Ἔχουμε φτάσει στὴν ἄνοιξη καὶ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς σχολικῆς χρονιᾶς, ἀκόμα ὁ συγκεκριμένος καθηγητὴς φαντάζει στὰ μάτια μου ἕνα αἴνιγμα. Χθὲς στὴν ἡμερήσια ἐκδρομὴ ποὺ συζητούσαμε ὅλοι μαζί, μία μεγάλη παρέα ἡ γ΄ γυμνασίου, μᾶς ἔλεγε γιὰ τὸν ἀγαπημένο φανταστικὸ “ὑπερήρωα” τῶν παιδικῶν χρόνων του —ποὺ μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια, τώρα ξαναβρίσκεται στὰ χέρια τῶν μικρῶν παιδιῶν· ἕνα πράσινο ἐξαγριωμένο γιγαντόσωμο τέρας, ποὺ ὅσο περισσότερο θυμώνει, τόσο περισσότερο δυνατὸ γίνεται, καὶ στὸ πέρασμά του ἀφήνει μόνο καταστροφές! Αὐτὰ ὅλα τὰ παρουσίαζε σὰν νὰ ἐπρόκειτο γιὰ “προτερήματα” τοῦ τέρατος, μαζὶ μὲ τὴν διανόηση “σὲ ἐπίπεδο μεγαλοφυΐας(!)” ποὺ διέθετε, καὶ τὰ ἀγόρια συμφωνοῦσαν μαζί του ὅτι μὲ αὐτὰ θὰ ἔχουμε τὸν… ἔλεγχο τῆς ζωῆς μας! Ἐγὼ σὰν κορίτσι δὲν μπόρεσα νὰ καταλάβω πῶς ἕνα τέτοιο “τέρας” μπορεῖ νὰ συμβάλλει στὴν ψυχοκοινωνικὴ ἀνθεκτικότητά μας, ὅπως τόνιζε ὁ καθηγητής μας, ἤ ὅτι μποροῦσε νὰ προσφέρει ἐνδυνάμωση ὄχι μόνο στὰ ἀγόρια, ἀλλὰ καὶ στὰ κορίτσια. Ὅπως μᾶς ἀνέλυσε, ὁ συγκεκριμένος θηριώδης χαρακτήρας νομιμοποιεῖ τὰ… ἀρνητικὰ συναισθήματα ὅπως εἶναι ὁ θυμὸς καὶ ἡ ὀργή! ΠΡΕΠΕΙ, ἔλεγε, νὰ ἐξοργιζόμαστε ὅταν βλέπουμε τὴν ἀδικία καὶ τὴν κακοποίηση! Εἶναι ΠΡΩΤΕΥΟΝ σὲ ὅλες τὶς βαθμίδες τῆς ἐκπαίδευσης, ἐπέμενε, τὸ ντροπαλὸ παιδὶ νὰ διδάσκεται πὼς μόλις δεχτεῖ ἔστω καὶ μία ἀγκωνιὰ ἀπὸ κάποιο ἄλλο, νὰ μὴν παραμένει δειλὸ καὶ ἄφωνο ἀλλὰ νὰ ἄρχίζει νὰ ξεφωνίζει, ἤ ἀκόμα καὶ νὰ μουγκρίζει(!) ὅπως τὸ πράσινο τέρας, ποὺ ὅσο περισσότερο θυμώνει, τόσο δυνατὸτερο γίνεται… Τὶς προάλλες εἶδα κι ἐγὼ τὴν ξένη ταινία ποὺ παρακολουθοῦσαν οἱ γονεῖς μου, μὲ κάποιον ποὺ μόλις μία συνάδελφός του ἔθιξε τὸ προσωπικὸ συμφέρον του, ὁ φιλόξοξος ἐγωισμός του προσβλήθηκε ἐπειδὴ οἱ μεγάλες προσδοκίες του ἀπορρίφθηκαν ἀπὸ ἐκείνη. Ἡ διάθεση ἔντονης πικρίας καὶ ἀνυπομονησίας ποὺ τὸν κατέκλυσε, γρήγορα ἐξελίχθηκε σὲ φορτισμένη ἐκδήλωση θυμοῦ, μὲ ἐκφράσεις καὶ κινήσεις βαθιᾶς δυσαρέσκειας· λίγο ἀργότερα τὰ προσβλητικὰ λόγια καὶ οἱ βίαιες χειρονομίες του φανέρωναν τὴν ὀργή ποὺ τὸν μαστίγωνε, ἡ ὁποία κορυφώθηκε σὲ ἀσυγκράτητο μίσος, ἀλλὰ καὶ μανία ἀφοῦ ὅπως ἔπαψε νὰ εἶναι κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀδυνατοῦσε νὰ ἐλέγχει τὶς ἀντιδράσεις του. Ξεσποῦσε σὲ ἀσυνάρτητα λόγια καὶ ἄτακτες κινήσεις σὰν νὰ ἦταν τρελός, καὶ στὸ τέλος ἡ ἐκδίκηση κατέληξε στὸν φόνο! Ὅταν κατέπαυσε ἡ παραφορὰ τοῦ θυμοῦ του, τὸν εἴδαμε νὰ συνεχίζει τὴν ζωή του σὰν νὰ μὴν συνέβη τίποτα, γεγονὸς παράδοξο μετὰ ἀπὸ ἕνα ἔγκλημα! Στὴν πραγματικότητα ὁ πρωταγωνιστὴς “νομιμοποίησε” τὸν θυμό του, ὅπως καὶ ὁ θηριώδης χαρακτήρας ποὺ “μεγάλωσε” τὸν καθηγητή μου, χαρακτηρίζοντας αὐτὸ ποὺ ἔθιξε τὸν ἐγωισμό του, ὡς “ἀδικία”. Τώρα ποὺ κάθομαι στὴν ἠρεμία τῆς βεράντας μου, καὶ ἀπολαμβάνω τὰ ἀπογευματινὰ χρώματα τῆς δύσης, ὀφειλω νὰ παραδεχτῶ ὅτι χθὲς ἔκανα κι ἐγὼ στὴν ἐκδρομὴ τὸ ἴδιο πράγμα· μόλις ἡ μία ἀπὸ τὶς κολλητές μου μὲ ἔκανε νὰ νοιώθω ἄθλια γιὰ τὸν ἑαυτό μου, μὲ τὴν γκρίνια καὶ τὴν μουρμούρα της ποὺ δὲν τὴν ἐνημέρωνα ποῦ βρισκόμουν, γιὰ νὰ εἴμαστε διαρκῶς μαζί, ἔνοιωσα τὴν καρδιά μου νὰ φλογίζεται καὶ τὴν κατέκρινα στὴν ἄλλη κολλητή μου, ὅτι ἦταν κακὴ φίλη, ἐπειδὴ μὲ ἔκανε νὰ νοιώθω ἀνεπαρκής! Καὶ μὲ τὴν ἀδερφή μου τσακωνόμαστε συνέχεια. Εἶναι δύο χρόνια μεγαλύτερή μου καὶ δὲν χάνει εὐκαιρία νὰ μὲ συμβουλεύει γιὰ τὰ πάντα, ΑΛΛΑ ΕΓΩ ΔΕΝ ΘΕΛΩ! Πρῶτον ἐπειδὴ τὴν βλέπω κι ἐκείνη νὰ χειρίζεται λάθος ἕνα σωρὸ καταστάσεις μὲ τοὺς γονεῖς μας καὶ τὶς φίλες της, καὶ δεύτερον μὲ τὴν ἀντίδρασή μου ἀντιστέκομαι στὸ ἄχαρο περιθώριο ποὺ νοιώθω ὅτι μπαίνω, κάθε φορὰ ποὺ παραδέχομαι ὅτι ἐκείνη ἔχει δίκιο! Δὲν μοῦ χρειάζεται ἄλλο περιθώριο, φτάνει ποὺ ἀπὸ μόνη μου νοιώθω νωθρή, ἄβουλη, αποχαυνωμένη, ἀνίκανη νὰ κάνω κάτι γενναῖο στην ζωή μου… Τὸ ξέρω ὅτι εἶμαι θυμώδης. Ἴσως τὸ ὅτι ἐξάπτομαι μὲ τὸ παραμικρό, ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν κατάσταση θανάτου ποὺ κουράζει τὴν ψυχή μου, ὡστόσο δὲν ἔχω ἀνακαλύψει κάποιον τρόπο γιὰ νὰ ξεφύγω…
«Γιαγιὰ θὰ μὲ πᾶς στὴν πλατεία; Σὲ παρακαλῶ! Θέλω νὰ κάνω πατίνι! Θὰ κρατιέμαι καλὰ ἀπὸ τὸ τιμόνι καὶ θὰ πηγαίνω σιγά! Μπορεῖς;».
