«Ὅταν πρωτογνώρισα τὸν Ἕκτορα στὸ σχολεῖο, εἶπε σὲ ἄλλο παιδὶ δυνατά, γιὰ νὰ τὸ ἀκούω καὶ ἐγώ, ὅτι ὅσοι “πουλᾶνε ἰσορροπία” τοῦ κάθονταν στὸν λαιμό· ὅτι ἡ “τελειότητα” τὸν ἀπωθοῦσε , δὲν τὴν ἄντεχε… Ἐκεῖ κατάλαβα αὐτὸ ποὺ μᾶς ἔλεγες, μάνα, ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ δὲν σχετίζονται μὲ τοὺς γύρῳ, καὶ νιώθουν ὁλομόναχοι. Τότε δὲν ἤξερα ὅτι ζεῖ μόνο μὲ τὸν πατέρα του, ὁ ὁποῖος προτιμοῦσε νὰ εἶναι πιὸ πολὺ φίλος τοῦ Ἕκτορα, παρὰ πατέρας…».
«Ὁ ἐσωτερικὸς περισπασμὸς —ποὺ συνεργεῖ μὲ τὸν ἐξωτερικὸ— μάχεται νὰ κρατήσει πάσῃ θυσία τὴν ψυχὴ μακριὰ ἀπὸ τὸν ἑαυτό της, γιὰ νὰ μὴν ἔρθει σὲ συναίσθηση καὶ συνειδητοποιήσει τὰ θαύματα ποὺ τῆς συμβαίνουν! Ἄν πέσουν στὴν ἀντίληψή της, Χριστόφορε, τότε ἡ ψυχὴ θὰ ἐνδιαφερθεῖ νὰ ζεῖ ἀξίως, καὶ θὰ ἀξιοποιήσει τὴν ἐθνικὴ κληρονομιὰ ποὺ εἶναι συκοφαντημένη καὶ παροπλισμένη, τὸ πνευματικὸ φιλότιμο! Δηλαδὴ θὰ ποθήσει τὴν ἰσορροπημένη ζωή, καὶ θὰ βρεῖ τὸ σθένος νὰ κοιτάξει τὶς ἀγωνίες της καταπρόσωπο».
«Δὲν ἦταν ὅμως περίεργο νὰ λέει ἕνα δεκατετράχρονο παιδί, ὅτι εἶναι στὸ χέρι μας νὰ κάνουμε τὴν ζωὴ “εὐκολοκατάποτη”; Ὅσο περισσότερο πρόσεχα τὰ ἀποφθέγματα ποὺ ἔλεγε, τόσο βεβαιωνόμουν ὅτι χωρὶς νὰ τὸ καταλάβαινε, ἔστελνε μηνύματα ἀπελπισίας… Ἥ τὸ ἄλλο, ποὺ ἐπέμενε ὅτι “τὰ πάντα εἶναι παροδικά, καὶ τὸ μόνο ποὺ παραμένει σταθερὸ στὴν ζωή μας, εἶναι ὅτι ὅλα ἀλλάζουν· καὶ γι’ αὐτὸ ἐμεῖς, θὰ πρέπει νὰ ἀγκαλιάζουμε τὸ ἄγνωστο ποὺ ἔρχεται”… Δὲν ἤξερα πῶς νὰ διαχειριστῶ τὴν ἀπαισιοδοξία του, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ μοῦ πίεζε τὴν ψυχή, ἦταν ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ δώσει ἐξήγηση ἀκόμα καὶ στὰ προφανῆ! Σὰν νὰ ἦταν ἀκατόρθωτο γιὰ αὐτὸν νὰ ἀποκωδικοποιήσει τὴν πραγματικὴ ζωή!».
«Εἶναι γεγονὸς ὅτι ὡς κοινωνία ἀφεθήκαμε, καὶ δὲν μάθαμε νὰ ὑπερασπιζόμαστε ὅσα ἔχουν ἀξία γιὰ ἐμᾶς. Ὁμοίως, ὁ Ἕκτορας δὲν ἔχει μάθει νὰ ὑπερασπίζεται τὴν ἀξία τῆς ζωῆς του…».
«Μετὰ ἀπὸ ἕναν χρόνο ποὺ εἴμαστε συμμαθητὲς γνωριστήκαμε καλύτερα, ἀλλὰ στὴν ἀρχὴ μοῦ ἔδειχνε μὲ κάθε τρόπο ὅτι μὲ θεωροῦσε “σιγανὸ ποτάμι”! Εἶχα ἀναφέρει σε κάποιον ὅτι ὁ Χριστὸς μᾶς δίδαξε νὰ συγχωροῦμε, καὶ ὁ Ἕκτορας μπῆκε στὴν μέση —σὰν νὰ τὸν εἶχα ἀδικήσει— καὶ φώναξε: “ἡ συγχώρηση δὲν εἶναι ἕνα δῶρο γιὰ τοὺς ἄλλους, εἶναι ἕνα δῶρο ποὺ προσφέρουμε στὸν ἑαυτό μας”1! Τὸν ἑπόμενο καιρὸ μιλοῦσε συνεχῶς γιὰ τοὺς ὑποκριτὲς καὶ ταυτόχρονα μὲ κοίταζε… Μὲ ἔφερνε σὲ τόσο δύσκολη θέση, ποὺ ἀποφάσισα ὅτι ἄν μὲ ὅσα ἔχω δεῖ στὴν ζωή μου δὲν τοῦ ἀποδείξω τὸ ἀντίθετο, θὰ εἶχε δίκιο νὰ εἶναι καχύποπτος μαζί μου!».
