You are currently viewing -Ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσα μου τὴν Δικαιοσύνην Σου

-Ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσα μου τὴν Δικαιοσύνην Σου

«Εὔα, πᾶμε τὸ ἀπόγευμα στὸ σπίτι τῆς Μαρούσας;», πρότεινε καταχαρούμενη ἡ Ἀκριβή. «Εἴχαμε νὰ τὴν δοῦμε ὅλο τὸ καλοκαίρι, ἀλλὰ εἶδες σήμερα πῶς ἔλαμπαν τὰ μάτια της ἀπὸ συγκίνηση, ποὺ σὲ λίγους μῆνες θὰ ἀποκτήσει ἀδερφάκι; Ἀπὸ ὅταν ἦταν μικρούλα ζητοῦσε νὰ ὑπάρχει κι ἄλλο παιδὶ μέσα στὸ σπίτι! Θὰ ἦταν ὡραῖο νὰ δεῖ ὅτι χαιρόμαστε κι ἐμεῖς μαζί της!».

Δὲν ἤθελα νὰ πάω στὸ σπίτι τῆς Μαρούσας, ἐπειδὴ δὲν ἤθελα νὰ πηγαίνω γυρεύοντας. Ἡ ἀνάγκη ποὺ εἶχα νὰ προστατευτῶ ἀπὸ μία ἀκόμα φραστικὴ ἐπίθεση ἀπὸ τὴν Μαροῦσα, ἔδειχνε τὴν ἐπίσκεψη στὸ σπίτι της σὰν ἀπερισκεψία. Φυσικὰ ὅταν μὲ περιέπαιξε πέρσι γιὰ τὰ ροῦχα μου, λίγο πρὶν τελειώσουμε τὴν α΄ γυμνασίου, στάθηκα στὸ ὕψος μου καὶ συγκράτησα τὴν δηκτικὴ ἀπάντηση ποὺ ἦρθε στὴν σκέψη. Μὲ τὴν “κατηγορία της” ὅτι ντύνομαι ὅπως ἡ μαμά μου, δηλαδὴ ὅτι δὲν ἔχω τὴν αἴσθηση τῆς μόδας, στήριξε τὴν ἄποψή της πὼς τὸ ντύσιμο εἶναι σημαντικὸ ἐπειδὴ ἐπιτρέπει στὴν ἔφηβη, νὰ προβάλλει τὴν προσωπικὴ ταυτότητά της ἀπέναντι στοὺς γονεῖς της. Ὑποστήριζε πὼς ἐλέγχοντας τὴν ἐμφάνισή μας, φροντίζουμε τὸν ἑαυτό μας, καὶ ῥίχνοντας ἔστω καὶ ἕνα βλέμμα ἱκανοποίησης πρὸς τὸ εἴδωλό μας στὸν καθρέφτη νοιώθουμε καλύτερα καὶ ἀλλάζουμε διάθεση, ἐπειδὴ χρησιμοποιοῦμε τὰ ῥοῦχα ὡς αὐστηρὰ σύνορα τοῦ προσωπικοῦ χώρου μας. Ἐγὼ συγκρατήθηκα, καὶ ἀνέφερα μόνο πὼς εἶναι παράδοξο νὰ ἰσχυρίζεται κάποιος ὅτι ἀναπτύσσει τὴν προσωπικότητά του, τὴν στιγμὴ ποὺ ὑποτάσσεται στὴν ὁμοιομορφία ποὺ διατάζει ἡ ἑκάστοτε μόδα, προκειμένου νὰ αἰσθάνεται πὼς “ἀνήκει” κάπου… Τὸ σκηνικὸ τῆς ὁλοφάνερης ἀδικίας μου ἔγινε μπροστὰ σὲ ὅλη τὴν τάξη καὶ ἔνοιωσα ἀπαίσια, ἀλλὰ τὸ συζήτησα μόνο μὲ τὴν Ἀκριβή, ποὺ ἤξερε πόσο φιλότιμο ἔδειχνα στὰ πνευματικά. Θυμᾶμαι, ἐξαντλήθηκα ἀναλύοντάς της ἀπὸ διάφορες ὀπτικὲς γωνίες τοὺς λόγους, γιὰ τοὺς ὁποίους εἶχα δίκιο νὰ ἀντιδρῶ μέσα μου γιὰ τὸν χλευασμό μου ἀπὸ τὴν Μαροῦσα. Θεατρίστηκα χωρὶς λόγο μπροστὰ σὲ τὸσα παιδιά, ποὺ ὅμως ἦταν μάρτυρες μὲ πόσο ἀπότομο τρόπο μοῦ φέρθηκε ἡ Μαροῦσα! Τουλάχιστον, τὸ γεγονὸς ὅτι ἤξεραν ὅλοι πὼς ἤμουν ἡ ἀδικημένη τῆς ὑπόθεσης, ἐμένα μὲ ἔφερε πολὺ κοντὰ στὴν “ἡθικὴ δικαίωση”! Γιὰ νὰ θελήσει νὰ μὲ προσβάλλει ἡ Μαροῦσα σημαίνει πὼς διαπίστωνε τὴν ἀξία μου, καὶ γι’ αὐτὸ “ἀσχολήθηκε” μαζί μου! Μόλις διέκρινα αὐτὴ τὴν διάσταση τῶν πραγμάτων, ἄρχισα νὰ νοιώθω μία “περίεργη” χαρὰ ποὺ ἡ Μαροῦσα μὲ “κατηγόρησε”, ποὺ ντύνομαι ὅπως ὅλα τὰ κορίτσια ποὺ ἀγαπᾶνε τὴν εὐπρέπεια! Τὸ γεγονὸς ὅτι μὲ ἀδίκησε καὶ ἐγὼ δὲν στράφηκα ἀρνητικὰ ἐναντίον της, ἐπιβεβαίωνε πανηγυρικὰ τὴν… “ἠθικὴ ὑπεροχὴ” ποὺ εἶχα ἔναντί της, καὶ ἐπειδὴ ἤθελα νὰ εἶμαι “δίκαιη” μὲ τὸν ἑαυτό μου, ὅσο τὸ σκεφτόμουν πάλι καὶ πάλι, πραγματικὰ “εὐχαριστιόμουν” ποὺ ἀδικήθηκα μπροστὰ σὲ ὅλους! «Ἀκριβή, ἡ Μαροῦσα κι ἐγὼ εἴμαστε διαφορετικές, δὲν μποροῦμε νὰ ἐπικοινωνήσουμε. Οἱ δικές μου σχέσεις βασίζονται στὸ “εἶναι” καὶ τὴν φιλία, ἐνῶ οἱ δικές της βασίζονται στὸ “ἔχειν” καὶ τὴν δημόσια εἰκόνα της…». 