«Ματάκια μου ἡ πλατεία εἶναι μεγάλη, καὶ ἐμένα μὲ πονάει τὸ γόνατό μου! Μπορῶ νὰ περπατήσω ὡς ἐκεῖ, ἀλλὰ μετά; Ποιός θὰ τρέχει πίσω σου, μὲ τόσο κόσμο ποὺ ἔχει;».
«Ναὶ ἀλλὰ ἀκοῦμε τὰ ἄλλα παιδιὰ ποὺ παίζουν καὶ γελᾶνε, καὶ ἐγὼ στενοχωριέμαι ποὺ θὰ μείνουμε στὴν βεράντα μέχρι τὸ βράδυ!».
Ὅταν ἤμουν μικρὴ μοῦ στοίχιζε κι ἐμένα ἄν δὲν πήγαινα στὴν παιδικὴ χαρά, καὶ ἀκόμα περισσότερο ποὺ ἄκουγα τὰ ἄλλα παιδιὰ νὰ χαίρονται. Κάθε φορὰ ποὺ δὲν τὰ βρίσκαμε μεταξύ μας μὲ τὴν ἀδερφή μου, γιὰ τιμωρία καθόμασταν στὸ σπίτι! Πίσω ἀπὸ τὸ διαχωριστικὸ βρίσκεται ἡ βεράντα τῆς κυρίας Ἀσημούλας, ποὺ τὰ ἀπογεύματα ἔχει μαζί της καὶ τὴν πεντάχρονη ἐγγονή της, τὴν Ἀσημίνα. Χθὲς ποὺ γύρισα ἀπὸ τὴν ἐκδρομὴ καὶ ἔκατσα στὴν βεράντα, ὅπως τώρα, ἄκουσα τὴν κυρία Ἀσημούλα νὰ λέει στὸ παιδί, ὅτι ὁ καλὸς ἄνθρωπος παίρνει πάνω του ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ γιὰ ὅ,τι ἄσχημο τοῦ συμβαίνει, ἐνῶ ὁ κακὸς ῥίχνει τὸ φταίξιμο σὲ κάποιον ἄλλο, ἐπειδὴ ἐξ ἀρχῆς ψάχνει ἀφορμὴ γιὰ νὰ τσακωθεῖ μαζί του —ἦταν ἡ καλύτερη ἀπάντηση στὰ ἀκατανόητα ποὺ ἔλεγε ὁ καθηγητής μου. Σήμερα, λίγο νωρίτερα, ἄκουσα νὰ τῆς λέει πὼς ὅταν δὲν σεβόμαστε τὸν ἑαυτό μας, μονίμως τὸν κοροϊδεύουμε! Τὴν θαύμαζα τὴν κυρία Ἀσημούλα γιὰ τὶς συμβουλὲς ποὺ ἔδινε στὴν ἐγγονή της, τὴν ὁποία θεωροῦσα τυχερή! Τὸ παράπονο στὴν φωνούλα τοῦ παιδιοῦ μοῦ ῥάγισε τὴν καρδιά, ὁπότε τὸ ἀποφάσισα! Μπῆκα μέσα στὸ σπίτι, καὶ κάλεσα στὸ τηλέφωνο τὴν κυρία Ἀσημούλα. «Εἶμαι ἡ Διαλεκτή, κυρία Ἀσημούλα. Εἶστε καλά; Θὰ πάω στὴν πλατεία, καὶ πῆρα νὰ σᾶς ῥωτήσω ἄν θέλετε νὰ κατέβετε μὲ τὸ παιδί, νὰ πᾶμε παρέα. Θὰ μπορῶ καὶ νὰ τὴν προσέχω στὶς τσουλῆθρες, ἄν θέλετε!». Μὲ εὐχαρίστησε, μὲ φωνὴ ποὺ ἔδειχνε ἀνακούφιση καὶ κλείνοντας, ἄκουσα ἀπ’ ἔξω τοὺς πανηγυρισμοὺς τῆς Ἀσημίνας.

Κουρασμένο —μετὰ ἀπὸ τόση ὥρα— ἀλλὰ εὐχαριστημένο τὸ παιδί, καθόταν δίπλα μου μὲ τὸ νερό του στὸ χέρι, παρατηρώντας ὅσους εἶχαν μείνει στὴν παιδικὴ χαρά. Ἡ Ἀσημίνα εἶχε τὴν ἴδια λεπτὴ καὶ εὐγενικὴ φύση μὲ τὴν γιαγιά της, καὶ αὐτὸ ἔκανε τὴν διαφορὰ στὴν συναναστροφή της μὲ τὰ ἄλλα παιδιά. «Μακάρι νὰ εἶχα κι ἐγὼ τὴν χαρὰ τῆς Ἀσημίνας, ὅταν ἔπαιζα μὲ τὴν ἀδερφή μου! Ὅμως τὸ πρόβλημα δὲν λύνεται, ποὺ εἴμαστε ἀντίθετοι χαρακτῆρες, καὶ γι’ αὐτὸ ἁρπαζόμαστε μὲ τὸ παραμικρό! Μᾶλλον μᾶς ἔχετε ἀκούσει, κυρία Ἀσημούλα, ἔτσι;».
Ἡ ἡλικιωμένη γυναίκα συμφώνησε κουνώντας τὸ κεφάλι. «Ἐσεῖς οἱ νέοι φωτογραφίζεστε συνέχεια. Ἄν ἤθελες ἕνα καλὸ γιατρικὸ γιὰ νὰ σταματήσεις νὰ θυμώνεις, τὴν στιγμή τοῦ μεγάλου θυμοῦ φωτογράφησε τὸ πρόσωπό σου! Ὅ,τι ἀπορία κι ἄν ἔχεις γιὰ τὸν θυμό, θὰ σοῦ τὴν λύσει αὐτὴ ἡ φωτοφραφία! Βλέπεις, γιὰ νὰ γίνουμε καλοί, πρέπει πρῶτα νὰ σταματήσουμε νὰ εἴμαστε κακοί. Ἄρα χρειάζεται νὰ συνειδητοποιήσουμε, τοὺς λόγους ποὺ παραμένουμε κακοί! Ἔχουμε ἀνάγκη νὰ ἐντοπίσουμε γιὰ ποιὰ ἀνταλλάγματα, δὲν εἴμαστε ἔντιμοι μὲ τὸν ἑαυτό μας!