«Τί ἔκανες;».
«Ξεκίνησα, λέγοντάς του αὐτὰ ποὺ μᾶς λέτε ἐσεῖς, ὅτι ὑποκριτὴς εἶναι ὁ ἀνέντιμος, αὐτὸς ποὺ ὑποκρίνεται ὅτι ἔχει κάποια δύναμη, ποὺ ἴσως κατὰ βάθος θὰ ἤθελε νὰ εἶχε. Ὅμως ὁ Χριστὸς μᾶς ἔδωσε δύναμη, καὶ μᾶς ἔδωσε καὶ τὴν λογικὴ καὶ τὴν διάκριση, ὥστε νὰ “ἀσφαλίζουμε” τὴν δύναμή μας σὲ κάτι καλό, σὲ κάτι ἄξιο ποὺ θὰ τὴν αὐξήσει. Στὴν προσπάθεια νὰ μὲ καταλάβει ὁ Ἕκτορας, τοῦ ἐξηγησα ὅτι πρέπει ἡ δύναμη τοῦ σώματος νὰ χρησιμοποιεῖται μὲ τὲτοιο τρόπο, ὥστε νὰ μετατρέπεται σὲ δύναμη τῆς καρδιᾶς, δηλαδὴ σε ἀξιοπρέπεια τοῦ πνεύματος! Ὅταν τὴν δύναμη ποὺ ἔχουμε ἀπὸ τὸν Χριστό, τὴν κάνουμε ἀξιοπρέπεια, τότε κοντά Του νιώθουμε εὐτυχία! Ὁπότε ἡ χαρά μας εἶναι νὰ κάνουμε ὅλη τὴν δύναμή μας, δύναμη τῆς καρδιᾶς! Δηλαδὴ νὰ βάζουμε τὰ δυνατά μας, γιὰ νὰ κάνουμε τὸ ἄξιο ποὺ μᾶς πρέπει!».
«Αὐτὰ γιὰ νὰ γίνουν, πρέπει κάποιος νὰ τὰ διδαχτεῖ. Δυστυχῶς, ὅταν οἱ γνώσεις τοῦ ἀνθρώπου ὑστεροῦν στὴν πνευματικὴ ἀξιοπρέπεια, εἶναι ἑπόμενο νὰ μειονεκτεῖ καὶ νὰ δυσφορεῖ. Ἐπίσης εἶναι ἑπόμενο, στὴν θέση τῶν γνώσεων, ποὺ θὰ μείνει ἄδεια, νὰ θρονιαστεῖ ἡ αὐθαιρεσία. Ἡ ὑποκρισία εἶναι ἀκριβῶς ἡ προσπάθεια κάποιου νὰ “αὐτοσχεδιάσει”, τὸν τρόπο ποὺ θὰ παραχώσει τὴν δυσφορία ποὺ αἰσθάνεται γιὰ τὸν ἑαυτό του…».


«Θεωρῶ ὅτι ὁ Ἕκτορας δὲν ἔφτανε σὲ τέτοιο βάθος. Περισσότερο μοῦ ἔδινε τότε τὴν ἐντύπωση ὅτι ἀρνιόταν νὰ πιστέψει, ὅτι ἡ ἀξιοπρέπεια ὑπάρχει ὄντως!». Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο τὸ μυαλό μου σὰν νὰ ἔριξε ἄγκυρα, σταμάτησε γιὰ νὰ συνειδητοποιήσει τί τράβηξε τὴν προσοχή του. Σὰν νὰ εἶχα μπροστά μου μία παλιὰ φωτογραφία, καὶ νὰ μπῆκε στὴν θέση του τὸ κομμάτι ποὺ ἔλειπε, θυμήθηκα κάτι ποὺ ὅταν ἀναφέρθηκε, τὸ πῆρα γιὰ ἀσήμαντο. Μικρότερος ὁ Ἕκτορας εἶχε βρεθεῖ χωρὶς προειδοποίηση στὸ γραφεῖο ὅπου ἐργαζόταν ὁ πατέρας του, καὶ διάβασε τὸ χαρτὶ ποὺ εἶχε κολλήσει, ἐκεῖ ποὺ καθόταν καὶ δούλευε: “Ἄν δὲν ἔχεις μισηθεῖ ποτὲ ἀπὸ τὸ παιδί σου, δὲν ὑπῆρξες πραγματικὸς γονιός!”