδιαφορίας” ποὺ τοῦ δώρισε ὁ “κόσμος”, ὅσο χάνει τὸ “γνῶθι σ’ αὐτὸν” μὲ τὸ ὁποῖο ἡ Ὀρθοδοξία ἐξοπλίζει τὰ παιδιά της γιὰ αἰῶνες, θὰ στοχοποιεῖται ἀπὸ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥΣ ἀόρατους ἐχθροὺς… Ὁ Μέγας Ἀντώνιος εἶπε ὅτι ὅσες φορὲς ἔριξε τὴν εὐθύνη τῶν πραγμάτων πάνω του, ἀμέσως ἡ γαλήνη ἁπλώθηκε μέσα στὴν ψυχή του. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἔριξε τὸ βάρος στὸν ἄλλο καὶ εἶπε αὐτὸς ἔφταιγε καὶ ὄχι ὁ ἴδιος, τότε ἔνοιωσε μέσα του στενοχώρια καὶ πίκρα. Ἡ “μηχανοποίηση” τοῦ ἀνθρώπου τείνει νὰ παγιωθεῖ ἀπὸ τὸν “κόσμο” ὡς στοιχεῖο… “προόδου”. Ἐφόσον ὁ “κόσμος” ἀντιπαρατάσσεται στὸν Πατέρα- Θεό, παρονομάζει τὴν συνείδηση “αὐστηρὸ γονιό”, ἐπειδὴ θέλει τὸν ἄνθρωπο ἀκηδεμόνευτο! Λέγοντας ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός, στὴν πραγματικότητα προϊδεάζει τὸν ἄνθρωπο ὅτι θὰ ζεῖ χωρὶς ἀξία! Χωρὶς ἐλπίδα στὸν Χριστό, τὸ τέλος τῆς ζωῆς ταυτίζεται μὲ τὴν ἀποσύνθεση, ἡ ὁποία ὅμως παραδόξως ταυτίζεται καὶ… μὲ τὸν σκοπὸ ὅλης τῆς ζωῆς! Ἔχοντας ὁ ἄνθρωπος τὴν κουτοπονηριὰ νὰ μὴν παραδέχεται τὴν ἠθικὴ παρανομία ποὺ διαπράττει, παραλλάσσει τὸ ὄνομά της σὲ κάτι ποὺ παραπλανᾶ, καὶ γιὰ νὰ συστηματοποιήσει τὰ “ὀφέλη” τῆς πλάνης ποὺ προωθεῖ στὴν κυκλοφορία, πλάθει θεωρίες! Οἱ ἀκαταλαβίστικοι ὅροι ποὺ εἰσβάλλουν στὴν καθημερινότητά μας, τὸ κρύβουν, ἀλλὰ ΕΠΙΒΑΛΛΟΥΝ ΝΕΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ! Ὅμως ἔτσι συσκευασμένοι ποὺ εἶναι μέσα στὴν “πρόοδο”, δὲν μᾶς περνάει ἀπὸ τὸ μυαλὸ νὰ δοῦμε τί κρύβουν κατὰ βάθος. Ἡ θεωρία τῶν προβολῶν ἀποτελεῖ “ἐπίσημη” θεμελίωση τῆς ἀμετανοησίας! Εἶναι λυπηρὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο νὰ εἰκάζει πὼς ἄν κρυφτεῖ πίσω ἀπὸ τὸ δάχτυλό του, θὰ ξεμπερδέψει μὲ τὴν συνείδησή του. Ὁ χρόνος τῆς ζωῆς κάποτε ἐκπνέει, καὶ ἀντὶ γιὰ τὸ ἀναμενόμενο “φτοὺ ξελευθερία”, ἐπίκειται τὸ ξεχώρισμα τῶν ἐριφίων ἀπὸ τὰ πρόβατα…».
«Παππού, ὅσοι φτιάχνουν τέτοιες θεωρίες παριστάνουν ὅτι γνωρίζουν, ἐνῶ στὴν οὐσία ἐκμεταλλεύονται τὴν δυστυχία τοῦ ἀνθρώπου! Πείθοντάς τον νὰ ζεῖ ἀπάνθρωπα, ἐκεῖνος νομίζει ὅτι ζεῖ “ὑπεράνθρωπα”!