Κρατοῦσα στὰ χέρια τὸ κινητό μου καὶ δὲν ἤθελα νὰ πιστέψω τὰ μάτια μου! Στὴν φωτογραφία ἤμουν ἐγὼ σὲ ἔξαλλη κατάσταση, σὲ στιγμὴ πυράκτωσης τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὸν θυμό, ποὺ χωρὶς νὰ μὲ ῥωτήσει ἡ ἀδερφή μου, δάνεισε τὴν μπλούζα μου στὴν φίλη της…. Ἔχοντας ἠρεμίσει τώρα, μόνη μου στὸ δωμάτιο, ἀντίκριζα μὲ ἔκπληξη τὴν ἄθλια ὄψη μου ἀπὸ τὰ ἀλλοιωμένα χαρακτηριστικά, λὲς καὶ διέθετα… καὶ δεύτερη προσωπικότητα! Αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ μὲ συγκλόνισε, ἦταν ἡ ΣΚΛΗΡΟΤΗΤΑ ποὺ χωροῦσε στὰ μάτια μου, τὰ ὁποῖα ἔψαχναν μὲ ἀγριότητα τὴν ΕΚΔΙΚΗΣΗ! Σὰν ἡ ψυχὴ νὰ εἶχε ὑποχωρήσει μπροστὰ στὴν ὁρμὴ τοῦ πάθους, φαινόταν ὁλοκάθαρα πὼς ἡ λογικὴ δὲν εἶχε θέση, ἐπειδὴ ΔΙΑΛΕΓΑ ΕΓΩ νὰ μὴν ἔχει θέση! Τώρα ὅμως ποὺ ὁ θυμὸς σταμάτησε, θυμᾶμαι τὰ ἄπρεπα λόγια ποὺ εἶπα στὴν ἀδερφή μου, ποὺ μὲ ντρόπιαζαν, καὶ δὲν μπορῶ νὰ βρῶ ἀνάπαυση. Ἦταν κοροϊδία ποὺ ὁ πρωταγωνιστὴς τῆς ταινίας ποὺ εἶδα, δὲν εἶχε ἔλεγχο ἀπὸ τὴν συνείδησή του! Ἐκτὸς ἄν ἦταν ΤΕΡΑΣ κι αὐτός, ποὺ πίστευε ὅτι ἀποκτοῦσε τὸν ἔλεγχο τῆς ζωῆς του, ὅταν ἔπαυε νὰ ἐλέγχει τὶς ἀντιδράσεις του… Προφανῶς ἀδυνατοῦσε νὰ συμφιλιωθεῖ μὲ τὴν πραγματικότητα, καὶ ἐνῶ ΜΠΟΡΟΥΣΕ νὰ ἐλέγξει τὸν ἐσωτερικὸ ἑαυτό του, ἐντούτοις ΔΕΝ ΤΟ ΕΚΑΝΕ! Πλέον ἤμουν βέβαιη ὅτι ὁ συγκεκριμένος ἐγωιστὴς δὲν σεβόταν τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν κορόιδευε! Τὴν στιγμὴ ποὺ φερόταν πολὺ χειρότερα ἀπὸ ὅλους, πίστευε ὅτι ἦταν καλύτερός τους καὶ ἐπειδὴ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΦΡΟΝΟΥΣΕ, τολμοῦσε καὶ θύμωνε μὲ τὴν γυναίκα ποὺ τὸν ἐμπόδισε στὰ ὑπερφίαλα σχέδιά του! Ὅταν ἡ ἀδερφή μου κάνει ὅτι εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ ἐμένα, μέσα μου τὴν λέω ὑποκρίτρια! Κατ’ ἀκολουθίαν, προκειμένου νὰ ἀδιαφορήσει γιὰ τὴν συνείδησή του ὁ ἐγωιστὴς στὴν ταινία γίνεται ὑποκριτής, καὶ καυχιέται ποὺ εἶναι ἀνέντιμος μὲ τὴν καρδιά του! Ὅμως τὸ μόνο “ἀντάλλαγμα” ποὺ ὑπάρχει ἐδῶ, εἶναι ἡ… “ἡσυχία” ἀπὸ τὴν φίμωση τῆς συνείδησης! Αὐτὸ ἔκανα κι ἐγώ; Ἀκινητοποιοῦσα τὸν ἑαυτό μου, γιὰ νὰ μπορῶ νὰ θυμώνω “ἐλεύθερα” μὲ τοὺς ἄλλους ποὺ περιφρονῶ μὲ σκληρότητα; Μὰ αὐτὸ λέγεται παραφροσύνη, καὶ εἶναι εἰς βάρος τῆς ἀξιας μου! Ἡ καταπάτηση τῆς συνείδησης ἰσοδυναμεί μὲ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ! Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς νικάει! Ὁ διάβολος ξέρει ὅτι ἀπὸ μόνοι μας δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τίποτα, καὶ λυσσάει νὰ μᾶς ἀπομονώνει ἀπὸ τὸν Χριστό, ἀκριβῶς γιὰ νὰ μένουμε ἀκινητοποιημένοι…

«Κυρία Ἀσημούλα, ὅταν εἶδα στὴν φωτογραφία τὸ βλέμμα μου, τρόμαξα ἀπὸ τὴν σκληροκαρδία μου! Βλέπω ὅτι ὁ θυμὸς καλπάζει καὶ δὲν δίνει ἐγγυήσεις, ὅτι δὲν θὰ καταστρέψει τὴν ψυχὴ ποὺ τὸν ὑποθάλπει! Θέλω νὰ γίνω ἔντιμη μὲ τὸν ἑαυτό μου καὶ νὰ σταματήσω νὰ τρέφω τὴν κακία, ἀλλὰ δὲν ξέρω κάποιον ποὺ νὰ τὸ ἔχει καταφέρει… Ἦρθα νὰ σᾶς ῥωτήσω ἄν μπορεῖτε νὰ μὲ βοηθήσετε, καὶ νὰ μὲ προσανατολίσετε κάπως».
«Τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ Διαλεκτή μου, εἶναι ἐμεῖς ποὺ Τὸν ἀγαπᾶμε νὰ μισοῦμε τὰ πονηρά! Ὁ διάβολος περπατάει σὰν ὠρυόμενο λιοντάρι, ψάχνοντας νὰ βρεῖ ποιὸν θὰ καταπιεῖ! Ὁ μεγαλύτερος ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ ἡ χειρότερη κακία εἶναι ἡ φιλαυτία, καὶ τὰ παιδιά της —ποὺ κινοῦνται μὲ ὁρμή— εἶναι ὁ αὐτοέπαινος μέσα στὴν καρδιά, ἡ αὐταρέσκεια, ἡ γαστριμαργία, ἡ πορνεία, ἡ κενοδοξία, ὁ φθόνος, καὶ ἡ κορωνίδα ὅλων ἡ ὑπερηφάνεια, ποὺ γνωρίζει νὰ ῥίχνει ἀκόμα καὶ Ἀγγέλους ἀπὸ τὸν οὐρανό! Ἡ Ἁγία Γραφὴ ὀνομάζει τὸν διάβολο ἀκάθαρτο, ἐπειδὴ ἐξ ἀρχῆς ἀπώθησε τὸ ἀγαθὸ τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ ἀγάπησε τὴν ὑπερηφάνεια. Κάθε ὑπερήφανος, γιὰ τὸν Χριστὸ εἶναι ἀκάθαρτος, καὶ ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Ἡ προαίρεση τῶν κακούργων δαιμόνων εἶναι πάντα ἕτοιμη στὸ νὰ ἀσεβοῦν καὶ μὴν ἔχοντας σῶμα, πράττουν τὶς ἁμαρτίες ἀπὸ κοινοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ καταφέρνουν νὰ ἐξαπατήσουν! Οἱ δαίμονες —ποὺ προξενοῦν τὴν κόλαση καὶ στὸν ἑαυτό τους καὶ στοὺς ἀνθρώπους— ἁμαρτάνουν μόνο μὲ λογισμούς, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι ἐσωτερικὰ μὲ λογισμούς, καὶ ἐξωτερικὰ μὲ ἔργα. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πρέπει νὰ ἀγωνιστοῦμε ἐναντίον τῆς σκληροκαρδίας μας, καλή μου, ἀνακαλύπτοντας πρῶτα τὴν “πηγὴ” ποὺ τὴν σταλάζει μέσα μας. Ὁ Κύριος μᾶς μίλησε γιὰ κάποιον ποὺ ἔσπειρε καλὸ σπόρο στὸν ἀγρό του, ἀλλὰ τὴν νύχτα ὁ ἐχθρός του ἔσπειρε ζιζάνια ἀνάμεσα στὸν καλὸ σπόρο, καὶ ἔφυγε*. Τὰ ζιζάνια αὐτὰ εἶναι οἱ πονηρὲς σκέψεις ποὺ σπέρνει ὁ διάβολος στὴν σκέψη μας μὲ δολιότητα καὶ ἀπάτη, ἀλλὰ ἐμεῖς ἔχουμε χρέος νὰ τὶς μισοῦμε καὶ νὰ τὶς ἀπαρνιόμαστε, φράσσοντάς τους τὸν δρόμο γιὰ νὰ μὴν φτάσουν στὴν καρδιά μας καὶ γίνουν ἀνόμημα! Δηλαδὴ ὁ διάβολος πλησιάζει στὸν νοῦ τῆς ψυχῆς τὴν παράσταση ἑνὸς πονηροῦ πράγματος, τὸ ὁποῖο μισεῖ ὁ Θεός, καὶ οἱ σκέψεις μας ἀρχίζουν νὰ συνομιλοῦν μὲ πάθος, μὲ τὴν ἐφάμαρτη παράσταση. Αὐτὸ οἱ Πατέρες τὸ ὀνομάζουν προσβολὴ ποὺ γίνεται στὴν καρδιὰ ἀπὸ τὸν διάβολο. Μόλις ἡ προσβολὴ τοῦ πονηροῦ λογισμοῦ διαμορφωθεῖ στὴν εἰκόνα ἑνὸς αἰσθητοῦ πράγματος μέσα στὴν ψυχή, παράδειγμα μὲ τὸ πρόσωπο ἐκείνου ποὺ μᾶς λύπησε, ἀμέσως γίνονται φανερὲς οἱ πονηρὲς σκέψεις, οἱ λογισμοὶ τῆς μνησικακίας, τῆς πορνείας καὶ τῆς φιλαργυρίας ποὺ τὸ προκάλεσαν. Ἐδῶ μέσα βρίσκονται καὶ οἱ λογισμοὶ τοῦ θυμοῦ, κορίτσι μου. Ἄν ὁ νοῦς μας ἔχει παραδοθεῖ σὲ ματαιότητες ἤ ἀσχολεῖται μὲ τὸ σῶμα, καὶ δεχτεῖ νὰ συζητάει στὴν διάνοιά του μὲ τὶς πονηρὲς σκέψεις, τότε σκοτίζεται καὶ μένει ἄκαρπος. Ἀμέσως χάνει τὴν θέρμη καὶ τὴν κατάνυξη καὶ τὴν παρρησία πρὸς τὸν Χριστό, καὶ τὴν θεία Γνώση. Δηλαδὴ ὅσο προσέχουμε στὸν νοῦ, φωτιζόμαστε, καὶ ὅσο δὲν προσέχουμε, σκοτιζόμαστε…».
«Ναὶ ἀλλὰ μὲ ποιό τρόπο φράσσουμε τὸν δρόμο γιὰ νὰ μὴν φτάσουν οἱ πονηρὲς σκέψεις στὴν καρδιά μας; Γιὰ παράδειγμα, πῶς θὰ σταματήσω ἐγὼ τὸν θυμὸ καὶ τὴν σκληροκαρδία;».
«Θὰ σοῦ φανεῖ παράξενο, ἀλλὰ θὰ χρειαστεῖ νὰ… θυμώσεις! Μόνο ποὺ ὑπάρχουν δύο ποιότητες θυμοῦ, ὁ ἐφάμαρτος θυμός, δηλαδὴ ὁ κακός, καὶ ὁ καλὸς θυμὸς ποὺ εἶναι τὸ ἱερὸ καθῆκον τῆς ψυχῆς μας, καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ χαρίσματα τοῦ “κατ’ εἰκόνα Θεοῦ” πλασθέντος ἀνθρώπου! Θὰ σοῦ τὸ ἐξηγήσω περισσότερο. Ὁ ἀψεγάδιαστος θυμὸς εἶναι ἔντονη ἔκφραση τῆς ψυχῆς ὅταν στρέφεται ἐναντίον τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας. Τὸ κίνητρό του εἶναι ὁ ἔνθεος ζῆλος γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῶν δικαιωμάτων τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὴν ἀκριβὴ τήρηση τῶν ἐντολῶν Του! Δὲν στρέφεται κατὰ τῶν ἀνθρώπων ποὺ παραβιάζουν βάναυσα τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ μόνο ἐναντίον τοῦ ἴδιου τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τοῦ δικοῦ μας κακοῦ ἑαυτοῦ γιὰ τὰ πολλὰ λάθη καὶ τὶς ἐπανειλημμένες ἀνεπίτρεπτες πτώσεις μας. Αὐτὸς ὁ θυμὸς δὲν ἔχει τὸ στοιχεῖο τῆς ἐνοχῆς, καὶ μάλιστα ὀνομάζεται καὶ “νεῦρο τῆς ψυχῆς”, ἐπειδὴ τονώνει στὴν προσπάθεια τῶν καλῶν ἔργων! Γιὰ νὰ τὸ καταλάβεις καλύτερα, ὅταν κινδυνεύουμε ἀπὸ τὶς προσβολὲς τῶν πονηρῶν σκέψεων, ὁ καλὸς θυμὸς γίνεται ἀπόρθητο ἀμυντικὸ ὀχυρὸ κατὰ τοῦ ἐχθροῦ! Ὅμως κι ὅταν συναντᾶμε δυσκολίες καὶ ἐμπόδια, πάλι μὲ τὸν καλὸ θυμὸ ὡς ἰσχυρὴ δημιουργικὴ δύναμη, πραγματοποιοῦμε τὶς εὐγενεῖς ἐπιδιώξεις μας! Σκέψου πὼς ὁ ἡγεμόνας νοῦς κρίνει καὶ ἀποφασίζει, καὶ ὁ καλὸς θυμὸς χαλυβδώνει τὴν θέληση καὶ πραγματώνει, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ».
«Ποτὲ δὲν μποροῦσα νὰ φανταστῶ ὅτι οἱ σκέψεις μου ἦταν ὑλικὸ σημαντικό, πόσο μᾶλλον ὅτι ἀπὸ κάποιες ἀπὸ αὐτὲς πρέπει νὰ… προφυλάσσομαι! Μὲ τὸν κακὸ ἑαυτό μου ξέρω πῶς νὰ θυμώσω, ἀλλὰ ἐναντίον τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας, πῶς γίνεται;». Στὸ μυαλὸ μοῦ ἦρθε ὁ ἐγωιστὴς στὴν ταινία ποὺ εἶχα δεῖ, ποὺ ἐνῶ ΜΠΟΡΟΥΣΕ νὰ ἐλέγξει τὸν ἐσωτερικὸ ἑαυτό του, ἐκεῖνος ΔΕΝ ΤΟ ΕΚΑΝΕ! Ὀ καλὸς ἄνθρωπος παίρνει πάνω του ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ γιὰ ὅ,τι ἄσχημο τοῦ συμβαίνει, θυμήθηκα μετά.