. «Τὰ ἀποφθέγματα ποὺ ζύμωναν τὴν ζωὴ τοῦ Ἕκτορα ἦταν ἀπὸ παράλογα, ὥς ἀπάνθρωπα! Ὅσο αὐτὰ τοῦ ἔλεγαν ὅτι ἄξιζε τὰ πάντα, ἐκεῖνος συνειδητοποιοῦσε ὅτι δὲν εἶχε τίποτα… Κατὰ βάθος καταλάβαινα τὸ παράπονό του, μὲ τὴν κοσμικὴ “σοφία” ποὺ εἶχε γνωρίσει, ἡ ὁποία μόνο ἀπὸ κεκτημένη ταχύτητα βεβαίωνε γιὰ τὴν καλυτέρευση τοῦ κόσμου…». Στάθηκα λίγο σκεπτικός. Ἀκούγοντας παλιότερα τὸν συμμαθητή μου νὰ παραλογίζεται, λέγοντας μὲ ὕφος, “στὴν σφαῖρα τῶν συναισθημάτων, ἡ εὐαλωτότητα εἶναι πύλη πρὸς τὴν αὐθεντικότητα”1, ἀντέδρασα μέσα μου, ἐπειδὴ γνώριζα πὼς ἡ αὐθεντικότητα ἐρχόταν ἀπὸ τὴν ταπείνωση, ποτὲ ἀπὸ τὴν εὐαλωτότητα —ἡ ὁποία περιγράφει τὴν ἔλλειψη ἀσφάλειας! Μὲ αὐτὸ ὅμως ὑποψιάστηκα ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια, ἡ ὑποκρισία ἔπρεπε νὰ εἶχε κι ἄλλη πηγή, ποὺ ἐγὼ δὲν κατόρθωνα νὰ ἐντοπίσω. Ἀκούγοντας καθημερινῶς ἀπὸ τὸν Ἕκτορα νὰ ἐπαναλαμβάνει ὅσα πρεσβεύουν τὰ ἀποφθέγματα τοῦ πατέρα του, ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ εὐτυχία δὲν εἶναι προορισμός, ἀλλὰ μόνο μία διαδρομή, ἀποφάσισα νὰ ἐρευνήσω πλήρως τὸ θέμα. «Πῶς εἶναι δυνατὸν ἕνας πατέρας νὰ ζητάει ἀπὸ τὸ παιδί του νὰ τὸν βλέπει “στὸ ἴδιο ἐπίπεδο”, καὶ νὰ εἶναι φίλοι;».
«Κατ’ ἀρχάς, ὄντας κάποιος “πατέρας” ἤ “μάνα” ἀποκτᾶ ὑψηλὸ ἀξίωμα ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος εὐλόγησε τὸν θεσμὸ τῆς οἰκογένειας! Δηλαδὴ ἡ γονεϊκότητα, ἡ οἰκογένεια εἶναι κι αὐτὴ δύναμη ποὺ ὀφείλουμε νὰ “ἀσφαλίζουμε” στὸ καλό, προκειμένου νὰ αὐξηθεῖ! ΟΙ ΑΙΩΝΙΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ εἶναι καθορισμένοι σαφῶς ἀπὸ τὸν Κύριο, καὶ ἀπέναντί τους οἱ ἄνθρωποι παίρνουμε σαφὴ θέση. Ἤ εἴμαστε ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τοὺς ὑποτάσσονται, καὶ μοχθοῦμε γιὰ νὰ προστατεύσουμε τὸν ἄνθρωπο, ἤ εἴμαστε ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ βγαίνουν νὰ γκρεμίσουν —γιὰ νὰ φύγει ἡ εὐλογία καὶ ἀπὸ τὰ παιδιά τους(…)— ἀραδιάζοντας ἀποφθέγματα ποὺ ὑποκρίνονται πὼς εἶναι σοφὰ…».
«Ἔχω βεβαιωθεῖ ὅτι τὰ ἀποφθέγματα τῆς ψευδοσοφίας ὁδηγοῦν στὴν ἀβεβαιότητα! Ὁ Ἕκτορας δὲν ἡσυχάζει μὲ τίποτα, παρόλο ποὺ ὁ πατέρας του τοῦ κάνει ὅλα τὰ χατήρια, σὰν “φίλοι” ποὺ εἶναι…», εἶπα καὶ σκέφτηκα πὼς οἱ ἐνοχὲς εἶναι ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες ἀπὸ τὴν μετάνοια. «Αὐτὸ ποὺ βλέπω ἐγὼ εἶναι ὅτι κατὰ βάθος δὲν χάνει εὐκαιρία νὰ ἐκδικεῖται τὸν πατέρα του!».