Μᾶλλον ἡ Ἀκριβὴ ξαφνιάστηκε ποὺ δὲν χαιρόμουν μὲ τὴν χαρὰ τῆς Μαρούσας, ἀλλὰ τὰ μάγουλά μου ποὺ κοκκίνισαν τὴν ἑπόμενη στιγμή, δυστυχῶς μὲ πρόδωσαν στὰ μάτια τῆς φίλης μου. «Μὰ τὸ πρῶτο χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἦταν ἡ δυνατότητα ἐπικοινωνίας μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους!», εἶπε κοιτάζοντάς με ἐξεταστικά. «Ὅταν οἱ ἄνθρωποι στέκουν μακριὰ ἀπὸ τὸν Χριστὸ βλέπουν τὸν πλησίον ὡς ἐπικίνδυνο, ποὺ θὰ τοὺς πάρει αὐτὸ ποὺ θέλουν ἐκεῖνοι! Φοβοῦνται ὅτι θὰ τοὺς ἁρπάξει τὰ δικαιώματά τους καὶ τὸ “δίκιο τους”. Ὅμως ἐμεῖς ποὺ κρατᾶμε τὸν Κύριο ἀπὸ τὸ χέρι, ξέρουμε ὅτι ὅσο πιὸ πολλὰ χρήματα ἔχουμε, τόσο μεγαλώνουν οἱ ἀνάγκες μας· ὅπως ἐπίσης ξέρουμε καὶ πὼς ἄν δώσουμε τὸ κατὰ δύναμιν στὸν ἀναγκεμένο, μοιραζόμαστε ἐμεῖς τὴν φτώχεια του, καὶ ἐκεῖνος μοιράζεται τὸν πλοῦτο μας! Βέβαια ἡ ἐλεημοσύνη ἔχει κόπο, ἀφοῦ πρέπει νὰ μποῦμε στὴν θέση τοῦ ἀναγκεμένου γιὰ νὰ καταλάβουμε τὴν δυσκολία του καὶ νὰ τὸν συμπαθήσουμε, ὥστε νὰ εἴμαστε ἐπιεικεῖς μαζί του καὶ νὰ τὸν ἀποδεχτοῦμε στὴν ζωή μας. Ἄν δὲν νοιώθουμε τὴν ἀνάγκη νὰ προσφέρουμε στὸν ἀναγκεμένο κάποιες ἀπὸ τὶς ἀμέτρητες εὐλογίες ποὺ δεχόμαστε ἀπὸ τὸν Χριστό, προφανῶς στὴν ψυχὴ θὰ εἴμαστε ἀνάπηρες, συμφωνεῖς; Θυμᾶσαι τὶ εἶπε ὁ π. Εὐψύχιος; Η ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ Η ΧΑΡΑ ΑΝΤΙΔΙΑΣΤΕΛΛΟΝΤΑΙ! Ξεχωρίζουν, ποτὲ δὲν βρίσκονται αὐτὲς οἱ δύο μαζί μέσα στὴν καρδιά!». Μὲ κοίταζε ξέροντας ὅτι οἱ ἀπόψεις μας ταυτίζονταν ἀπολύτως. «Ἀνάπηρος ψυχικὰ εἶναι κάποιος γιὰ δύο λόγους: ἐπειδὴ δὲν θέλει νὰ βοηθήσει τὸν ἄλλον, ἀλλὰ στὴν οὐσία εἶναι ἀνάπηρος ἐπειδὴ δὲν θὰ βοηθηθεῖ οὔτε ὁ ἴδιος. Ὁ Θεὸς ἔφτιαξε τὸν ἄνθρωπο νὰ ζεῖ δίπλα σὲ ἄλλους, μὲ τρόπο ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ σωθεῖ μόνο μέσῳ αὐτῶν! Κανεὶς δὲν σώζεται ἀπὸ μόνος του, ὅπως μᾶς λέει ὁ πνευματικός μας, ἀλλὰ σώζεται ἐπειδὴ συγκινεῖται ἀπὸ τὸν πόνο τῶν ἄλλων, καὶ τοὺς βοηθάει!». 

«Ναί, ἔχει δίκιο ὁ π. Εὐψύχιος, πραγματικὰ ὅταν βάλουμε στὸ πρόγραμμά μας αὐτὸν ποὺ στερεῖται τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ζωή, ἡ συγκίνηση ποὺ νοιώθουμε γίνεται αἴσθηση ζωντάνιας! Ἡ ἐλεημοσύνη δὲν γίνεται μόνο μὲ τὶς δικές μας δυνάμεις, ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΚΑΙ Η ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ! Δοξασμένο τὸ όνομά Του!». Μὲ τὴν Ἀκριβὴ κοιταζόμασταν, καὶ ἔβλεπα ὅτι κάτι προσπαθοῦσε νὰ μοῦ πεῖ. 

«Ὁ ἀββὰς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος εἶπε πὼς γιὰ νὰ εἴμαστε τέλειοι ἐλεήμονες, διὰ τῆς ἐλεημοσύνης μας πρέπει νὰ νικήσουμε τὴν “δικαιοσύνη μας”! Συνήθως μπερδευόμαστε στὸ ποιὰ εἶναι ἡ ἀγάπη, καὶ ποιὰ εἶναι ἡ δικαιοσύνη. Στὴν οὐσία πρέπει ἡ ἀγάπη ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸν πλησίον, νὰ σκοτώσει τὴν “δικαιοσύνη μας”, ἐπειδὴ τὸ “δίκιο μας” εἶναι ἐχθρὸς τῆς ἀγάπης! Ἐξ ἄλλου αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ πνεῦμα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ λέει νὰ βοηθᾶμε τὸν φτωχό, νὰ ἐνδύουμε τὸν γυμνό, καὶ νὰ ἀγαπᾶμε τὸν πλησίον, νὰ μὴν τὸν ἀδικοῦμε… Ὅμως Εὔα, τὸ Εὐαγγέλιο στὴν Καινὴ Διαθήκη λέει ὅτι ἀληθινὰ ἐλεήμων, εἶναι αὐτὸς ποὺ μετὰ χαρᾶς ὑπομένει τὴν ἀδικία καὶ ΕΛΕΕΙ τοὺς ἀνθρώπους, δηλαδὴ ΤΟΥΣ ΣΥΓΧΩΡΕΙ ΑΔΙΑΚΡΙΤΩΣ! Αὐτὸ μᾶς δίδαξε ὁ Κύριος, ἀλλὰ καὶ ὁ Ἴδιος συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες μας, μᾶς περιθάλπει καὶ μᾶς ἐλεεῖ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΟ ΑΞΙΖΟΥΜΕ! Ἐμεῖς οἱ δύο ποὺ νοιώθουμε τὴν ἀγάπη καὶ τὸν πλοῦτο τοῦ Θεοῦ, ὡς παιδιὰ Του, ἄν δὲν σπλαχνιστοῦμε τὸν ἀναγκεμένο, νὰ τὸν συγχωρήσουμε, θὰ εἴμαστε ἀσυνεπεῖς μὲ τὸ βίωμά μας στὴν πίστη! Αὐτὸ σημαίνει πὼς μὲ τόσο πλοῦτο ποὺ θησαυρίζουμε, γευόμενες τὸ ἔλεος τοῦ Χριστοῦ, ἐλευθερωνόμαστε ἀπὸ ὅλη αὐτὴ τὴν αἰχμαλωσία στὴν ἐσωτερικὴ ταλαιπωρία τῶν λογισμῶν, τοῦ “μὲ ἀδίκησες καὶ σὲ ἀδίκησα”, ἤ “πῶς μοῦ φέρθηκες καὶ πῶς σοῦ φέρθηκα”… Ὁ π. Εὐψύχιος εἶπε ὅτι πρέπει πρῶτα νὰ ξεπεράσουμε τὸ μέτρο τῆς “λογικῆς μας” καὶ τῆς “δικαιοσύνης μας”, ὥστε νὰ μὴν προστατέψουμε ἕναν ἑαυτό μας ποὺ δὲν ἀντέχει νὰ ἀδικεῖται. Ἔχοντας τὸν Χριστὸ μέσα στὴν καρδιὰ εἶναι ἀδιάφορο νὰ ἀναλύσουμε ποιὸς ἔχει δίκιο καὶ ποιὸς ἄδικο, ἐπειδὴ ὅταν ἀγαπᾶμε τὸν ἄλλον δὲν μᾶς νοιάζει νὰ δικαιωθοῦμε, ἀλλὰ νὰ δώσουμε τὴν δυνατότητα νὰ ξαποστάσει ἡ ψυχή του! Γιὰ νὰ εἶναι καλὰ ὁ ἄλλος τὸν συγχωροῦμε, δηλαδὴ γινόμαστε… “ἄδικοι” μὲ τὸν ἑαυτό μας! Εἶναι συγκλονιστικὸ τὸ ὅτι ΑΠΟ ΤΗΝ… “ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΜΑΣ” ΔΕΝ ΣΩΖΟΜΑΣΤΕ!».