«Εἶναι διάταξη τοῦ Εὐγγελίου, νὰ κόβουμε τοὺς πονηροὺς λογισμοὺς καὶ τὶς πονηρὲς ἐνθυμήσεις ἀπὸ τὴν καρδιά, γιὰ νὰ προστατεύουμε τὴν καθαρότητά της. Τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ νοῦς μας ἀντιλαμβάνεται τὴν ἐμφάνιση τῆς ἐφάμαρτης παράστασης τοῦ δαιμονικοῦ λογισμοῦ, ὀφείλει νὰ θυμώσει μὲ τὴν ἐντολὴ γιὰ τὸ κακὸ ποὺ κατευθύνει αὐτὴ ἡ εἰκόνα πρὸς τὴν καρδιά μας, καὶ νὰ ἀποκρούσει τὴν ἀπειλὴ μὲ τὴν θυμωμένη ἀντίρρησή του. Ὁ νοῦς ὀφείλει νὰ ἔχει ἀδιάκοπη νήψη, δηλαδὴ ἀκατάπαυστη φρούρηση, πολεμώντας στὸ πλευρὸ τοῦ Βασιλιᾶ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ! Συγκεκριμένα γιὰ τὸν θυμό, ἄν δεχτοῦμε ἀπὸ τὸν λογισμὸ ἐντολὴ γιὰ νὰ θυμώσουμε μὲ κάποιον, ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ θυμώσουμε μὲ τὴν παρότρυνση νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὸν Κύριο, καὶ μὲ τὶς σκέψεις μας νὰ ἀγριέψουμε στὸν λογισμό. Προσευχόμενοι ὅμως, κρατώντας πάντα τὸ χέρι τοῦ Κυρίου! Δὲν πρέπει σὲ καμία περίπτωση νὰ πιάσουμε ἐσωτερικὴ συζήτηση μὲ τὶς φαντασίες τοῦ λογισμοῦ, ὥστε νὰ πιέσει τὴν καρδιά μας νὰ ὑπερηφανευτεῖ ἀπέναντι στὸν ἄνθρωπο ποὺ μᾶς προκαλεῖ τὸν θυμὸ… Τὸ ξέσπασμα τοῦ θυμοῦ μας εἶναι γνώρισμα ἀδυναμίας, ἀπαιδευσιᾶς καὶ ἀναίδειας, ἐνῶ ἡ συγκράτηση τοῦ θυμοῦ μας εἶναι ἀπόδειξη ἀνδρείας!».
«Ἐσωτερικὴ συζήτηση κάνω μόνο μὲ τὸν ἑαυτό μου, καὶ εἶναι κάτι σὰν παιχνίδι: ἀπευθύνομαι σὲ φανταστικοὺς συνομηλητὲς ποὺ “δὲν ὑπάρχουν”, κάνοντας ὀνειρεμένους φανταστικοὺς διαλόγους. Ἤ μὲ ῥωτάει κάτι κάποιος ποὺ “δὲν ὑπάρχει”, καὶ ὅταν τοῦ ἀπαντάω σὰν νὰ εἶμαι ὁ εὐφυέστερος ἄνθρωπος, ἐκεῖνος μὲ θαυμάζει! Ἤ, τοῦ ἐξηγῶ πόσο καλὴ καὶ ἔξυπνη εἶμαι, ἤ πόσο καλύτερα τὰ κατάφερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους, καὶ “ἐκεῖνος” ποὺ ἐπικροτεῖ, χαίρεται γιὰ ἐμένα καὶ μὲ συγχαίρει! Τὸ εὐχαριστιέμαι αὐτό, ἀλλὰ κι ἄν δὲν ἀπαντήσω, θὰ σκάσω! Συνήθως “θάβουμε” μαζὶ κάποιον ἀχώνευτο…», εἶπα, καὶ συνειδητοποίησα τὴν ἄθλια “χαρὰ” ποὺ ἔσφιξε τὴν ἀνέντιμη καρδιά μου! Τόση ὥρα αὐτὲς τὶς συζητήσεις μοῦ ἔλεγε ἡ κυρία Ἀσημούλα ὅτι ὀφείλω νὰ ἀρνοῦμαι, ποὺ τὶς ὑποδαύλιζα ἐπειδὴ μὲ… συνέφεραν!
«Καλή μου, εἶναι ἐνέδρα νὰ νομίζουμε ὅτι ἐκ φύσεως ἔχουμε τοὺς λογισμούς, ἐνῶ στὴν οὐσία οἱ λογισμοὶ εἶναι παρὰ φύσιν κατάσταση, ποὺ μᾶς ἀποδιοργανώνει καὶ μᾶς ἀποπροσανατολίζει. Αὐτὸς ποὺ “δὲν ὑπάρχει” συνειδητὰ δὲν θέλει νὰ γίνεται ἀντιληπτός, ἐπειδὴ δὲν εἶναι ἡ θέση μας νὰ συζητᾶμε μὲ τὸν πονηρό. Κάθε φορὰ ποὺ μιλᾶμε μὲ τὸν “κανένα”, ἀνοίγουμε τὶς πόρτες τοῦ παραλογισμοῦ, καὶ ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχὴ… Γιὰ ἕναν μόνο κακὸ λογισμό, ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ φεύγει! Μόλις στραφοῦμε πρὸς τὴν μετάνοια, ἀρχίζουμε νὰ σεβόμαστε τὴν καρδιά μας καὶ γινόμαστε ἔντιμοι μαζί της! Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶπε σὲ δύο ῥητά του: “Ἡ ἄγνοια τοῦ ἑαυτοῦ μας εἶναι ἀποτέλεσμα διεφθερμένης προαιρέσεως!”, καὶ “Ἡ γνώση τῆς ἄγνοιας γίνεται ἀφορμὴ γιὰ νὰ μελετήσει κάποιος καὶ νὰ γίνει σοφός!”».

Προσπαθοῦσα νὰ συγκεντρωθῶ στὴν προσευχή, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο ἀνακάλυπτα ὅτι ἡ σκέψη μου εἶχε ἀπομακρυνθεῖ τόσο, ποὺ σχεδὸν δὲν ἤξερα σὲ ποιὸ σημεῖο τῆς προσευχῆς “χάθηκα”… Ἐγὼ ἤθελα νὰ ἀπευθυνθῶ στὸν Χριστό, ἀλλὰ οἱ λογισμοὶ μὲ ἔστρεφαν νὰ ἀσχοληθῶ μὲ τὸν ἑαυτό μου καὶ τοὺς ἄλλους. Δὲν ἤμουν τακτικὴ στὴν προσευχή, ἀλλὰ οὔτε σκέφτηκα ποτὲ νὰ τὴν σταματήσω. Ὑπῆρχαν φορὲς ποὺ ἡ ψυχή μου γέμιζε ἀπὸ τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν Κύριο —καὶ ἡσύχαζα μέσα μου— ἀλλὰ τώρα ἔβλεπα τὸν ἑαυτό μου νὰ εἶναι “σκορπισμένος”… Ἔχω ἀρχίσει νὰ καταλήγω σὲ κάποια σημεῖα ἀπὸ τὸν πόλεμο τοῦ ἀόρατου ἐχθροῦ, καὶ ἤθελα νὰ ἀνακεφαλαιώσω τὰ εὑρήματά μου, στὶς συνθῆκες ποὺ ἐπικρατοῦν στὸν ἐσωτερικὸ ἑαυτό μου.
—Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν κατάσταση ἡρεμίας, ὑπάρχει ἡ κατάσταση ἄμυνας, ὅπου εἶμαι πολὺ ἀνήσυχη ἀπὸ τοὺς ἄλλους, καὶ ἡ κατάσταση ἐπίθεσης, ὅπου θυμώνω πολὺ μὲ τοὺς ἄλλους. Ὅπως τὸ καταλάβαινα, ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἔχανα τὴν εἰρήνη, εἶχα δεχτεῖ ἐπίθεση ἀπὸ λογισμούς, ἀλλὰ ἤμουν ὑποκρίτρια καὶ κρυβόμουν· συζητοῦσα μαζί τους φορώντας τὴν “κουκούλα” τοῦ καταδότη, ἤ κάποιο προσωπεῖο, γιὰ νὰ μὴν ἐκτίθεμαι στὰ μάτια μου…
—Τὴν στιγμὴ ποὺ μιλάω μὲ τοὺς λογισμούς, ἀρχίζω νὰ εἰσπνέω ταραχή, τὴν μυρωδιὰ τῆς κακίας ποὺ δείχνει “φταίχτη” τὸν ἄλλο! Χωρὶς νὰ βρίσκει οὐσιαστικὸ ἐμπόδιο ὥς τώρα, ὁ λογισμὸς συκοφαντοῦσε τὸν ἕναν καὶ τὸν ἄλλον μπροστά μου, καὶ ἐγὼ ἀπολάμβανα τὴν ἀπόδοση τῆς… “δικῆς μου δικαιοσύνης”! Ἀπὸ κεκτημένη ταχύτητα εἶχα ἄνευ ὅρων ἐμπιστοσύνη στὸ ψέμα, ποὺ κρατοῦσε τὰ ἠνία τῆς σκέψης μου καὶ ἔδινε ἕτοιμες ἰδέες, τί νὰ ἔλεγα στὴν ἀδερφή μου. Ναρκωμένη ἀπὸ τὴν ἀνομία ἡ ὑποκρίτρια καρδιά μου, ἦταν ἐκπαιδευμένη στὴν σκληρότητα ποὺ ἀπαιτεῖ ἡ ἐπίθεση στοὺς ἄλλους, καὶ ἡ ἀναισθησία στὸν πόνο τους καὶ τὶς ἀνάγκες τους…
—Ὁ πονηρὸς μοῦ παρουσίαζε διάφορα ἐγωιστικὰ σενάρια, καὶ ἐγὼ μπλεκόμουν σὲ ἐκείνο ποὺ ἔδινε τὴν ἀηδιέστερη ἱκανοποίηση ὅτι μποροῦσα νὰ διαχειριστῶ καταστάσεις ἰδιαίτερης δυσκολίας, ἀλλὰ μὲ ἰδανικὸ τρόπο… Δὲν εἶναι μόνο τὰ τηλεγραφήματα ποὺ ἐμφανίζουν οἱ λογισμοὶ στὴν σκέψη, ἀλλὰ μοῦ προβάλλουν ἀκόμα καὶ ταινιάκι στὴν φαντασία, δείχνοντας ἐμένα μὲ τὶς ἐκφράσεις καὶ τὶς κινήσεις τοῦ σώματος ποῦ “πρέπει νὰ ἔχω”, ὥστε βλέποντάς τα, νὰ καταλαβαίνω τὰ συναισθήματα τῆς ἔπαρσης ποὺ ἀντιστοιχοῦν σὲ αὐτοὺς τοὺς σχηματισμούς, καὶ νὰ κάνω… πιστὴ ἀντιγραφή! Μοῦ βάζουν στὴν φαντασία εἰκόνες ὅτι μὲ καμαρώνουν ὅλοι, ὑποτίθεται, καὶ ἀπὸ τὴν γλυκερότητα ἐγὼ μπαίνω στὴν ἄρρωστη ὑπερηφάνεια, πιστεύοντας ὅτι ἡ ψευδαίσθηση ἰσχύος ὄντως ΜΟΥ ΔΙΝΕΙ ΑΞΙΑ!
—Ὑπάρχουν λογισμοὶ ποὺ ψιθυρίζουν! Ἐπαναλαμβάνουν ὑπογείως πάλι καὶ πάλι, κάτι ποὺ δὲν τὸ συλλαμβάνω στὴν σκέψη ξεκάθαρα, εἶναι σὰν νὰ ὑποβόσκει. Δηλαδὴ δὲν τὸ λένε ἀνοιχτά, ἀλλὰ ἐγὼ τὸ εἰσπράττω μέσα σὲ “ὀχλαγωγία”, καὶ ἡ συνειδητὴ ἤ ἄσυνείδητη σύγκρουση ποὺ σπέρνουν, ἐξελίσσεται ἐν μέσῳ συγχύσεως! Νομίζω ὅτι ἀπὸ ἐκεῖ ἐμπνεύστηκαν οἱ “συνεργάτες” τοῦ διαβόλου, τὴν τεχνολογία μὲ τὰ ὑποσυνείδητα μηνύματα…
—Ὅταν ἀκούω μία σκέψη μέσα μου, ποὺ στὴν οὐσία τὴν παρακολουθῶ νὰ ἐξελίσσεται πέρα ἀπὸ ἐμένα, εἶναι ὀλοφάνερο ὅτι ΔΕΝ ΤΗΝ ΚΑΝΩ ΕΓΩ. Ἄν αὐτὴ ἡ σκέψη ἔχει μέσα ἐκλογικευμένη κακία, ἐπειδὴ μοῦ παρουσιάζει καὶ τὴν αἰτία ποὺ ὑποτίθεται ὅτι στηρίζει τὴν κακία, ἔχω στὴν διάθεσή μου ἐλάχιστο χρόνο γιὰ νὰ διαμαρτυρηθῶ· μετὰ θὰ πιστέψω ὅτι ἡ σκέψη ἦταν δική μου.
—Οἱ λογισμοὶ ἐμφανίζονται καὶ σὰν “ψευτο-συνείδηση”: συμπεριφέρονται σὰν νὰ “ξέρουν”, καὶ κινούνται γιὰ νὰ ἀπορρίψουν εὐγενεῖς πόθους, νὰ κοροϊδέψουν ἀξιόλογα σχέδια, νὰ ἀπαξιώσουν σκέψεις καλοσύνης, καὶ γενικὰ νὰ μὲ ἀντιμετωπίσουν μὲ ὑποτίμηση γιὰ κάτι ἀληθινό ποὺ γύριζα νὰ κοιτάξω. Εἶναι ἐμφανὲς ὅτι θέλουν νὰ μοῦ ἐπιβάλλουν τὸ κακὸ ποὺ δὲν θέλω, καὶ ὅτι μοῦ καταπιέζουν τὸ καλὸ ποὺ θέλω. Ἡ τελευταία περίπτωση ἦταν ἡ ἄνανδρη κατηγορία ὅτι δὲν ἤμουν ἄξια νὰ ζητάω τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἤ νὰ Τοῦ μιλάω σὰν νὰ ἤμουν παιδί Του, ὅποτε τὸ θυμόμουν…


—Ὁ λογισμὸς ἀνέλαβε ΝΑ ΜΙΛΑΕΙ “ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΜΟΥ” καὶ νὰ σπέρνει μέσα μου συναισθήματα θυμοῦ καὶ ἀγανάκτησης πρὸς κάποιον ποὺ μὲ ἀδίκησε. Ἐνῶ ἐγὼ ἀποφάσισα νὰ τηρήσω στάση ὑπακοῆς μπροστὰ στὸν Κύριο, καὶ ἔβλεπα τὸν ἑαυτό μου καὶ τὸ πρόσωπο ποὺ μὲ ἀδίκησε, σὰν δύο ἀνθρώπους σὲ ὥρα δοκιμασίας, ὁ λογισμὸς ἐπέμενε ὅτι ἔχω… ἐγωιστικὲς ἀξιώσεις ἀπὸ τὸν πλησίον μου. Αὐτὸ τὸ σφυροκόπημα γινόταν πάλι καὶ πάλι, πασχίζοντας νὰ ξεσηκώσει μέσα μου σκόνη γιὰ μὴν μπορῶ νὰ βλέπω… Τὸ μόνο ποὺ μπόρεσα νὰ κάνω, ἦταν νὰ χαμηλώσω τὸ κεφάλι μπροστὰ στὸν Κύριο, γιὰ νὰ δεῖ ὅτι ΕΓΩ ΔΕΝ ΛΕΩ ΤΙΠΟΤΑ!