«Ἡ πηγὴ τῆς ἐσωτερικῆς ἡσυχίας εἶναι ἡ οἰκογένεια ποὺ “τρέφεται” ἀπὸ τὴν ἱερότητα τοῦ θεσμοῦ! Ἀπὸ μόνο του τὸ παιδὶ δὲν γνωρίζει τὰ αἴτια ποὺ τοῦ προκαλοῦν λύπη. Ὅσο ὁ γονιὸς ΕΞΗΓΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ μὲσα ἀπὸ τὴν ΕΝΑΡΕΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ, ἡ περιοχὴ τῶν πνευματικῶν ἀπαντήσεων ἀρχίζει νὰ διευρύνεται μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ· οἱ γνώσεις ἀπὸ τὸ βίωμα τῆς ἀρετῆς τοῦ κληροδοτοῦνται, ἐπιτρέποντας στὸ παιδὶ νὰ ἀναγνωρίζει “τὸ ἕνα, ποὺ φέρνει τὸ ἄλλο”. Βάζοντας τὰ πράγματα στὴν σειρά τους σύμφωνα μὲ τοὺς “κανόνες τοῦ Παραδείσου”, χτίζεται ἡ ἡθικὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν ὅμως τὸ παιδὶ ἀποτυγχάνει νὰ διδαχθεῖ τί τὸ κάνει δυστυχισμένο, φοβᾶται! Ὅσο οἱ γονεῖς ἀρνοῦνται τὴν ἱερότητα τῆς οἰκογένειάς τους, ὁ φόβος θὰ εἶναι “ἀνεπίτρεπτο” θέμα στὶς συζητήσεις τους, καὶ τὸ ἄγχος ἀπὸ τὸ “ἄτοπο” θὰ συνεχίζει νὰ κάνει τὸ σπίτι τους “ἐμπόλεμη ζώνη”…».
«Ἐκεῖ εἶχα καταλήξει καὶ ἐγώ, ὅτι ὅταν κάποιος δὲν σέβεται τὴν ἱερότητα τῆς οἰκογένειάς του, καὶ τὴν ἱεράρχισή της ὅπως τὴν ἔδωσαν οἱ Ἀπόστολοι, δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιληφθεῖ τί προκαλεῖ τὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη, τὴν καταλλαγὴ μὲ τοὺς ἄλλους…».
«Κάθε φορὰ ποὺ ὁ ἄνθρωπος περιφρονεῖ τοὺς κανόνες ποὺ ἔδωσε ὁ Θεός καὶ συνειδητὰ ἤ ἀσυνείδητα τοὺς “παραχαράσσει” καὶ τοὺς “κακοχωνεύει”, μεγαλώνει ἀλλὰ δὲν ὡριμάζει γιὰ τὴν αἰωνιότητα. “Θαυμάζει” τὸν ἑαυτό του, ποὺ ἐπιλέγει νὰ παραμείνει “αἰώνιο παιδὶ”! Ὅμως Ο ΦΙΛΟΣ δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ δώσει λύσεις, μόνο σὲ ἀκούει καὶ συμπάσχει μαζί σου. Ἄν τοῦ ζητᾶς παράλογα πράγματα ἴσως τὰ δώσει, ἐπειδὴ δὲν εἶναι “ἐπισήμως” ἐπιφορτισμένος μὲ τὴν εὐθύνη σου. Ἄν εἶσαι θρασὺς ἤ παίρνεις τὸν κατήφορο, ἁπλῶς σὲ παρακολουθεῖ νὰ ξοδεύεσαι, εἶναι ἀνήμπορος νὰ κάνει κάτι… Ἀπαντήσεις διαθέτει Ο ΓΟΝΙΟΣ, ὁ ὁποῖος ἀναγνωρίζει τὶς γονεϊκὲς εὐθύνες του, καὶ ἐπειδὴ γνωρίζει τὸν ἠθικὸ λόγο γιὰ κάτι ποὺ κάνει ἤ ἀπορρίπτει, ἔχει τὸ θάρρος τῆς γνώμης του».
«Γι’ αὐτὸ νιώθει ὁ Ἕκτορας θύμα; Ἐπειδὴ ἀντὶ ὁ πατέρας του νὰ ἡγεῖται τῆς οἰκογένειάς του, ὅπως τὸ ὅρισε ὁ Χριστός, διάλεξε νὰ παραμένει “γιὰ πάντα παιδί”; Τὸ ξέρεις ὅτι τὸ ἔχουν γιὰ “παιχνίδι” ὅταν πηγαίνουν στὴν θάλασσα, νὰ τοῦ πετάει πάνω του ἄμμο ὁ Ἕκτορας, καὶ ὁ πατέρας του νὰ τὸ βρίσκει ἀστεῖο καὶ νὰ γελάει; Καὶ στὸ σπίτι κάνουν πολλὰ τέτοια “παιχνίδια”! Δὲν εἶναι ὑποκρισία αὐτό; Νὰ καμαρώνει ποὺ τοῦ φέρεται ὁ γιός του μὲ ἀναίδεια; Εἶναι σὰν νὰ μὴν ἔχει ἐπίγνωση ὅτι ὑπεύθυνος γιὰ τὸ παιδί του εἶναι αὐτὸς ὁ ἴδιος… Ἄν ὁ Ἕκτορας γίνει “δημόσιος κίνδυνος”, δὲν θὰ τὸν “ἐνοχλεῖ;».