“Χριστέ μου!”, κραύγασε μὲ πόνο ἡ ψυχή μου. Ὁ Κύριος στὴν παραβολὴ μὲ τὸν ἄσπλαχνο δοῦλο σταμάτησε νὰ δείχνει ἔλεος, ὅταν ὁ δοῦλος Του ἔγινε πονηρός! Ὁ ἄσπλαχνος δοῦλος ἀγρίεψε στὸν συνδοῦλο του γιὰ μικρὸ ποσό, τὸν ἅρπαξε ἀπὸ τὸν λαιμό καὶ τὸν φυλάκισε, ὅταν τὸν ἴδιο, ὁ Κύριος τὸν σπλαχνίστηκε καὶ τοῦ χάρισε τὸ ποσὸ τῆς ἀκαταμέτρητης ὀφειλῆς! Ἐξ ἀρχῆς ὁ Κύριος ἔδειξε τὴν φιλανθρωπία Του καὶ τὴν πατρικὴ ἀνεκτικότητά του, ἀλλὰ ἀντὶ νὰ μαλακώσει ἡ καρδιὰ τοῦ κακοῦ δούλου, πέτρωσε, ΣΑΝ ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΠΟΥ ΓΕΜΙΣΕ ΜΝΗΣΙΚΑΚΙΑ! Ἡ ἀθλιότητα ποὺ ἔδειχνα, νὰ ἐνθουσιάζομαι ποὺ “ἐπικρατοῦσα” στὰ πνευματικὰ ἔναντι τῆς Μαρούσας, ἦταν μορφὴ κατάκρισης ὅτι δὲν ἦταν “τόσο καλὴ” ὅσο… ἐγώ! Μὲ τὴν μνησικακία μου τὴν κρατοῦσα “φυλακισμένη” μέσα στὴν καρδιά μου, ἐπειδὴ κατάντησα νὰ γίνω ὁ ὀρθολογιστὴς “ἐνάρετος” Φαρισαῖος, ποὺ ἀποδοκίμαζε τὸν συντετριμμένο Τελώνη ἐπειδὴ ὁ ἴδιος … ἦταν “δίκαιος”! Τελικὰ ἡ “δικαιοσύνη” εἶναι τὸ ὀχυρὸ τῶν κακομοίρηδων ἀνθρώπων, τῶν δυστυχισμένων! Ἡ πίστη στὴν “δικαιοσύνη μας” εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία ποὺ ἔχουμε, ἐπειδὴ νομίζουμε ὅτι οἱ δικαιολογίες μας εἶναι τὸ… “δίκιο μας”, ἤ… “δικαίωμά μας”! Ὅμως τὸ “δικαίωμα” δείχνει θυμὸ πρὸς τὸν Θεό, ὅτι “δὲν… ξέρει τὰ σωστά”(!), ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος τὰ παίρνει ἀπὸ μόνος του, σύμφωνα μὲ τὶς λαθραῖες ἱστορίες ἐγωισμοῦ ποὺ τοῦ λένε οἱ λογισμοί του. Οἱ μάταιες ἐπιθυμίες μου θύμωναν τὴν συγκίνηση τῆς συμπάθειας, καὶ ἀπὸ σκληρότητα καμάρωνα γιὰ τὴν ἀρετή μου, λὲς καὶ ἤμουν ἡ “κυρίαρχη” τοῦ ἑαυτοῦ μου… Κανεὶς δὲν μοῦ ἔφταιγε ποὺ δὲν ἤμουν καλά, ἀφοῦ κρυβόμουν καὶ δὲν μποροῦσα νὰ δεχτῶ ὅτι φταίω! «Ἀκριβή, μπορεῖ ὅταν μὲ προσέβαλε ἡ Μαροῦσα μπροστὰ σὲ ὅλους, νὰ σοῦ ἀπέδειξα ὅτι εἶχα “δίκιο”, ἀλλὰ τόσο χορτάτη ποὺ ἔνοιωθα μετὰ ἀπὸ τὴν “δικαιοσύνη μου”, σταμάτησε ἡ προσευχὴ νὰ μὲ γεμίζει… Τότε δὲν εἶδα ὅτι ἔχασα τὴν θερμὴ ἀγάπη γιὰ τὸν Κύριο, ἤ τὴν πληρότητα ποὺ ἔνοιωθα μέσα μου, τὴν χαρά… Ὅμως τὸ νὰ μὴν μποροῦμε νὰ ἐπικοινωνήσουμε μὲ τὸν ἄλλον, εἶναι ἔνδειξη ἐγωκεντρικότητας καὶ πτώσης». Τὸ “ξύπνημα” τοῦ νοὸς προχωροῦσε ὅλο καὶ βαθύτερα, ὁ ὁποῖος “γονυπετὴς” στέναζε ἀπὸ τὸν πόνο, ποὺ λύπησε τὸν Κύριο. «Εἶναι ἔνδειξη ἀπουσίας τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ, ὅπως τὸ εἶπες! Μόλις “αὐτονομηθοῦμε” καὶ ὑπερηφανευτοῦμε, ἤ γίνουμε κενόδοξοι, ἤ φίλαυτοι, στερούμαστε τὴν βοήθεια τοῦ Ἰησοῦ καὶ ΣΤΕΡΟΥΜΑΣΤΕ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ, μὲ τὴν ὁποία Ἐκεῖνος μᾶς φανερώνεται!». Ἠ ψυχή μου διαπεράστηκε ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ πνευματικοῦ μου: “Ὅταν οἱ λόγοι τοῦ Θεοῦ προφέρονται μόνο ὡς γυμνὰ λόγια, δὲν ἀκούγονται, γιατὶ δὲν ἔχουν ὡς ἦχο τὴν πράξη αὐτῶν ποὺ τοὺς λένε. Ἄν ὅμως λέγονται μὲ τὴν φωνὴ τῆς πράξης τῶν ἐντολῶν, τότε κάνουν τοὺς δαίμονες νὰ λιώνουν μὲ τὴν φωνὴ αὐτή, καὶ τοὺς ἀνθρώπους να οἰκοδομοῦν πρόθυμα τὸν θεῖο ναὸ τῆς καρδιᾶς, με τὴν προκοπὴ στὰ ἔργα τῆς δικαιοσύνης”. Συναισθανόμενη τὴν ὑποκρισία μου, ποὺ ὡς δυνατὴ δὲν βάσταξα τὰ ἀσθενήματα τῶν ἄλλων, θυμήθηκα ἄλλον ἐπίμαχο λόγο: «“Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι ἐάν μὴ περισσεύσῃ ἡ δικαιοσύνη ὑμῶν*…”. Ἄν ἡ ἀρετή σας δὲν ξεπεράσει κατὰ πολὺ τὴν ἐπιφανειακὴ καὶ τυπικὴ ἀρετὴ τῶν Γραμματέων καὶ Φαρισαίων, ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΣΕΛΘΕΤΕ ΣΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ! Πῶς ἦταν κρυμμένο ἀπὸ τὰ μάτια μου; Στὸν εὐαγγελικὸ λόγο δικαιοσύνη σημαίνει ΑΡΕΤΗ! Δικαιοσύνη εἶναι ἡ πληρότητα τῶν ἀρετῶν καὶ ἡ ἠθικὴ τελειότητα, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ σταθεῖ χωρὶς τὴν ΑΓΑΠΗ! Ἡ ἁμαρτία τοῦ ὑπερόπτη Φαιρισαίου τῆς παραβολῆς μὲ τὸν Τελώνη, ἦταν ἡ ψευδαίσθησή του πὼς ἡ ἀρετή του τὸν δικαίωνε. Γι’ αὐτὸ ὁ π. Εὐψύχιος μᾶς ἔλεγε πὼς ὅταν ἐκεῖνοι ποὺ ἀπέκτησαν τὴν πρακτικὴ ἕξη καὶ θεωρητικὴ γνώση, τὶς μεταχειρίζονται γιὰ δόξα ἀνθρώπινη, καὶ μὲ τὸ φέρσιμό τους ἰχνογραφοῦν ἐξωτερικὰ τὶς ἀρετές, καὶ λένε λόγια μόνο σοφίας καὶ γνώσης —χωρὶς νὰ ἔχουν ἔργα δικαιοσύνης— καὶ γιὰ τὴν φαινομενική ἀρετή τους δείχνουν ἀλαζονία ἀπέναντι τῶν ἄλλων, τότε εὔλογα παραδίνονται στὰ δεινὰ ποὺ τοὺς ἁρμόζουν, ΚΑΙ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ, τὴν ὁποία ἀγνόησαν ἀπὸ τὴν μάταιη οἴησή τους… Δηλαδὴ φιλενάδα ὅσο ὑπεραιρόμουν καὶ ἤθελα νὰ κρατηθῶ ἀπὸ τὴν δύναμή μου, τόσο χειροτέρευα τὰ πράγματα καὶ εἰσχωροῦσα στὴν…“τύφλωση” τοῦ νοός! Ὅμως τὸ Εὐαγγέλιο λέει ὅτι δὲν δικαιώνεται, δὲν σώζεται ὁ ἐνάρετος ἀλλὰ ὁ ΣΥΝΤΕΤΡΙΜΜΕΝΟΣ! Ὅταν πιστεύουμε στὴν “δικαιοσύνη μας” εἶναι εὐλογία Θεοῦ, ποὺ ἐπιτρέπει μετὰ νὰ πέφτουμε σὲ ἁμαρτίες· κάποτε ὁ πνευματικός μας εἶπε ὅτι πρέπει νὰ εὐγνωμονοῦμε τὸν Κύριο γιὰ τὶς δοκιμασίες ποὺ ἐπιτρέπει στὴν ζωή μας, καὶ ἐπειδὴ αὐτὲς ἀποδεικνύουν ὅτι εἴμαστε δικά Του παιδιά, καὶ ἐπειδὴ φροντίζει μὲ κάθε τρόπο νὰ μᾶς καθοδηγήσει στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν! Τώρα ποὺ τὸ σκέφτομαι, εἶχε πεῖ ἀκόμα πὼς χωρὶς τὴν παραχώρηση τοῦ Χριστοῦ, κανένας ἄνθρωπος στὸν κόσμο δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς βλάψει! Πᾶμε στὴν Μαροῦσα τὸ ἀπόγευμα. Μόνο ὅταν ἡ καρδιά μας εἶναι ἀνοιχτὴ στὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, μποροῦμε νὰ χαιρόμαστε μὲ αὐτοὺς ποὺ χαίρονται!».