«Ὅλοι αὐτοὶ οἱ δῆθεν “ἐπιστημονικοὶ” ὁρισμοὶ καὶ οἱ ὑποτιθέμενοι “ἰατρικοὶ ὅροι-κλωθογυρίσματα”, ποὺ ἐπιστρατεύονται γιὰ τὴν “τυποποίηση” τῆς ἀνηθικότητας, δὲν εἶναι μόνο ἡ δικαιολογία τοῦ σημερινοῦ Ἀδὰμ γιὰ τὴν παρακοή του, ἀλλὰ ἡ βεβαιότητά του ὅτι “ἔχει δίκιο” καὶ ὅτι πρέπει νὰ βγεῖ κι ἀπὸ πάνω! Μάλιστα, ἀπαιτεῖ τὴν “ἐργαλειοποίηση” τῆς δικαιολογίας, ἤ μᾶλλον τὴν “βιομηχανοποίησή της”, ὥστε νὰ μὴν ἀμφισβητεῖ κανεὶς ὅτι πρόκειται γιὰ “ἀνώτερο ἐργαλεῖο”… Κοσμά, ὅπου ἀποφασίσει ἡ “ἐπιστήμη” νὰ κινηθεῖ ἐχθρικὰ πρὸς τὴν ἁγία Παράδοσή μας, μὲ τοὺς ἀλλοπρόσαλλους ὅρους της, ἀπειλεῖ νὰ καταβροχθίσει τὶς λέξεις μας καὶ νὰ τὶς ἀχρηστέψει, ἄν δὲν προσέξουμε! Ὅπως καὶ τὸν εὐλογημένο τρόπο ποὺ εἶχε παραδοσιακὰ ὁ λαός μας γιὰ νὰ θεραπεύει τὶς δυσκολίες του, ἤ ἀκόμα περισσότερο, γιὰ νὰ τὶς προλαμβάνει! Ὁ ἅγιος Κοσμὰς ἔδωσε τὴν ζωή του γιὰ νὰ κρατήσουμε τὶς δικές μας λέξεις, ποὺ ἔχουν ἄφθαρτο περιεχόμενο! Εἶναι ἀδιανόητο νὰ νικηθοῦμε τώρα ἀπὸ τὶς λέξεις ποὺ “εἰσάγουν” τὸ κενό!».
«Ὅπως ἡ “μετακένωση” τοῦ ὑποτιθέμενου “Διαφωτισμοῦ”, ποὺ ἡ δύση σφυροκοποῦσε γιὰ νὰ ὑποδεχτοῦμε μετὰ φανῶν καὶ λαμπάδων, ἐνῶ εἶπες ὅτι σημαίνει φιλοπόλεμη “μεταφύτευση” μιᾶς ἀλλότριας κοινωνίας, μέσα στὴν δική μας! Ὅσοι “μόχθησαν” τότε γιὰ τὴν “ἀπόσυρση” τῶν ἐθίμων καὶ τῶν συνηθειῶν τῶν Ἑλλήνων, ὅπλισαν τοὺς φιλοσοφικοὺς ὅρους γιὰ νὰ κάνουν τὴν δουλειὰ ποὺ κάνουν τώρα οἱ ἀσαφεῖς “ἐπιστημονικοὶ” ὅροι… Πολλοὶ πρόγονοί μας δὲν ἀντιλαμβάνονταν ὅτι ἡ ψευδο-ἐλευθερία ποὺ θάμπωνε ἐχθρευόταν τὸν Κηδεμόνα τῆς Ἑλλάδας, ὅπως ὀνόμαζε ὁ Ἀνδρέας Μιαούλης τὸν Χριστό!».
«Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς “μετακένωσης”, ἀγόρι μου, ἦταν ἡ Ἑλλάδα ὅλη νὰ… “μεταναστεύσει” στὴν ἀνομία! Ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, ὅπως ὁ ἄσωτος υἱὸς τῆς παραβολῆς, ὁ ὁποῖος ὅμως ἐπέλεξε νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα του, ὅχι ἐξ ὑφαρπαγῆς, ὅπως “μεταφέρθηκε” ἡ μαρτυρικὴ πατρίδα μας… Ὅπως εἴπαμε, ἐκεῖ στὴν “μετανάστευση” τὰ δεινὰ ἄλλαξαν “ἐτικέτες”, πῆραν κοσμικὲς περιγραφὲς καταστάσεων “ἄλυτων”, ὅπως ἡ Λερναία Ὕδρα, ὅπου στὴν θέση τοῦ κεφαλιοῦ ποὺ κοβόταν, ξεφύτρωναν δέκα άκόμα! Ἀφοῦ οἱ ψευδεῖς λέξεις ποὺ περιγράφουν τὰ δεινὰ ποὺ δημιουργεῖ στοὺς ἀνθρώπους ἡ ἁμαρτία, κουκουλώνουν τὰ πνευματικὰ αἴτια καὶ ἀποπροσανατολίζουν, τὰ δεινὰ αὐτὰ προορίζονται νὰ “στοιβάξουν” τὶς ζωὲς τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ τους “φᾶνε” τὴν ψυχή! Ἡ μετανάστευση τοῦ ἀσώτου υἱοῦ στὴν ξενιτιὰ ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἥττας του, τῆς ἀδιαφορίας δηλαδὴ γιὰ τὴν τιμὴ μὲ τὴν ὁποία τὸν μεγάλωσε ὁ Πατέρας του. Ἡ τραγωδία εἶναι ὅτι στὴν “ξενιτιά”, ἐγκαταλείπονται καὶ τόσοι Ἕλληνες ποὺ τοὺς “κλέβουν” ἀπὸ τὴν γέννησή τους! Μὲ ποιὰ ταπείνωση καὶ μετάνοια θὰ “εὐκολύνουν” τὸν Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσει τὸ δῶρο τῆς θεραπείας;».

Πέρασα τὴν πύλη τοῦ σχολείου· ὅπως περπατοῦσα δίπλα ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ μὲ καλημέριζαν, ἔβλεπα πόσο ὡραία ἦταν ἡ ζωὴ καὶ αἰσθανόμουν ὑπέροχα! Ἔνοιωθα σὰν μία δύναμη νὰ γέμιζε τὴν ὕπαρξή μου, σὰν νὰ βρισκόμουν σὲ ἕνα νέο ξεκίνημα τῆς ζωῆς μου, ποὺ παρόλο ποὺ δὲν εἶχε διαμορφωθεῖ ἀκόμα, ἀσκοῦσε πάνω μου μία μυστηριώδη ἕλξη… Πλησιάζοντας τὸν Ἀλφαῖο ποὺ καθόταν καταγῆς μὲ τὴν πλάτη σὲ ἕνα τοῖχο, μὲ ἕνα νεῦμα τοῦ κεφαλιοῦ τὸν ῥώτησα κάτι σὰν “πῶς πάει;”.
Ἐκεῖνος χαμήλωσε τὰ μάτια σὰν νὰ μὴν ὑπῆρχε κανεὶς δίπλα του, καὶ ἴσα ποὺ τὸν ἄκουσα νὰ ψιθυρίζει στὸν ἑαυτό του, «δὲν ὑπάρχει ΤΙΠΟΤΑ!».