«Παιδί μου, τὰ πράγματα μπερδεύτηκαν! Παλιότερα, ὅταν ἤμασταν παιδιά, φτιάχναμε ῥόλους ἀπὸ ὅσα ζούσαμε καὶ χαιρόμασταν ποὺ παίζαμε μὲ τὸ “τίποτα”. Τώρα τὰ παιδιὰ ἀγοράζουν καὶ παίζουν αὐτὰ ποὺ βλέπουν στὰ παιδικά, καὶ ἔτσι ἡ φαντασία τῶν παιδιῶν ἀκυρώθηκε! Ἐπειδὴ ὁ τρόπος τοῦ παιχνιδιοῦ “προσχεδιάζεται” ἀπὸ ἐνήλικες, τὰ παιδιὰ εἶναι ἀνίκανα νὰ χαροῦν! Ὑπὸ αὐτὴν τὴν ἔννοια, τὰ παιχνίδια ἔγιναν “ἐργαλεῖα”, μὲ τὰ ὁποῖα οἱ γονεῖς “εἶναι ὑποχρεωμένοι” νὰ προμηθεύσουν τὰ παιδιά τους… Συνάμα, ἡ χρήση πολλῶν ἐργαλείων τῶν μεγάλων, ποὺ προορίζονταν γιὰ τὴν μάχη τῆς ἐπιβίωσης, μέσα στὸ “ὄνειρο” τώρα μετατράπηκαν σὲ “παιχνίδια”, ποὺ ὑπόσχονται στοὺς μεγάλους ὅτι θὰ συναντήθοῦν μὲ τὴν χαρά, παίζοντας “τὸ παιχνίδι τῆς ἔπαρσης(!) καὶ τῆς ἀφθονίας”… Τέτοια εἶναι τὰ ἀκριβὰ αὐτοκίνητα, ὁ πολυέξοδος ῥουχισμός, ἡ ἐντυπωσιακὴ ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση, ὁ συνήθης ψηφιακὸς ἐξοπλισμὸς τοῦ σημερινοῦ νοικοκυριοῦ, τὸ φαγητό, καὶ πάει λέγοντας».
«Μὲ τὸ φαγητὸ πῶς μπορεῖ νὰ παίξει, κάποιος;».
«Μὰ τὸ φαγητὸ ἔχει πάψει νὰ προορίζεται γιὰ νὰ καλύψει τὶς ἀνάγκες τοῦ σώματος, ἐδῶ καὶ πολλὲς δεκαετίες! Μέσῳ αὐτοῦ ὁ ἄνθρωπος παίζει διάφορους πολυτελεῖς, ἐγωιστικοὺς ῥόλους, ποὺ τὸν καταξιώνουν στὰ μάτια τῶν ἄλλων, ἤ τοῦ ἑαυτοῦ του. Τὸ ἄτοπο ὅλης τῆς ὑποθέσεως εἶναι πὼς ὁ ἄνθρωπος ἐργάζεται σὰν εἵλωτας, ὥστε μόλις σχολάσει νὰ “παίξει” μὲ τὰ πολυδάπανα “παιχνίδια”, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἐξασφαλίζει τὴν αἴσθηση ἐλευθερίας ποὺ “τοῦ ἀξίζει”! Δηλαδὴ μὲ τὸ “παιχνίδι” ὁ ἄνθρωπος “ξεχάστηκε” ἀπὸ τὸν μοναδικὸ ζωογόνο στόχο τῆς ζωῆς του, νὰ εἶναι ΧΡΗΣΙΜΟΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ…».
«Ἐννοεῖς ὅτι αὐτοὶ ποὺ μένουν “γιὰ πάντα παιδιά”, ἔχουν “ἐγκλωβιστεῖ” στὴν παιδικὴ ἀθωώτητα; Γι’ αὐτὸ ἀντὶ νὰ δημιουργήσουν κάτι ποὺ λείπει ἀπὸ τὴν κοινωνία, κάνουν παιδιαροκαμώματα; Ὅμως σὲ τελικὴ ἀνάλυση, μία τέτοια “ἀθωώτητα” δὲν καταλήγει σὲ ὑποτίμηση;».