«Μὲ αὐτὸ τὸ μωρό, ἔνοιωσα νὰ μιλάει ὁ Χριστὸς μέσα στὴν ψυχή μου!», εἶπε ἡ μαμὰ τῆς Μαρούσας, καὶ τὸ πρόσωπό της ἀκτινοβολοῦσε εὐτυχία. «Ἡ καινούργια καρδούλα ποὺ χτυπάει δίπλα στὴν δική μου, εἶναι δῶρο ἀπὸ τὰ χέρια Του! Τώρα πιὰ πιστεύω τὶς ξαδέρφες μου ποὺ ἔλεγαν ἀπὸ χρόνια, ὅτι ἡ μητρότητα εἶναι ὁ ἰδιαίτερος θησαυρὸς τῆς γυναίκας, ἀπὸ ὅπου πλάθεται ὁ κόσμος δικαιότερος! Μπορεῖ νὰ ἔκανα πολλὰ λάθη ἀπὸ ὅταν γέννησα τὴν Μαροῦσα, ἀλλὰ τώρα θὰ βάλω τὰ δυνατά μου νὰ τὰ κάνω ὅλα σωστὰ…». 

Τὸ πλατὺ χαμόγελό της ἔστελνε ἀντανάκλαση καὶ στὸ πρόσωπο τῆς Ἀκριβῆς, καὶ στὸ δικό μου, ἀλλὰ γυρνώντας νὰ κοιτάξω καὶ τὴν Μαροῦσα ἡ ἔκφρασή της μοῦ προκάλεσε ἀμηχανία. Σκεπτόμενη ὅτι ἕνα ἀπροσδιόριστο χρῶμα ἀβεβαιότητας ὠχρίαζε τὴν ὄψη της, ἤ ἴσως καὶ ἀνασφάλειας, σηκώθηκα καὶ ἀκολούθησα τὰ ἄλλα δύο κορίτσια, γιὰ νὰ πᾶμε στὸ δωμάτιο τῆς Μαρούσας. 

Μόλις καθίσαμε, πρώτη ἡ Ἀκριβὴ ἐνδιαφέρθηκε νὰ μάθει. «Μαροῦσα, ὑπάρχει κάτι ποὺ σὲ ἀνησυχεῖ; Τὸ πρωὶ στὸ σχολεῖο ἔλαμπες ἀπὸ χαρά! Δἑν ῥωτάω ἀπὸ περιέργεια, ἀλλὰ ἀπὸ ἐνδιαφέρον. Ἔγινε κάτι;».

Ἡ Μαροῦσα ἔνοιωθε ἄβολα, ἀλλὰ μᾶλλον εἶχε ἀνάγκη νὰ μιλήσει. «Ὅταν βγαίνω ἀπὸ τὸ σπίτι καὶ σκέφτομαι τὸ ἄγνωστο ἀδερφάκι μου, νοιώθω γι’ αὐτὸ πρωτόγνωρα συναισθήματα ἀγάπης! Ἀνυπομονῶ νὰ τὸ ἀγκαλιάσω! Φαντάζομαι τὸν ἑαυτό μου νὰ τὸ φροντίζει καὶ νὰ τοῦ μιλάει, καὶ γλυκαίνεται ὅλη ἡ ὕπαρξή μου! Ὑποθέτω κάτι τέτοιο ἐννοεῖ καὶ ἡ μαμά μου λέγοντας πὼς στὸ ἑξῆς θὰ εἶναι ἔντιμη μὲ τὸν ἑαυτό της, καὶ πὼς θὰ βάλει τὴν δουλειά της σὲ ἀπολύτως δεύτερη μοίρα. Θέλει νὰ ἀπολαύσει τὴν ἐγκυμοσύνη της, καὶ οἱ εἰλικρινεῖς σχέσεις μέσα στὴν οἰκογένεια θὰ εἶναι ἡ προτεραιότητά της, ἐπειδὴ σὲ αὐτὸ τὸν τομέα εἶχε ἀποτύχει ὥς τώρα. Ἡ μαμά μου συνήθως ἔλειπε ἀπὸ δίπλα μου, καὶ ὅταν τὴν ἔβλεπα ἦταν διαρκῶς κουρασμένη καὶ ἀγχωμένη. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, τώρα ἔχω ἀρχίσει νὰ μιλάω μαζί της! Αὐτὸ ποὺ συνειδητοποιῶ εἶναι ὅτι τώρα ποὺ σταμάτησε τὴν δουλειὰ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴν εἰκόνα της, καὶ ἀπαρνιέται ὅλα αὐτὰ ποὺ ὥς τώρα ἦταν κυριολεκτικὰ ἡ δύναμή της! Ὅμως αὐτὴ ἦταν ἡ “κοινὴ γλῶσσα” ποὺ μιλούσαμε! Θέλω νὰ ξαναρχίσουμε νὰ μιλᾶμε γιὰ καλλυντικὰ καὶ χτενίσματα, καὶ νὰ “ὀργώνουμε” τὰ μαγαζιά! Ἡ μαμά μου θέλει νὰ “θυσιαστεῖ”, ΕΓΩ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΘΕΛΩ! Οἱ θεῖες μου τῆς ἔλεγαν πάντα ὅτι ξόδευε περισσότερα ἀπὸ ὅσα ἔβγαζε, ἐπειδὴ δὲν γνώριζε τὶς οὐσιαστικὲς ἀνάγκες τῆς οἰκογένειας, καὶ ἡ μαμά μου λέει ὅτι καὶ ἐκεῖ θὰ κάνουμε νέα ἀρχή. Ὅμως ἐγὼ δὲν θέλω νὰ ψαλιδιστοῦν τὰ δικαιώματά μου! Δὲν θέλω νὰ ἀδικηθῶ, οὔτε νὰ χάσω τίποτα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ “χτίζουν τὴν προσωπικότητά μου”! Δὲν ξέρω πῶς νὰ τὸ χειριστῶ ὅλο αὐτό!». 