Μπροστὰ ἀπὸ τὰ μάτια μου πέρασε ἡ πληροφορία ὅτι ἡ λύπη τοῦ κατάτρωγε τὴν καρδιά, ἀλλὰ δὲν ἤθελα νὰ χάσω τὴν ὡραία γεύση ποὺ εἶχα γιὰ τὸν ἑαυτό μου, καὶ προτίμησα νὰ διατηρήσω μέσα μου τὴν ἐλαφρότητα. Λίγο πρὶν χτυπήσει τὸ κουδούνι γιὰ διάλειμμα τὸν ξαναθυμήθηκα, καὶ γύρισα γιὰ νὰ τὸν δῶ. Φαινόταν ἀκόμα βαρύς, σὰν νὰ εἶχε χάσει τὰ πάντα… Αὐτὸς ποὺ “δὲν ἔχει ἀξία” μένει ἀβοήθητος! Κανεὶς δὲν θὰ τοῦ τὸ πεῖ, γιὰ νὰ συνεχίσει νὰ ὑπερηφανεύεται, ἀλλὰ μέσα του τὸ κατάλαβαίνει, σκέφτηκα ἀφηρημένα. Ξαφνικὰ συνειδητοποίησα ὅτι κάτι ποὺ ἔφυγε ἀπὸ τὸ μυαλό, κατευθυνόταν πρὸς τὴν καρδιά μου ἀλλὰ στὴν διαδρομὴ του ἄφηνε πίκρα! “Ὅπως ἔστρωσε, θὰ κοιμηθεῖ”, εἶχε περάσει ὁ ἑπόμενος κακόβουλος λογισμὸς καὶ μὲ τὴν μία, ἡ νυσταλέα ἐγρήγορση ἄρχισε τώρα πανικόβλητη νὰ ὠρύεται! “Ἔγινα “ὑπάλληλος” τοῦ Χριστοῦ καὶ κάνω ὅτι δὲν βλέπω τίποτα!”, σκέφτηκα καὶ στὴν θέση ποὺ ἤξερα πὼς ἔκαιγε ἡ ἐσωτερικὴ φλόγα, τώρα ἀντίκριζα τὴν ἐνοχή, ποὺ δὲν ἀγαποῦσα τὸν Ἀλφαῖο! Ἐνοχὴ εἶναι ἡ μεγάλη εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ, ποὺ προκειμένου νὰ αὐτοδικαιωθεῖ, δείχνει τὸν ἄλλο ὡς “ἀνύπαρκτο”… “Ξέχασα” ὅτι εἴμαστε ἀδέρφια καὶ κράτησα ἀπόσταση, ἐπειδὴ δὲν ἤμουν ἄξιος νὰ τὸν ψυχοπονέσω! Ἡ ἀκατάσχετη ἔπαρσή μου ἀδιαφόρησε γιὰ τὸν βασανισμὸ τοῦ ἀδερφοῦ μου! Τὸ κλάμα ποὺ ἔφερε ὁ χαλασμὸς ποὺ ἔνοιωθα στὰ σπλάχνα μου, σὰν νὰ μὲ ἔφερε κοντὰ στὴν ὀδύνη τοῦ Ἀλφαίου, καὶ τὴν ταπείνωσή του. Ὅσο δὲν ἦταν καλὰ ἐκεῖνος, οὔτε ἐγὼ μποροῦσα νὰ εἶμαι καλά! Ὁ Κηδεμόνας τῆς Ἑλλάδας μᾶς ἀγαποῦσε τὸ ἴδιο, καὶ αὐτὸ μοῦ δίδασκε ἐκ νέου τὴν εὐαισθησία καὶ τὴν ἑνότητα, ποὺ βασίζονται στὴν ἀγάπη! Περπατώντας καὶ πάλι στὶς γνώριμες ἐσωτερικὲς διαδρομές, ἔνοιωσα ἀνακούφιση. Ὥστε ὅλη αὐτὴ ἡ νύστα στὴν ψυχὴ ἦταν εἶδος νοερῆς “μετανάστευσης”, ἀπὸ τὴν ἀδικαιολόγητη ἔλλειψη πνευματικῆς τροφοδοσίας; Ὅταν θεωροῦμε ὅτι οἱ κανόνες ἀφοροῦν μόνο τοὺς ἄλλους, ἤδη ἔχουμε χάσει τὸ παιχνίδι… Κοίταξα ἀκόμα μία φορὰ τὸν Ἀλφαῖο, ποὺ ἄντεχε μὲ δυσκολία τὸ βάρος τῆς ὕπαρξής του καὶ μὲ πόνο ψυχῆς, προσευχήθηκα στὸν Χριστὸ νὰ μὲ ἀξιώσει νὰ βαστάξω ἔστω καὶ λίγο ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ πλησίον μου.

Ὁ Ἀλφαῖος μὲ κοίταξε μὲ αἰσιοδοξία, καὶ εἶπε μὲ δισταγμὸ ποὺ ἔδειχνε περίσκεψη: «Μόλις ἀρχίσεις νὰ σέβεσαι τὸν ἑαυτό σου, καὶ δεῖς στὴν πράξη ὅτι ἡ ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς εἷναι τὸ μόνο ἀγαθὸ ποὺ δίνει ὄντως ζωή, τότε ἀρχίζεις νὰ προσέχεις καὶ τοὺς ἄλλους… Αὐτὰ ὅμως γίνονται μόνο ξεκινώντας νὰ μαθαίνεις ὅτι ὑπάρχουν οἱ ἀρετὲς καὶ τὰ πάθη. Τότε παύεις νὰ εἶσαι ἀφελής!».