«Κατὰ τὴν γνώμη μου, προβάλλεται ἐπιτακτικῶς ἕνας ὀνειρικὸς τύπος “παιδικῆς ἀθωότητας” ὡς ἐπαναστατικός(!), ποὺ ὅμως καπηλεύεται καὶ τὴν “παιδικὴ ἀνημπόρια”, ἀλλὰ καὶ τὴν “παιδικὴ ἀνευθυνότητα”! Ἐδῶ ταιριάζει ἡ παροιμία, “ἐπέρσι περπατούσαμε καὶ φέτος ἀρκουδοῦμε!2. Βεβαίως, ὅ,τι εἶναι ὁ σκοπός, ἀνάλογα εἶναι καὶ τὰ μέσα… Γιὰ νὰ ἐξασφαλίζουν τὴν συνέχιση τοῦ “παιχνιδιοῦ τους”, τὰ “αἰώνια παιδιὰ” θυματοποιοῦνται καὶ ἀπενοχοποιοῦνται, ἀναλόγως μὲ τὶς ἑκάστοτε συνθῆκες ποὺ τὰ ἐξυπηρετοῦν! Μιλᾶμε δηλαδὴ γιὰ τὴν ζωὴ τῶν διαρκῶν συγκρούσεων μὲ τοὺς ἄλλους, καὶ τὴν φιλονικία ὡς “δικαίωμα” πλέον! Τὸ παιδὶ ποὺ δὲν προτίθεται “νὰ μεγαλώσει”, ὑποκλίνεται μὲ μωροπιστία μπροστὰ στὴν κοσμικὴ ψευδοσοφία, ποὺ συμβουλεύει τὰ “δικά της παιδιά”: “Ἀγκαλιάστε τὴν δυσφορία—εἶναι τὸ σιδηρουργεῖο ὅπου διαμορφώνεται ἡ ἀνάπτυξη!1”…».
«Μὰ ὅταν ἡ φιλονικία γίνεται ἀντιληπτὴ ὡς δικαίωμα, αὐτὸ σημαίνει πὼς συγχέουμε τὸν ἁληθινὸ ἑαυτό μας, μὲ τὰ κατώτερα ἔνστικτά μας! Δηλαδὴ καταντᾶμε νὰ πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε “ἄξιοι” ὅταν κονταροχτυπιόμαστε μὲ τοὺς ἄλλους, ἐπειδὴ εἶναι ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ τοὺς… “ὑποτάξουμε”! Γιατὶ ὅσο μεγαλώνει ὁ Ἕκτορας νὰ ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΤΑΙ νὰ ταΐζει τὸν τύραννο μέσα του; Πῶς μπορεῖ νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὰ “παιχνίδια” τῶν μεγάλων;», εἶπα μὲ λύπη, βλέποντας ὅτι μὲ τὶς καθημερινὲς ἔριδες καὶ τὴν ἀπαίτηση γιὰ ἐκδίκηση, ὁ νοητὸς τύραννος ἐξουθένωνε τὸν συμμαθητή μου.


«Χριστόφορε, ὅσο ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος δὲν ἐγκαταλείπει τὶς “μασημένες” πληροφορίες καὶ τὶς ψευδογνώσεις, ἐξακολουθεῖ νὰ ἐπιτρέπει στὰ συναισθήματα νὰ δέχονται πονηρὲς ἐντολές. Τὸ “ῥίζωμα” στὰ συναισθήματα ἀφήνει τὴν σκέψη “ἄσκαφτη”, γεμάτη ζιζάνια, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβει ὅτι ἄν καλλιεργήσει ἀληθινὲς γνώσεις, θὰ σταματήσει νὰ ἔχει πρόβλημα “ἐπιβίωσης”, ἐπειδὴ θὰ δρέπει καρπούς! Ἡ ἀγνωσία πάνω στὴν ἀξιοπρέπεια τοῦ πνεύματος φέρνει τὴν ἔλλειψη ἠθικῆς ἐπιγνώσεως· ὁ ἀνεύθυνος, ὁ ὀκνός, μαθαίνει νὰ ἑρμηνεύει ἀορίστως τὴν εὐαλωτότητα, τὴν τρωτότητά του, ὡς κάτι “καλό”, καὶ ἡ ζωή του ἀρρωσταίνει ἀπὸ τὴν “χολέρα” τοῦ πνεύματος… Ἐν τούτοις ὁ Ὀρθόδοξος μέσα στὴν κολυμβήθρα ἀναγεννιέται ἀκατάβλητος ἀγωνιστής! Ἀκριβῶς ἐπειδὴ στοχεύει στὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη, ἑτοιμάζεται γιὰ τὸν ἀόρατο πόλεμο. Ἀκόμα κι ἄν τοῦ ἀφαιρέσουν ὅλα τὰ ὑπάρχοντα, ἐκεῖνος ἔχοντας μαζί του τὴν Χάρη τοῦ Χριστοῦ, καταφεύγει στὸν οὐρανό! Ὁ νοητὸς τύραννος μπορεῖ νὰ δεῖ μόνο μέχρι καὶ τὰ ἀστέρια, ὄχι στοὺς πιὸ πάνω οὐρανοὺς, καὶ ἔτσι τὸ καταφύγιο τοῦ πράου ἀθλητῆ εἶναι ἀπροσπέλαστο γιὰ τὸν νοητὸ ἐχθρό! Οἱ διδαχὲς τῶν θεοφόρων Πατέρων γεφυρώνουν τὴν σχέση μὲ τὸν Χριστό, καὶ τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους, ἐπειδὴ εἶναι ἀληθινὲς γνώσεις!».