Σκύβοντας τὸ κεφάλι ἡ Μαροῦσα, κατεβάσαμε κι ἐμεῖς τὰ μάτια. Πόσο δύσκολη γίνεται ἡ ζωὴ ὅταν κάποιος φοβᾶται, ἐπειδὴ δὲν ἔμαθε νὰ χτίζει εἰλικρινεῖς σχέσεις… Γιὰ μιὰ ἀκόμα φορὰ ἀποδεικνύεται πὼς ὅταν ἡ ἀγάπη διαστρέφεται, καταλήγει σὲ δικαιολογία καὶ φόβο!

»Τελικὰ τὰ συναισθήματα εἶναι ἀνάμεικτα!», συνέχισε ἡ Μαροῦσα σὲ σταθερὸτερο τόνο. «Ἡ κοινωνία “μᾶς καμαρώνει” ὄταν βλέπει ὅτι θέλουμε νὰ εἴμαστε τὸ κέντρο τοῦ κόσμου, ἀλλὰ κι έγὼ κάποιες στιγμὲς παραδέχομαι ὅτι μέσα μου ἔχω ψευτίσει! Εἶμαι κομμένη σὲ δύο ἑαυτούς! Τὸ παράπονό μου εἶναι ὅτι δὲν ὑπάρχουν λέξεις γιὰ νὰ περιγράψω τὸν διχασμὸ ποὺ ζῶ, ἤ ἄν ὑπάρχουν ἐγὼ δὲν τὶς ξέρω, οὔτε ξέρω ποῦ θὰ τὶς βρῶ! Τὸ παράδοξο εἶναι πὼς ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΖΟΥΝ ΔΙΧΑΣΜΕΝΟΙ καὶ ἐνῶ ἀγαπᾶνε τὸ καλό, ζοῦν μὲ κακία! Εἶναι τρελό, ἀλλὰ πλέον τὸ “καλὸ” καὶ τὸ “κακὸ”… μοιάζουν τόσο πολύ! Τουλάχιστον, οἱ ἄνθρωποι τιμᾶνε τὸ κακὸ ἐξ ἴσου μὲ τὸ καλὸ! Θὰ ἤθελα νὰ προσφέρω ἀπὸ τὴν καρδιά μου κάτι ἐκλεκτὸ στὸ μωράκι ὅταν ἔρθει, ἀλλὰ νοιώθω ὅτι… δὲν ἔχω τίποτα! Θὰ ἤθελα νὰ συναντοῦσε ἕναν κόσμο καλοσύνης, ἀλλὰ μᾶλλον αὐτὸ εἶναι ἀνέφικτο, ἐπειδὴ “ἀπαντήσεις” γιὰ τὸ παράλογο δὲν ἔχει κανεὶς…». 

Ἡ Ἀκριβὴ τὴν ἀγκάλιασε μὲ ἕνα βλέμμα ποὺ τὴν ζέστανε, καὶ ἄρχισε νὰ τῆς ἐξηγεῖ: «Μαροῦσα, ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου στὴν γῆ εἶναι μπερδεμένη, καὶ ὁ προσανατολισμός του εἶναι ὁμιχλώδης. Ἐνῶ λαχταράει τὴν εὐτυχία, παραδέρνει μέσα στὴν ἀθλιότητα καὶ τὴν δυστυχία ἐπειδὴ δὲν εἰρηνεύει οὔτε μὲ τὸν ἑαυτό του, οὔτε μὲ τὸν συνάνθρωπο. Ἡ συνείδησή του εἶναι ταραγμένη καὶ διαρκῶς φοβᾶται τὸν θάνατο. Τὸν πνίγουν ἐχθρότητες καὶ μίση, καὶ ἐπειδὴ εἶναι διχασμένος καὶ δὲν ξέρει οὔτε τί θέλει, οὔτε τί ἐπιδιώκει, μαστίζεται ἀπὸ πάθη καὶ ἐπιθυμίες. Αὐτὰ συμβαίνουν ἐπειδὴ ζεῖ μὲ κακία, νομίζοντας ὅτι ἡ ἁμαρτία τὸν κάνει δυνατό, ἀλλὰ ἡ ἁμαρτία εἶναι πράγμα φοβερό! Εἶναι ὁλόκληρη ὀντολογικὴ ἀλλοίωση ποὺ τὸν ἀποτρέπει νὰ παραδεχτεῖ τὴν εὐθύνη ποὺ φέρει γιὰ τὶς ἁμαρτίες του! Ὅσο κάποιος αὐτοδικαιώνεται καὶ ἀρχίζει τὶς δικαιολογίες προκειμένου νὰ μὴν πεῖ τὸ “ἥμαρτον”, δὲν ἔχει συναίσθηση τῆς ἁμαρτίας, ἤ ὅτι ὀφείλει νὰ ἐπιστρέψει μὲ μετάνοια στὸν Θεό, τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς ποὺ ἐλευθερώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἀθλιότητα καὶ τὴν δυστυχία. Ἔτσι ἡ ἁμαρτία ντύνει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὴν πλάνη καὶ τὸ ψεῦδος καὶ τοῦ σκοτώνει τὴν ὕπαρξη, τὸν νεκρώνει πνευματικά! Δυνατὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀποφεύγει τὴν ἁμαρτία, ποτὲ αὐτὸς ποὺ τὴν κάνει. Τό κακὸ δὲν εἶναι δύναμη, εἶναι ἀδυναμία, ὅσο ὅμως δὲν ἀναγνωρίζει τὰ σφάλματά του, ζεῖ διχασμένος μέσα του…». Ἡ Ἀκριβὴ μᾶς κοίταξε καὶ τὶς δύο, ἀλλὰ ξαφνικὰ θυμήθηκε κάτι. «Δὲν τὸ πιστεύω, ξέχασα τὸ τηλέφωνο στὸ σπίτι! Οἱ γονεῖς μου λείπουν, καὶ θὰ ἔρθουν ἀργὰ τὸ βράδυ. Μπορεῖ νὰ ἀνησυχήσουν ἄν δὲν μὲ βρίσκουν. Πετάγομαι ὥς τὸ σπίτι νὰ τὸ πάρω, καὶ ἐπιστρέφω». 