Ὅπως φάνηκε στὴν στάση του τὸ ἀρχοντικὸ τοῦ χαρακτήρα του, ἔνοιωσα γαλήνη στὴν ψυχή μου! Ἔχοντας περάσει πολὺ καιρὸ μαζί, γιὰ τὴν ἐκ νέου ἐκμάθηση τῶν λέξεων ποὺ περιγράφουν τὶς διάφορες πνευματικὲς καταστάσεις, καὶ τὰ ὅρια μέσα στὰ ὁποῖα μποροῦμε νὰ κινούμαστε μὲ ἀσφάλεια, ἄρχισε καὶ ὁ Ἀλφαῖος νὰ διακατέχεται ἀπὸ λαχτάρα γιὰ τὴν “πνευματικὴ πατρίδα” ποὺ μᾶς ἀναλογεῖ, ὡς Ἕλληνες ποὺ εἴμαστε! Πνευματικοὶ μετανάστες, ἐξόριστοι, κλεμμένοι, ὅπως καὶ νὰ τὸ λέγαμε συμφωνοῦσαμε, ὅτι χρειαζόταν νὰ γρηγοροῦμε καὶ νὰ προσευχόμαστε γιὰ νὰ φύγουμε ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἀκούσιας “πνευματικῆς κράτησής μας”. Τὰ σοφὰ λόγια τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητῆ, περιγράφουν ἀπολύτως τὸ ψεύδος αὐτοῦ ποὺ μᾶς μετέδωσε ἡ “μετακένωση” ἀπὸ τὴν δύση: “Τὸ πάθος τῆς ὑπερηφάνειας ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο ἄγνοιες, καὶ δύο ἄγνοιες ἑνωμένες μαζὶ ἀποτελοῦν μία φρόνηση συγκεχυμένη. Γιατὶ ὑπερήφανος εἶναι μόνο ἐκεῖνος ποὺ ἀγνόησε καὶ τὴν θεία βοήθεια καὶ τὴν ἀνθρώπινη ἀσθένεια. Ἄρα λοιπὸν ὑπερηφάνεια εἶναι στέρηση θείας καὶ ἀνθρώπινης γνώσης. Γιατὶ μὲ δύο ἀρνήσεις τῶν ἀληθινῶν ἄκρων, γίνεται μία καὶ ψεύτικη κατάφαση”. «Ἡ “μετανάστευση” ποὺ συστηματοποιεῖ ἡ ὀθόνη μᾶλλον ἀπευθύνεται σὲ ἀφελεῖς, ἀφοῦ γίνεται χωρὶς εἰσιτήριο, ἀλλὰ ὅμως ΤΟΥΣ ΠΗΓΑΙΝΕΙ ΟΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΕΚΕΙΝΗ! Τὰ πράγματα δὲν εἶναι καὶ πολὺ καλά, εἶναι καιρὸς νὰ σταματήσουμε νὰ εἴμαστε ἀφελεῖς…».