—Ὁ λογισμὸς εἶναι σὰν κάποιος “δικηγόρος” ποὺ μιμεῖται τὴν φωνή μου καὶ αὐθαδιάζει, λέγοντας αὐτὰ ποὺ κατὰ τὴν γνώμη του, θὰ μὲ βγάλουν “ἀσπροπρόσωπη”! Λέει ἀκόμα καὶ λέξεις ποὺ δὲν χρησιμοποιῶ ποτέ. Ἡ γνώμη του εἶναι βέβηλη καὶ λέει ψέματα, δηλαδὴ πράγματα ποὺ δὲν ἔχω σκεφτεῖ ποτέ, ἀλλὰ τὰ παρουσιάζει ἀκριβῶς ἐπειδὴ δὲν μπορῶ νὰ τὰ σκεφτῶ ἀπὸ μόνη μου! Ἐπιμένει ὅτι μὲ ἐξυπηρετεῖ ποὺ μὲ “ὑπερασπίζεται”, ἀφοῦ —κατὰ βάθος— σκέφτομαι… βέβηλα κι ἐγώ(!), καὶ περιμένει νὰ ἀγκιστρώσει τὸ συναίσθημά μου! Ὁ αὐτόκλητος “δικηγόρος” ποὺ σκέφτεται πολὺ διαφορετικὰ ἀπὸ ὅτι ἐγώ, ὑποκρίνεται ὅτι ἔχει πάρει ἐντολὴ ἀπὸ ἐμένα(!) νὰ διαλαλεῖ τὰ ἐμπαθῆ ψέματα καὶ τὶς ψευδεῖς κατηγορίες ποὺ θέλει, καὶ ποὺ βρίσκει πολὺ εὔστοχες! Ὅλο αὐτὸ λέγεται ΠΛΑΣΤΟΠΡΟΣΩΠΙΑ! Φωνάζει αὐτὸς μὲ τὴν φωνή μου τὶς βαρβαρότητές του, καὶ περιμένει νὰ πιστέψω ὅτι τὶς εἶπα ἐγώ, γιὰ νὰ “ἀναλάβω” δηλαδὴ τὶς εὐθύνες μου! Ἐπιμένει ὅτι ἐγὼ ὐπερηφανεύτηκα, καὶ περιμένει νὰ ἀηδιάσω μὲ τὴν ἀνήκουστη “συμπεριφορά μου”, ἀφοῦ ΜΕ ΣΥΚΟΦΑΝΤΕΙ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ, γιὰ νὰ βλέπει ὅτι… “δὲν ἀξίζω”!
—ΕΣΥ ΤΟΝ ΘΥΜΟ ΤΟΝ ΘΕΛΕΙΣ! Ἡ ἐπιβλητικὴ φωνὴ τοῦ δαιμονικοῦ πάθους στὴν οὐσία προσπαθεῖ νὰ τρομοκρατήσει τὴν ψυχή μου, νὰ τὴν παραλύσει γιὰ νὰ πιστέψει ὅτι δὲν ἔχει τὴν δύναμη νὰ τοῦ ἀντισταθεῖ! Τὴν πιέζει νὰ ὑποκύψει, καὶ νὰ ἐπιστρέψει στὴν συνήθεια τῆς ἁμαρτίας… Στὴν ἄγρια ἐντολῆ τοῦ πάθους ὑπάρχει ἡ ἀπειλή, ὅτι ἔτσι καὶ δὲν τοῦ ὑποταχτῶ καὶ πάλι, μὲ περιμένει κάποιο εἶδος ἀνυπαρξίας… Ἡ ῥίζα τοῦ πάθους τοῦ θυμοῦ μέσα μου δὲν σκοπεύει νὰ πειστεῖ ὅτι ἐγὼ δὲν ἔχω ἀνάγκη νὰ θυμώσω μὲ κανέναν, ἐπειδὴ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ ΝΑ ΜΕ ΕΛΕΓΧΕΙ!

«Ἡ προσευχὴ εἶναι μέγα ἀγαθό, Διαλεκτή, τὸ ὁποῖο περιέχει ὅλες τὶς ἀρετές, γιατὶ καθαρίζει τὴν καρδιὰ, μέσα στὴν ὁποία ὁ Κύριος φανερώνεται στοὺς πιστούς! Οἱ πειρασμοὶ ποὺ μᾶς ἔρχονται ἀναπάντεχα, μᾶς διδάσκουν κατ’ οἰκονομία Θεοῦ νὰ γινόμαστε φιλόπονοι. Ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ “ἐξημερώσουμε” τὸν θυμό!».
Μετὰ ἀπὸ τὴν ἐξομολόγηση, ὁ πνευματικός μου περίμενε τὸν ἄνθρωπο ποὺ θὰ τὸν πήγαινε στὸ σπίτι του, ὁ ὁποῖος ὅμως θὰ καθυστεροῦσε, ὁπότε θὰ συζητούσαμε λίγο περισσότερο γιὰ τὸν καλὸ θυμό. Ποθοῦσα νὰ καθαρίσω τὸν χιτώνα τῆς καρδιᾶς μου ποὺ εἶχε μαυρίσει ἀπὸ τὴν σκληροκαρδία, καὶ μὲ τὴν καθοδήγη τοῦ π.Ἰωαννίκιου ἀγωνιζόμουν νὰ τὴν μαλακώσω, γιὰ νὰ ὑπάρχει χῶρος νὰ πατήσει θεϊκὰ ὁ Χριστός, καὶ νὰ κατοικήσει μέσα της! «Πῶς γίνεται αὐτὸ πάτερ;», ἀπόρησα.
«Ὁ ὅσιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος λέει, πὼς στὸν καιρὸ τῆς ἀμέλειας ὁ θυμὸς βοηθάει τὴν φύση ἐναντίον τῆς ἐπιθυμίας, διότι λύνει τὴν ψυχρότητα τῆς ψυχῆς. Ὁ ζῆλος γεννάει τὸ θάρρος καὶ τὴν δύναμη τῆς ψυχῆς, καὶ τὴν ἐπιμέλεια τοῦ σώματος. Ποιά δύναμη ἔχουν οἱ δαίμονες, ὅταν ἡ ψυχὴ κινήσει ἐναντίον τους τὸν φυσικό, σφοδρὸ ζῆλο της; Καὶ ἡ προθυμία ἐπίσης λέγεται γέννημα τοῦ ζήλου. Ὅταν ὁ ζῆλος μετατρέψει τὴν δύναμή του σὲ πράξη, καθιστὰ ἀπτόητη κάθε δύναμη στὴν ψυχή. Καὶ οἱ στέφανοι τῆς ὁμολογίας ποὺ λαμβάνουν οἱ ἀθλητὲς καὶ οἱ μάρτυρες ἀπὸ τὴν καρτερία τους, κερδίζονται μὲ τὴν διπλὴ ἐνέργεια τοῦ ζήλου καὶ τῆς προθυμίας, ποὺ γεννιοῦνται ἀπὸ τὸν φυσικὸ θυμό! Φυσικὰ πρέπει νὰ θυμώνουμε καὶ μὲ τὸν ἑαυτό μας, ποὺ παρεκτρέπεται καὶ παραβαίνει τὸ θεῖο θέλημα καὶ ἁμαρτάνει. Αὐτὸς ὁ θυμὸς κατὰ τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ ἁγνός καὶ ἄγιος, καὶ εἶναι ἰσχυρὸ ὅπλο καὶ φάρμακο σωτηρίας! Ἄν δὲν θυμώσουμε μὲ τὸ κακό, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸ μισήσουμε ὅσο τοῦ ἀξίζει! Μάλιστα, πρέπει νὰ δείχνουμε τὴν ἴδια ἐπιμέλεια τόσο γιὰ τὴν ἀγάπη τῆς ἀρετῆς, ὅσο καὶ γιὰ τὸ μίσος ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας! Μήπως δὲν καταλαβαίνεις αὐτὰ ποὺ λέω; Σὲ βλέπω προβληματισμένη».
«Εἶμαι προβληματισμένη, ἀκριβῶς ἐπειδὴ καταλαβαίνω αὐτὰ ποὺ λέτε. Συμφωνῶ κι ἐγὼ μαζί σας, ὅτι τὸν θυμὸ πρέπει νὰ τὸν “ἐξημερώσουμε”. Ἡ κοινωνία ὅμως εἶναι θεμελιωμένη πάνω στὸν ἄγριο θυμό, ποὺ φέρνει τὴν βαρβαρότητα! Καὶ στὸ σχολεῖο μου δηλαδή, εἶναι πολλὰ τὰ ἄτομα ποὺ κοροϊδεύουν τὸν ἑαυτό τους, καὶ πιστεύουν ὅτι πλέον ὁ θυμὸς…“νομιμοποιεῖται”! Ὅμως μαζὶ θέλουν νὰ “νομιμοποιεῖται” καὶ ἡ βαρβαρότητα, ποὺ τὸ ἐμπόριο τὴν ἔχει ἀνυψώσει σὲ “μεγαλοφυΐα”, μὲ τὴν ὁποία οἱ ἄνθρωποι νομίζουν ὅτι θὰ πάρουν τὸν… ἔλεγχο τῆς ζωῆς τους! Αὐτὸ εἶναι παραφροσύνη! Μιλᾶμε γιὰ τὴν καταπάτηση τῆς συνείδησής τους, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀξίας τους!».