«Καταλαβαίνω ὅτι ὁ συνδυασμὸς εὐμάρειας καὶ αὐθαιρεσίας “τρώει” τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὅμως ἕνας νέος ἄνθρωπος δὲν ἐπιλέγει νὰ φυτοζωεῖ! Εἶναι ἐπακόλουθο, ἡ ἀδαπάνητη δύναμη καὶ ἐνεργητικότητα ποὺ τὸν πλημμυρίζουν, στὸ τέλος νὰ τὸν πνίγουν! Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ὅμως ποὺ δὲν τοῦ ἔμαθαν νὰ ἀναλαμβάνει τὶς εὐθύνες του καὶ καταδικάζεται νὰ ζεῖ ὡς “ἀνήμπορος”, πῶς μπορεῖ νὰ προφυλαχτεῖ ἀπὸ τὶς ἐσωτερικὲς συγκρούσεις καὶ τὴν δυσφορία τους; Ὅταν “ὁ κόσμος του” τὸν σπρώχνει νὰ “ἀγκαλιάζει τὸ ἄγνωστο ποὺ ἔρχεται”, δὲν τὸν ἐμπαίζει, πείθοντάς τον ὅτι ἡ ἀμάθεια εἶναι “ἀρετή”; Δὲν στήνει τὰ καινούργια “παιχνίδια του” πάνω στὴν ἀμάθεια καὶ τὴν ἀνευθυνότητά του;».
«Κάποιος εἶχε πεῖ, ὅτι “Εἶναι πολὺ ἐπικίνδυνο νὰ δείξουμε στὸν ἄνθρωπο πόσο μοιάζει μὲ τὰ ζῶα, ἄν δὲν τοῦ δείξουμε τὸ ΜΕΓΑΛΕΙΟ του. Εἶναι ἐπίσης ἐπικίνδυνο νὰ τοῦ δείξουμε τὸ μεγαλεῖο του, χωρὶς νὰ τοῦ φανερώσουμε τὴν ΜΙΚΡΟΤΗΤΑ του. Καὶ εἶναι ἀκόμα πιὸ ἐπικίνδυνο, νὰ τὸν ἀφήσουμε νὰ ἀγνοεῖ καὶ τὰ δύο”3. Ἄν συμβεῖ ἡ τελευταία περίπτωση, ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν “αἰώνια παιδικὴ ἀνωριμότητα”… Τὸ “πάντα παιδὶ” εἶναι ἀνυποψίαστο γιὰ τὴν ἀβασίλευτη ἀσφάλεια τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, καὶ στὴν ἀναζήτηση τῆς προσωρινῆς ἐξασφαλίσεως δίνει ὅλη τὴν δύναμή του· ἡ ὁποία ὄχι μόνο ἀποτυγχάνει νὰ αὐξηθεῖ, ἀλλὰ “ἐπιτάσσεται” νὰ “ταΐζει” τὸν νοητὸ τύραννο! Ἡ ψευδοσοφία πουθενὰ δὲν ἀναφέρεται στὴν ζωὴ μετὰ θάνατον! Ἐξ ἄλλου τὸ πνεῦμα τῆς κοσμικῆς “σοφίας” γοητεύεται ἀπὸ τὰ καταχθόνια, τὰ ἐξωραΐζει, τὰ ἐξιδανικεύει… Τὰ περιτυλίγει μὲ τὸν μύθο, δηλαδὴ μὲ τὸ ὄνειρο, καὶ τὰ πουλάει σὲ ὅσους “νυστάζουν”…».
«Ναὶ ἀλλὰ ἔτσι ὁ Ἕκτορας θὰ συνεχίζει νὰ ψάχνει τὴν ἀλήθεια ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχει! Τὸ εἶπα καὶ στὸν ἴδιο δηλαδή, ὅτι ἔξω ἀπὸ τοὺς αἰώνιους κανόνες τῆς δημιουργικότητας, θὰ χτυπάει πάνω στὴν ἔλλειψη ἀποτελεσματικότητας, καὶ τὴν ἀδυναμία ἐπίτευξης ἑνὸς ἀληθινοῦ στόχου! Προφανῶς ἔβλεπε τὴν ἀγωνία μου γιὰ τὸν δρόμο ποὺ εἶχε πάρει, καὶ ἔπαψε νὰ ἀμύνεται ἀπέναντί μου· ἡ ἀπάντησή του ἦταν ὅτι ἴσως, ἐννοοῦσα τὸν “πανύψηλο τοῖχο” ποὺ τοῦ ἔκρυβε τὴν ἀξιοπρέπεια, καὶ ἡ ζωὴ φαινόταν χωρὶς νόημα, δηλαδὴ ἀνόητη, πληκτικὴ… Ὅμως ἐγὼ ἀρνοῦμαι νὰ δεχτῶ, νὰ μὴν μπορεῖ ὁ νοήμων ἄνθρωπος νὰ κατανοήσει τὶς πραγματικὲς αἰτίες τῆς δυσαρέσκειάς του, καὶ νὰ παίρνει τὸν φόβο ὡς “δεδομένο”!».