«Κοσμά, αὐτὸ ποὺ κατάλαβα ἐγὼ εἶναι ὅτι μὲ τὴν “μετανάστευσή μας” μέσῳ τῆς ὀθόνης, οἱ νέοι δὲν παίρνουμε ἀπὸ τὴν Παράδοση αὐτὰ ποὺ μᾶς ἀνήκουν, ἀλλὰ οὔτε καὶ καταλαβαίνουμε τὴν ἀσφυξία ποὺ συνεπάγεται τέτοια φτώχεια! Ἐκ τῶν πραγμάτων δηλαδὴ στὴν “μετανάστευση” δὲν ἔχουμε ῥίζες. Γι’ αὐτὸ εἶναι “φυσικὸ” νὰ πέφτουμε μὲ τὸ πρῶτο “ἀεράκι”… Στὴν “ξενιτιὰ” βρίσκεσαι γιὰ νὰ “προσαρμοστεῖς”! Εἶτε πᾶς μόνος σου, εἴτε σὲ “πᾶνε”, δὲν καταλαβαίνεις ὅτι οἱ κανόνες φτιάχνονται τὴν στιγμὴ ποὺ ἐσὺ ξεκινᾶς ἀπὸ τὸ μηδέν, δηλαδὴ ὅταν δὲν ξέρεις ποιὸς εἶσαι! Γιὰ ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀκοῦς ὅτι εἶναι καλά, στὴν πράξη δὲν βλέπεις νὰ ὑπηρετοῦν τὸ καλό! Τότε δυσκολεύεσαι νὰ ἀποφασίσεις ποιοὶ εἶναι οἱ φίλοι σου καὶ ποιοὶ οἱ ἐχθροί σου… Ὁ ἔκριζος ἄνθρωπος δὲν ξέρει ἀπὸ ποῦ ἔρχεται, ὁπότε ἀποφασίζουν ἄλλοι ποῦ θὰ πάει! Ἐπειδὴ δὲν “ἀνήκει” κάπου, δὲν ἔχει τὴν αἴσθηση τῆς προδοσίας! Ἡ μητρική του γλῶσσα δὲν ἔχει καμία ἀξία γι’ αὐτόν, ὁπότε ἡ ἑπόμενη γενιὰ δὲν θὰ τὴν ἀποκαλεῖ κὰν “μητρική”! Κοίτα ἐμᾶς καὶ τοὺς φίλους μας, πόσο διαφορετικὰ σκεφτόμαστε καὶ μιλᾶμε ἀπὸ τοὺς γονεῖς μας. Δὲν σοῦ φαίνεται νὰ εἴμαστε οἱ “νέοι ἔποικοι”; Δηλαδὴ ἡ σπορὰ αὐτῶν ποὺ κατέκτησαν τοὺς γονεῖς μας, ποὺ ἦταν ἀφελεῖς; Ἐμεῖς τί θὰ κάνουμε; Θὰ “προσαρμοστοῦμε” γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε “προνόμια”, ἤ θὰ ἀντισταθοῦμε μὲ τὴν ἐγρήγορση, ποὺ οἰκοδομεῖ τὸν ἑαυτό μας;».
«Ὁ παππούς μου ἔχει πεῖ ὅτι μὲ τὴν τεχνοεπιστήμη, ἡ “φιλοσοφία τῆς μετανάστευσης” ἔχει γίνει τὸ παγκόσμιο “ἰδανικό”. Ἀλφαῖε, μόνο βαθαίνοντας τὶς ἑλληνορθόδοξες ῥίζες μας θὰ μπορέσουμε νὰ σταθοῦμε ὄρθιοι στοὺς δύσκολους καιρούς! Μόνο ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ πατερικὴ σοφία μποροῦν νὰ μᾶς θρέψουν πνευματικά, ὥστε τὰ μάτια μας νὰ ἀρχίσουν νὰ βλέπουν! Παρόλο ποὺ πατᾶμε στὰ ἐθνικὰ ἐδάφη μας, εἴμαστε “μετανάστες” σὲ μία “μεταφυτεμένη πατρίδα” ποὺ δὲν μᾶς ψυχοπονάει, ἐπειδὴ δὲν μᾶς γέννησε, τὸ ψευτορωμαίικο. Εἴμαστε Ἕλληνες, προερχόμαστε ἀπὸ Ἕλληνες· δηλαδὴ ἀπὸ ‘Ρωμιούς, καὶ ὁ τόπος ποὺ μᾶς ἀναλογεῖ εἶναι τὸ ‘Ρωμαίικο, τοῦ ὁποίου οἱ κανόνες κατηύθυναν ὅλους τοὺς πόθους καὶ ὅλες τὶς ἐνέργειες τοῦ ἀνθρώπου, νὰ γίνονται ὁ Χριστός! Δοξασμένο τὸ ὄνομά Του!
Ἀγαπάτε, ὑπομένετε, παραβλέπετε, μὴν ἐξάπτεσθαι, ἀλληλοσυγχωρεῖτε, γιὰ νὰ ὁμοιάσετε τοῦ Χριστοῦ μας
καὶ νὰ ἀξιωθεῖτε νὰ εἶσθε κοντά Του!
Γέροντας Ἐφραὶμ τῆς Ἀριζόνας