Κοίταξα τὴν Μαροῦσα στὰ μάτια, χωρὶς νὰ κρύβω κάτι, καὶ τῆς χαμογέλασα. «Ξέρεις, Μαροῦσα, ὁ καθένας μας κουβαλάει στὴν πλάτη τὸν σταυρὸ ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός, γιὰ νὰ γίνουμε μιμητές Του καὶ νὰ πορευόμαστε πρὸς τὸν Γολγοθᾶ μας, ἄν θέλουμε νὰ ζοῦμε ἀπὸ τὼρα τὴν ἀνάσταση τῆς ψυχῆς μας. Ὀ πνευματικὸς σταυρὸς ποὺ κουβαλᾶμε —ὁ ὁποῖος ἔχει τὸ βάρος ποὺ ἀντέχουμε— κρύβει ὅλη τὴν δύναμη καὶ τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ! Ὁ σταυρὸς εἶναι τὸ περιεχόμενο τῆς ζωῆς μας! Ἡ αὐτοθυσία μας φέρνει τὴν ἀνδρεία στὴν στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδό, ποὺ εἶναι ἠθικὸς ἀγώνας γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς βασιλείας τῶν οῦρανῶν· δηλαδὴ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, ποὺ προϋποθέτει νὰ ἔχουμε τὴν ἄνωθεν εἰρήνη, δηλαδὴ τὴν Δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ! Μαροῦσα, ἡ ἐσωτερικὴ εἰρήνη εἶναι ὁ καρπὸς ὅλων τῶν ἀρετῶν, καὶ ὅλος ὁ καρπὸς τῆς σοφίας! Ἄν λείπουν ὅλα αὐτὰ ποὺ σοῦ εἶπα, ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ὅπως τὴν περιέγραψε ἡ Ἀκριβή, μπερδεμένη καὶ γεμάτη ἀθλιότητα»

«Ναὶ ἄλλὰ πῶς γίνεται σχεδὸν νὰ ἐξισώνεται τὸ “καλὸ” μὲ τὸ “κακό”; Χάλασε ὁ κόσμος; Δὲν βγάζω τὸν ἑαυτό μου ἀπ’ ἔξω, συμβαίνει καὶ σὲ ἐμενα νὰ μὴν μπορῶ νὰ τὰ ξεχωρίσω. Ἤ νὰ μὴν θέλω…».

«Ὁ ἅγιος Παΐσιος εἶχε πεῖ ὅτι μόνο ὅποιος ἔχει ὀρθὴ πίστη, ἔχει ἀληθινὴ ἀγάπη. Οἱ αἱρετικοὶ τῆς Δύσης ποὺ ἐνῶ ἰσχυρίζονταν πὼς εἶναι σοφοί, ἀποδείχτηκαν ἀνόητοι, ἀπατήθηκαν ἀπὸ τὶς μάταιες σκέψεις τους! Μὲ τὴν σκοτισμένη καρδιά τους διέβαλαν τὴν ἄδολη ἀγάπη σὲ συμφεροντολογικὸ συναισθηματισμό, γιὰ τοῦ ὁποίου τὶς πράξεις αὐταπατῶνται ὅτι δὲν θὰ κριθοῦν ποτὲ… Αὐτὸ τὸ ἔκαναν γιὰ νὰ ὑποβιβάσουν τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος ἦρθε στὴν γῆ γιὰ νὰ μᾶς γλυτώσει ἀπὸ τὴν κατάρα τοῦ νόμου, μὲ τὴν οὐράνια διδασκαλία Του πὼς Η ΑΓΑΠΗ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ! Οἱ προτεστάντες καὶ οἱ παπικοὶ προσεύχονται στὸν αὐτοθεοποιημένο ἑαυτό τους(!) σὰν τὸν ἀλαζόνα Φαρισαῖο τῆς παραβολῆς, ποὺ στὴν καταχθόνια “ἀρετή του” δὲν χωροῦσε ἡ ἔννοια τῆς συγχωρητικότητας, ἤ τῆς ἐπιείκειας πρὸς τὸν γονατιστὸ Τελώνη! Ὀ πρῶτος ποὺ δαιμονίζεται μὲ τὴν συγχωρητικότητα εἶναι ὁ διάβολος, ποὺ μάχεται κατὰ τοῦ Χριστοῦ, καὶ βάζει καὶ τοὺς ἀνθρώπους- παιδιά του νὰ τοῦ μοιάσουν στὸ ψεῦδος καὶ τὸν φθόνο πρὸς τοὺς ἄλλους. Ὀ ψυχοκτόνος πλάνησε τὴν Δύση, ὥστε νὰ “καταπίνει” ὅσους ἀνακηρύσσουν τὸν ἑαυτό τους ὡς “θεό”· ποὺ πιστεύοντας ὅτι εἶναι ἐντάξει, μὲ τὴν “δικαιοσύνη τους” ὄχι μόνο ἀδυνατοῦν νὰ συγχωρήσουν, ἀλλὰ διαρρηγνύουν τὴν ἑνότητα καὶ φέρνουν τὴν διάσπαση!».

«Μὰ ἄν ὑπῆρχαν κάποιοι ποὺ παριστάνουν τὸν “θεό”, κανονικὰ δὲν θὰ βοηθοῦσαν τοὺς γύρω τους, ἀντὶ νὰ τοὺς βασανίζουν; Ἐγὼ ξέρω ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι καλὸς… Τώρα ποὺ τὸ προσέχω ὅμως, δὲν φαίνεται καὶ “τόσο καλὸς” ὅταν ἡ κοινωνία τυραννάει τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν “ἀπάνθρωπη δικαιοσύνη” ποὺ ἔχει! Ὅλοι βλέπουμε τοὺς νόμους τῶν λύκων ποὺ φυλᾶνε τὰ πρόβατα, νὰ ἐπιδεινώνουν τὴν ἐξαθλίωση τοῦ λαοῦ· νὰ διαμελίζουν τὰ ἔμβρυα μέσα στὶς κοιλιὲς τῶν γυναικῶν· νὰ κατοχυρώνουν ἀργὰ ἀλλὰ σταθερὰ τὸ “δικαίωμα” στὸ ἔγκλημα κατὰ τῶν ἄλλων καὶ τὴν εὐθανασία· νὰ “συγκινοῦνται” μὲ τὴν πορνεία καὶ τὴν μοιχεία· νὰ συγχαίρουν τοὺς ἀνώμαλους γιὰ τὸ “πολιτισμένο” ὕψος τῆς διαστροφῆς τους… Ὅλα αὐτὰ μᾶς διχάζουν ἐπίτηδες, γιὰ νὰ νικήσει τὸ κακό, τὸ καλὸ μέσα μας καὶ νὰ γίνουμε σὰν τὰ μοῦτρα τους!