«Συμφωνῶ μαζί σου, Χριστόφορε. Δυστυχῶς τὸ ψέμα ποὺ ἔχει μεγαλώσει τὸν γονιό, στὸ παιδὶ περνάει σὰν κάτι ποὺ μοιάζει μὲ “ἀλήθεια”! Εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ “ἀπέραντου ψεύδους”, ὅπως λέμε μὲ τὸν πατέρα σου, ὅπου τὸ σημεῖο ἀπὸ ὅπου ἄρχισε τὸ ψεῦδος, στὶς ἑπόμενες γενεὲς ἔχει πάψει νὰ εἶναι ὁρατό. Ἄν ὁ πατέρας τοῦ ὁποιουδήποτε Ἕκτορα ἀνατράφηκε μὲ τὸ “ἀπέραντο ψεῦδος” —ὁπότε θὰ τυραννιόταν κι αὐτὸς ἀπὸ τὸν “πανύψηλο τοῖχο”— ἴσως νὰ ἐξηγεῖται τὸ ὑποτιμητικὸ “παιχνίδι-καταφύγιο” τοῦ ἐγωιστικοῦ ὀνείρου, μπροστὰ στὴν δυσφορία ἀπὸ τὶς συγκρούσεις καὶ τὸν φόβο ἀπὸ τὸ ψέμα τῶν καταχθονίων…».
«Θέλεις νὰ πεῖς ὅτι ὅσο ὁ Ἕκτορας δὲν βγάζει νόημα ἀπὸ τὴν ζωή του, εἶναι θέμα χρόνου νὰ “ἐπαναστατήσει”, μὲ τρόπο ποὺ θὰ τὸν κάνει ἴδιο μὲ ὅσα βλέπει τώρα καὶ σιχαίνεται; Μὰ αὐτὸ δὲν θὰ ἦταν ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ;». Τινάχτηκα ὁλόκληρος! «Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια ὡς συνειδητὴ ἐπιλογὴ ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ὑποκρισία, τὸ “ἀπέραντο ψεῦδος” εὐθύνεται γιὰ τὴν ἀνεπίγνωστη ὑποκρισία!».
«Ἐννοεῖται! Ἡ εὐλογημένη πίστη μας διδάσκει νὰ σταυρώνουμε τὰ πάθη μας, γιὰ νὰ μὴν παρασυρθοῦμε ἀπὸ τὸν ὕπνο τῆς παρακοῆς! Ἄν πιστεύουμε ὅτι μᾶς πρέπει τὸ ἄξιο, ὀφείλουμε στὸν ἑαυτό μας νὰ τὸν ὑποβάλλουμε μὲ φιλότιμο σὲ κάποιες θυσίες. Ὁ Κύριος μᾶς ἀποκάλυψε τὸ μεγαλεῖο μας καὶ τὴν μικρότητά μας, καὶ μᾶς ἔδωσε τὸ φῶς καὶ τὴν δύναμη νὰ Τὸν ἀναζητήσουμε! Ἡ εὐλογία ἀρχίζει μόλις μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐκτιμήσει τὰ δῶρα καὶ τὰ θαύματα ποὺ τοῦ ἔρχονται ἀπὸ τὸν Χριστό! Τότε θὰ συγχωρήσει καὶ ὅσους δὲν γνώριζαν αὐτὰ ποὺ ἡ ψυχή του πάλλεται γιὰ νὰ μάθει, καὶ θὰ πασχίσει νὰ γίνει ὁ ἴδιος τὸ εὐλογημένο ὑπόδειγμα γιὰ τοὺς ἑπόμενους· οἱ ὁποίοι ὡς ἀκατάβλητοι ἀγωνιστές, θὰ ἀπολαμβάνουν τὴν οἰκογένεια ποὺ “τρέφεται” ἀπὸ τὴν ἱερότητα τοῦ θεσμοῦ!
Ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις τὴν ἀγάπην,
Ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις τὴν ἀγάπηντελειότητος.
Καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ βραβευέτω ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν,
εἰς ἥν καὶ ἐκλήθητε ἐν ἑνὶ σώματι· καὶ εὐχάριστοι γίνεσθε
Πάνω σὲ ὅλα αὐτὰ νὰ ἐνδυθῆτε τὴν ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι σὰν ἕνας κρίκος, ποὺ δένει μαζὶ ὅλες τὶς ἀρετές, σὲ τέλειο σύνολο. Καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἄς ἐπιστατεῖ καὶ ἄς κυριαρχεῖ μέσα στὶς καρδιές σας. Γι’ αὐτὴ τὴν εἰρήνη ἔχετε κληθεῖ, ὥστε νὰ γίνετε ἕνα σῶμα. Προσπαθεῖστε ἀκόμα νὰ γίνεσθε καὶ εὐχάριστοι πρὸς τοὺς ἄλλους, σύμφωνα πάντοτε μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. (Κολασ. 3,15)
1 λόγια τοῦ ἀργεντινοῦ ψυχοθεραπευτὴ καὶ συγγραφέα, Χόρχε Μπουκάι
2 ἀρκουδοῦμε: μπουσουλᾶμε
3ὁ μαθηματικὸς καὶ Χριστιανὸς στοχαστής, Πασκάλ