«Συμφωνῶ! Ἡ ἁγία πίστη μας διδάσκει πὼς ὁ ἀδερφός μας εἶναι εἰκόνα Θεοῦ, καὶ τὴν ὥρα ποὺ ὁ πειρασμὸς μᾶς ὠθεῖ νὰ συγκρουστοῦμε μαζί του, ἐμεῖς πρέπει νὰ ἀρνηθοῦμε νὰ προδώσουμε τὴν “εἰκόνα Θεοῦ”! Ἄν τὸν κρατήσουμε ψηλὰ γιὰ νὰ μὴν πέσει, τότε θὰ κρατηθοῦμε ψηλὰ κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι! Ὁ κακὸς θυμὸς μᾶς ὑπολογίζει γιὰ “δρεπάνι” κατὰ τοῦ ἀδερφοῦ μας, κάτι ποὺ θὰ συντρίψει καὶ ἐμᾶς! Ἡ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΔΕΡΦΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ, Διαλεκτή, δηλαδὴ τὰ θεμέλια τῆς κοινωνίας ποὺ περιέγραψες… Ἡ αἵρεση δίδαξε τοὺς ἀνθρώπους νὰ προδίδουν τὸν ἑαυτό τους καὶ νὰ συμφιλιώνονται μὲ τοὺς λογισμούς, γιὰ νὰ γίνονται κυνικοὶ καὶ νὰ ἀσεβοῦν καὶ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, καὶ πρὸς τὸν Ὕψιστο! Βλέπεις, ἐκεῖνος ποὺ δὲν γνωρίζει τὴν ἀλήθεια, δὲν μπορεῖ καὶ νὰ πιστεύει ἀληθινά! Τὸ καλὸ ποὺ πλουτίζει ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους, θέλουμε νὰ τὸ μοιραστοῦμε μὲ ὅλους, ἀλλὰ ὁ διάβολος λέει, ἀφοῦ ἐγὼ ἔχασα αὐτὸ ποὺ ἀξίζει, δὲν θὰ τὸ ἔχουν οὔτε οἱ ἄλλοι!».
«Εἶναι τραγικὸ νὰ ἀνακαλύπτουμε ὅτι ἡ καρδιά μας ἔχει ἐθιστεῖ στὴν ἐκδίκηση! Δὲν ὑπάρχει χειρότερο “περιθώριο” γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἀπὸ τὸ νὰ ὑποτάσσεται μὲ δειλία μπροστὰ στὰ δαιμονικὰ πάθη! Εἶναι καθημερινὸς θάνατος αὐτό, νὰ σοῦ ὑποβάλλει τὸ πάθος ΟΤΙ ΚΑΤΑ ΒΑΘΟΣ, ΤΟ ΘΕΛΕΙΣ!».
«Αὐτὸ τὸ διατυμπανίζει ὁ “πολιτισμός μας” μὲ κάθε τρόπο, ὅτι… ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΥΠΑΚΟΥΜΕ ΣΤΟΥΣ ΛΟΓΙΣΜΟΥΣ, ἐπειδὴ ὅπως πολὺ καλὰ εἶπες, τὸ μέλλον τῆς αἱρετικῆς κοινωνίας εἶναι ἡ ΠΑΡΑΦΡΟΣΥΝΗ! Οἱ ἄνθρωποι ἐκπαιδεύονται νὰ μὴν ἐλέγχουν τὶς ἀντιδράσεις τους, νὰ μὴν ὁρίζουν τὸν ἑαυτό τους, καὶ νὰ μὴν ἔχουν ἐπαφὴ μὲ τὴν καρδιά τους, ποὺ εἶναι πλασμένη γιὰ τὸν θρόνο τοῦ Κυρίου! Τὸ κομβικὸ σημεῖο τῆς αἱρετικῆς κοινωνίας εἶναι οἱ ἄνθρωποι νὰ ἔχουν παραφρονήσει ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια ἀπὲναντι στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἀπέναντι στὸν Χριστό, θυμίζοντάς μας τὰ λόγια τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου: θὰ ἔρθει καιρὸς ὅπου οἱ περισσότεροι θὰ εἶναι τρελοί, δηλαδὴ ΗΘΙΚΑ ΔΟΥΛΟΙ! Ὁ διάβολος κατηγορεῖ τὸν Κύριο ὅτι στερεῖ τὴν ἐλευθερία ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, καὶ τοὺς ὑπόσχεται νὰ τοὺς “ἐλευθερώσει” ἐκεῖνος —ὁ διάβολος ποὺ τοὺς μισεῖ! Μόνο ποὺ ἡ αἱρετικὴ κοινωνία ἀνυπομονεῖ πότε θὰ “ἐλευθερώσει” τοὺς φίλους της, τοὺς δαίμονες, γιὰ νὰ πάρουν τὸν ἔλεγχο τῶν ἀνθρώπων!».
«Ἐμεῖς ὅμως πάτερ, θὰ κάνουμε αὐτὸ ποὺ εἴπατε· θὰ μελετᾶμε μὲ προσοχὴ καὶ εὐλάβεια τὁ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς πίστης μας, καὶ θὰ παρακαλᾶμε ταπεινὰ τὸν Πατέρα μας Χριστὸ νὰ ἀνοίξει μὲ τὴν θεία Χάρη Του τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας, γιὰ νὰ ἀρχίσουμε νὰ τὸ ἐκπληρώνουμε μὲ τὴν ζωή μας, ὅπως οἱ πρῶτοι Χριστιανοί! Γιὰ ἐμᾶς ἔδωσε ὁ Κύριος τὸ Πανάγιο Αἷμα Του, γιὰ νὰ μᾶς ἀναπλάσει καὶ νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴν τυραννία τοῦ διαβόλου, καὶ μᾶς ἑτοίμασε τὴν Οὐράνια Βασιλεία Του, γιὰ τὴν ἀμάραντη δόξα τῆς αἰώνιας ζωῆς!».
Υἱοὶ ἀνθρώπων, ἕως πότε βαρυκάρδιοι;
Ἱνατὶ ἀγαπᾶτε ματαιότητα καὶ ζητεῖτε ψεῦδος;
Έσεῖς ἄνθρωποι, ποὺ Μὲ ἐχθρεύεσθε, ἕως πότε θὰ ἔχετε σκληρὴ τὴν καρδιά σας; Γιατὶ ἀγαπᾶτε νὰ διαδίδετε εἰς βάρος Μου μάταιες καὶ ἀνυπόστατες κατηγορίες καὶ ἐπιζητεῖτε πάντατε νέα ψεύδη ἐναντίον Μου; (Ψαλμὸς 4,5)
* Ματθ. 13, 24-30
Τὸ κείμενο ἔχει ἀρκετὰ στοιχεῖα ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ ἁγίου Ἡσυχίου τοῦ Πρεσβυτέρου, ποὺ βρίσκεται στὸν πρῶτο τόμο τῆς Φιλοκαλίας, “Πρὸς τὸν Θεόδουλο, Λόγος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς χωρισμένος σὲ 203 κεφάλαια (τὰ λεγόμενα ἀντιρρητικὰ καὶ εὐκτικά)”.


Τὸ ῥωμαίικο φιλότιμο εἶναι ἡ ἐπουράνια “ἀγαπητικὴ τιμὴ” ποὺ τρέφει
τὴν εὐλαβὴ ψυχή, καὶ ΦΩΤΙΖΕΙ ΤΗΝ ΘΕΛΗΣΗ ΤΗΣ!