«Ἡ αἰτία ποὺ ὁ ἐσωτερικὸς διχασμός μας εἶναι ἐκτὸς ἐλέγχου, εἶναι ἐπειδὴ δὲν ἔχουμε ἰδέα πόσο ἐξαιρετικὰ βαθιὲς εἶναι οἱ ῥίζες του. Ἄς τὰ πάρουμε ἀπὸ τὴν ἀρχή. Ὁ Χριστὸς δὲν δημιούργησε τὸ κακό, δὲν ἔχει ὑπόσταση δηλαδή, ἀλλὰ ὅπως εἶπε ὁ Μέγας Βασίλειος, τὸ κακὸ εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἔλλειψης τοῦ καλοῦ. Τὰ παλιὰ χρόνια μὴ γνωρίζοντας τὸν Χριστὸ ὁρισμένοι εἰδωλολάτρες, πλανήθηκαν ἀπὸ τὸν ὀρθὸ δρόμο καὶ θεώρησαν ὅτι τὸ κακό ἔχει ὑπόσταση καὶ αὐθυπαρξία, δηλαδὴ ὅτι δημιουργήθηκε “ἀπὸ μόνο του”. Τὸ σφάλμα τους ἦταν διπλό: ἀπὸ τὴν μία καθαιροῦν τὸν Δημιουργὸ ἀπὸ τὸ ἀξίωμα νὰ εἶναι ὁ ποιητὴς τῶν ὄντων, διότι ἄν σύμφωνα μὲ τὴν γνώμη τους, τὸ κακὸ ὑπάρχει ἀπὸ μόνο του καὶ ἔχει ὑπόσταση, τότε ὁ Κύριος δὲν θὰ ἦταν ποιητὴς τῶν ὄντων· ἄν ἀπὸ τὴν ἄλλη θεωροῦν τὸν Κύριο ποιητὴ τῶν ὄντων, κατ’ ἀνάγκη πρέπει νὰ δεχτοῦν ὅτι εἶναι καὶ… δημιουργὸς τοῦ κακοῦ, ἀφοῦ γι’ αὐτοὺς καὶ τὸ κακὸ ἔχει ὑπόσταση, καὶ ἀνήκει στὰ ὄντα. Κάτι τέτοιο ὅμως εἶναι καὶ παράλογο καὶ ἀδύνατον, ἐπειδὴ τὸ κακὸ δὲν προέρχεται ἀπὸ τὸ καλό, οὔτε ὑπάρχει μέσα στὸ καλό, οὔτε ὑπάρχει μέσῳ τοῦ καλοῦ, ἀφοῦ ἄν τὸ καλὸ ἦταν νοθευμένο, θὰ ἔπαυε νὰ εἶναι καλὸ καὶ θὰ γινόταν αἰτία τοῦ κακοῦ! Στὴν συνέχεια καὶ οἱ αἱρετικοὶ ξέφυγαν ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, καὶ πλανήθηκαν στὴν πίστη λέγοντας καὶ αὐτοὶ ὡς παράφρονες, ὅτι τὸ κακὸ ἔχει ὑπόσταση! Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ Πατέρα τοῦ Χριστοῦ, κατασκεύασαν γιὰ τὸν ἑαυτό τους ἕναν ἄλλο “θεό”, κι αὐτὸν… “ἀδημιούργητο” καὶ “δημιουργὸ” τοῦ κακοῦ καὶ ἀργηγὸ κάθε κακίας! Μάλιστα τὸν… ταυτίζουν μὲ τὸν Δημιουργὸ τοῦ κόσμου!». 

«Εὔα, μιλᾶς σοβαρά; Οἱ αἱρετικοὶ ἔφτιαξαν δικό τους “θεὸ” γιὰ τὴν κακία, καὶ μέσα στὴν καρδιά τους ἔχουν δύο ἀλληλοαναιρούμενες πίστεις ταυτόχρονα; Πῶς γίνεται τὴν ἴδια στιγμὴ νὰ πιστεύουν καὶ στὸ καλό, ἀλλὰ καὶ στὸ κακό; Δηλαδὴ ὅλη αὐτὴ ἡ ἀγριότητα καὶ οἱ βανδαλισμοὶ ποὺ βλέπουμε στὶς ταινίες καὶ τὴν πόλη μας, εἶναι ἀπὸ τὴν… “ἀφοσίωση” στὸν “θεὸ” τῆς κακίας τους; Καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ “σκοτώνονται” μεταξύ τους στὰ διαλείμματα καὶ οἱ συμμορίες στοὺς δρόμους, νομίζοντας ὅτι ἡ ἁμαρτία τὰ κάνει δυνατά, κάνουν ὅ,τι τοὺς λέει αὐτὸς ὁ ψευτοθεός; Δηλαδὴ ὅσοι λένε ὅτι δὲν πιστεύουν στὸν Θεό, στὴν πραγματικότητα κάνουν ὅτι δὲν βλέπουν ὅτι λατρεύουν τὸν ἀρχηγὸ κάθε κακίας, δηλαδὴ τὸν διάβολο; Προφανῶς καὶ αὐτοὶ ποὺ φτιάχνουν τοὺς ἀπάνθρωπους νόμους εἶναι “πιστὰ” παιδιὰ τοῦ ψυχοκτόνου, ὅπως εἶπες, γιὰ νὰ τοῦ κάνουν “δῶρο” ΟΛΗ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ καὶ ὁ κόσμος τῆς καλοσύνης νὰ φαίνεται ἀνέφικτος! Πῶς νὰ μὴν εἶναι ταραγμένη ἡ συνείδηση τῶν ἀνθρώπων τότε, καὶ νὰ μὴν τοὺς πνίγουν οἱ εχθρότητες καὶ τὰ μίση, ἀφοῦ ὅπως φαίνεται ἀκριβῶς ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ… ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ… ΑΘΛΙΟΥ “ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΜΑΣ”;». Ἡ Μαροῦσα στάθηκε γιὰ λίγο καὶ μὲ κοιτοῦσε ἔκθαμβη, ἀπό τὶς σκέψεις ποὺ τῆς ἀποκαλύπτονταν! «Πῶς τὰ ξέρεις ὅλα αὐτά; Ἐμένα μοῦ εἶναι τόσο “ξένα”, ἀλλὰ μαζὶ καὶ τόσο “δικά μου”, ποὺ σχεδὸν “μὲ λυπᾶμαι” ποὺ δὲν τὰ ἤξερα πρίν! Ποῦ μπορῶ νὰ βρίσκω καὶ ἐγὼ νὰ διαβάζω τόσο σημαντικὰ πράγματα γιὰ τὴν ζωή μου;».

«Αὐτὰ ποὺ συζητᾶμε τώρα τὰ μελέτησα στὸν λόγο τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου, μὲ τίτλο “Κατὰ τῶν εἰδώλων”. Μπορεῖς νὰ τὸν βρεῖς εὔκολα στὸ διαδίκτυο, μεταφρασμένο, ἀλλὰ καὶ τόσους ἄλλους, ζωτικῆς σημασίας! Ἡ διδασκαλία τῶν θεοφόρων Πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἡ αἰώνια πνευματικὴ κληρονομιά μας ὡς λαοῦ· καλὰ τὸ εἶπες ὅτι ΕΙΝΑΙ “ΔΙΚΑ ΣΟΥ”! Γράφτηκαν στὴν γλῶσσα σου γιὰ νὰ μπορεῖς νὰ τὰ “τρυγᾶς”, ἐκτοπίζοντας έτσι τὸν ἐσωτερικὸ διχασμὸ μεταξὺ καλοῦ καὶ κακοῦ. Ἔτσι δὲν θὰ θεωρεῖς ὡς “γλῶσσα σου” ὅ,τι σχετίζεται μὲ καλλυντικὰ καὶ ἀγορὲς στὸν… ἄθλιο “πολιτισμό μας” —ἄν μοῦ ἐπιτρέπεις νὰ πῶ τὴν γνώμη μου».

Τὸ βλέμμα τῆς Μαρούσας περιπλανήθηκε στὸν χῶρο, σὰν νὰ αἰφνιδιάστηκε. Σκέφτηκε λίγο, μᾶλλον παραδέχτηκε κάτι καὶ εἶπε μὲ εἰλικρίνεια: «Ὅταν ἤρθατε ἤμουν θυμωμένη μὲ τὴν μαμά μου, ἀλλὰ τῆς τὸ ἔκρυβα ἐπειδὴ ἤθελα νὰ τὴν δικάζω μέσα μου πάλι καὶ πάλι, καὶ νὰ τὴν βγάζω ἔνοχη. Ξέροντας ὅμως τώρα ὅτι τὸ πρόβλημά μου εἶναι οἱ βαθιὲς ῥίζες τῆς κακίας μέσα μου, καὶ ὅτι ἡ ἀγάπη ποὺ “ἔχτιζε τὴν προσωπικότητά μου” μὲ ψεύτιζε ἐπειδὴ ἦταν συμφεροντολογικὸς συναισθηματισμός, δηλαδὴ ἀγάπη ποὺ διαστρέφεται καὶ καταλήγει σὲ δικαιολογία —γιὰ νὰ μὴν πῶ τὸ “ἥμαρτον”—καὶ φόβο, θέλω νὰ μὲ βοηθήσεις μὲ αὐτὰ ποὺ διαβάζεις, νὰ ἐλευθερωθῶ κι ἐγὼ ἀπὸ τὴν ἀθλιότητα καὶ τὴν δυστυχία! Ξέρεις, ἡ δυσκολία μου ἦταν ὅτι δὲν εἶχα νοιώσει αὐτὸ ποὺ μοῦ περιέγραφε ἡ μαμά μου γιὰ τὴν μετάνοια καὶ τὴν ἐξομολόγηση, ποὺ καθάρισε τὴν καρδιά της ἀπὸ τὴν κακία καὶ ἡ ζωή της φωτίστηκε! Ἴσως δὲν εἶχα συνειδητοποιήσει ὅτι οὔτε ἡ μαμά μου μποροῦσε νὰ φανταστεῖ πρὶν ὅτι ὑπῆρχε ὁ κόσμος τῆς καλοσύνης, γιὰ νὰ θυσιαστεὶ καὶ νὰ μοῦ τὸν προσφέρει… Αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος ποὺ ἤμουν ἀπρόθυμη νὰ ξεχωρίσω τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακὸ ποὺ ὑπάρχει μέσα μου. Τώρα ὅμως στὴν ψυχή μου νοιώθω μετάνοια γιὰ τὰ λάθη μου, γιὰ τὰ ὁποῖα δὲν αὐταπατῶμαι ἅλλο πὼς δὲν θὰ κριθῶ… Εὔα, θέλω νὰ σοῦ ζητήσω συγγνώμη γιὰ τὸτε, ποὺ “δικαιολόγησα” τὴν κακία καὶ σὲ προσέβαλα σὰν νὰ ἤμουν ὁ ἀλαζόνας Φαρισαῖος. Ὅταν ἄκουσα ἀπὸ τὴν μαμά μου ὅτι σεμνὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ σέβεται τὸν ἑαυτό της, ὄχι αὐτὴ ποὺ ἔχει παλιὲς ἰδέες, καὶ σίγουρα ὁ σεβασμὸς δὲν εἶναι “παλιὰ ἰδέα”, ἔνοιωσα ὅτι διέρρηξα τὴν ἑνότητα μαζί σου, καὶ ἡ συνείδησή μου μετὰ δὲν σήκωνε ἀστεῖα… Εἶμαι πολὺ χαρούμενη μὲ ὅσα εἴπαμε! Τώρα ξέρω τοὺς λόγους ποὺ θέλω νὰ αὐτοθυσιαστῶ, ὥστε νὰ ἔχω τὴν ἀνδρεία νὰ προσφέρω ἀπὸ τὴν καρδιά μου κάτι ἐκλεκτὸ στὸ μωράκι ὅταν ἔρθει. Προκειμένου νὰ καταργήσω ἀπὸ τὴν πλευρά μου τὴν κατάρα τοῦ ἁμαρτωλοῦ νόμου τῆς κοινωνίας ποὺ μᾶς τυραννάει, θὰ ἀγωνιστῶ γιὰ ἕναν κόσμο καλοσύνης, ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΟΥ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΟ “ΔΙΚΑΙΟ”, ποὺ στὴν περίπτωσή μας εἶναι ὁ “ΑΝΟΜΟΣ ΝΟΜΟΣ” τῆς κοινωνίας μὲ τὴν βαθιὰ ῥιζωμένη κακία! Θὰ ἤθελα μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά μου νὰ γνωρίσω κι ἐγὼ τὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη, τὸν καρπὸ ὅλων τῶν ἀρετῶν, καὶ ὅλο τὸν καρπὸ τῆς σοφίας, ἐπειδὴ λαχταράω κι ἐγὼ νὰ ζήσω ἀπὸ τὼρα τὴν ἀνάσταση τῆς ψυχῆς μου!

Εὐλογητὸς εἶ Κύριε, δίδαξόν με τὰ δικαιώματά Σου.

Προσκυνοῦμεν Πατέρα, καὶ τὸν Τούτου Υἱὸν τε,

καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα·

τὴν Ἁγίαν Τριάδα, ἐν μιᾷ τῇ οὐσία,

σὺν τοῖς Σεραφείμ, κράζοντες το·

Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ, Κύριε.

— Μὲ αὐτὸ τὸ χρῶμα εἶναι λόγια τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητῆ.
* Ματθ. 5,20

Τὸ ῥωμαίικο φιλότιμο εἶναι ἡ ἐπουράνια “ἀγαπητικὴ τιμὴ” ποὺ τρέφει
 τὴν εὐλαβὴ ψυχή, καὶ ΦΩΤΙΖΕΙ ΤΗΝ ΘΕΛΗΣΗ ΤΗΣ!

Τὸ βιβλίο μου εἶναι ἕτοιμο νὰ φτάσει

στὴν ἠλεκτρονικὴ διεύθυνσή σου!

Διαβάζοντάς το, ξεκινᾶς ἕνα ταξίδι ἀπὸ δρόμο ποὺ εἶχε κλείσει ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια στὸν τόπο μας! 

Θυμήσου τὰ λόγια μου…

Ὅποιος σιωπᾶ,

δείχνει ὅτι συναινεῖ!

Λίγα λόγια γιἀ ἐμένα,

μπορεῖς νὰ βρεῖς ἐδῶ.

Μοιραστεῖτε τὸ ἄρθρο μὲ τοὺς φίλους σας

Βασιλική Κουφή

Μπορεῖ τὸ ΠΑΡΑΛΟΓΟ νὰ δίνει τὴν ἐντύπωση ὅτι ἐπικρατεῖ, ἰσως ἀκόμα καὶ ὅτι παραγκωνίζει τὴν λογική, ἀλλὰ τὰ πράγματα δὲν εἶναι καθόλου ἔτσι! Πρόκειται μόνο γιὰ ὉΜΙΧΛΗ, ποὺ ἡ ὑποτιθέμενη δύναμή της εἶναι ὅτι σὲ ἐμποδίζει νὰ δεῖς τί κρατάει κρυμμένο...Ἄν ἑστιάσεις πάνω της χάνει κάθε φορὰ τὸ πλεονέκτημά της, ποὺ εἶναι ὁ ἀφανής αἰφνιδιασμός! Ἀφοῦ τὸ πλεονέκτημα τοῦ παραλόγου εἶναι ὁ αἰφνιδιασμός, τότε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θὰ προετοιμαστοῦμε! Θὰ συγκρίνουμε τοὺς καρποὺς τοῦ παραλόγου μὲ τὴν ποιότητα ζωῆς ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός, καὶ δὲν θὰ ἀφεθοῦμε στὴν... προκατασκευασμένη "τύχη μας"! Λέγομαι Βασιλικὴ Κουφῆ καὶ ἐδῶ μπορεῖτε νὰ διαβάσετε ἄρθρα ποὺ επιδιώκουν νὰ «ἀπονευρώσουν» ΤΟ ΠΑΡΑΛΟΓΟ!