You are currently viewing -Μισὴ ζωὴ

-Μισὴ ζωὴ

Ἔβλεπα μέσα στὴν ἐκκλησία τὸν Νικηφόρο νὰ κάνει τὸν σταυρό του, καὶ δὲν μποροῦσα νὰ ἑρμηνεύσω τὴν ἀνάγκη νὰ ἔχουν τόση ταπείνωση οἱ κινήσεις του. Ἴσως στὰ τριάντα του —τὰ διπλὰ χρόνια ἀπὸ τὴν ξαδέρφη του Ἰφιγένεια, τὴν κολλητή μου— νὰ μὴν ἔχει ἀνάγκη νὰ ἀποδείξει ὅτι “ἁρπάζει τὴν ζωὴ ἀπὸ τὰ μαλλιά”, καὶ γι’ αὐτὸ δὲν φοβᾶται ὅτι ἡ μετριοφροσύνη θὰ τὸν “ἐκθέσει”. Στὴν δική μου ἡλικία πρέπει νὰ ἔχουμε “θριάμβους” νὰ δείξουμε στὰ ἄλλα παιδιά, ἄν δὲν θέλουμε νὰ χάσουμε τὴν ἀποδοχή τους. Ἐπειδὴ αὐτὴ εἶναι καὶ γιὰ ἐμένα ἡ μεγαλύτερη ἀνησυχία, ἡ αἴσθηση πὼς βρίσκομαι σὲ “δοκιμαστικὴ ἀκρόαση”, μὲ βασανίζει μονίμως. Ὅπως λένε καὶ τὰ περιοδικά, ὅταν γινόμαστε ἀποδεκτοὶ ἀπὸ τοὺς ἄλλους, διαμορφώνουμε τὴν συνείδηση τῆς ἀξίας μας. Ὅπως βλέπουμε καὶ στὶς ταινίες, μέσῳ τῆς ἀλληλεπιδράσεως μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, οἱ νέοι χτίζουμε τὴν ταυτότητά μας μὲ τὶς συγκρίσεις. Ὅμως ὅπως εἴμαστε ὑπερφορτωμένοι μὲ ἐξωσχολικὲς δραστηριότητες, δὲν ἔχουμε χρόνο νὰ ἀναπτύξουμε τὴν “αἴσθηση ὕπαρξης”! Εἶναι ἑπόμενο νὰ ζοῦμε μία περίεργη ζωή, γεμάτη ἄγχος καὶ συναισθήματα μοναξιᾶς, ἀνασφάλειας καὶ ἀπόρριψης… Ἰδιαιτέρως οἱ γυναῖκες, νιώθουμε μεγαλύτερη πίεση γιὰ νὰ φαινόμαστε ἑλκυστικές, καὶ νὰ φερόμαστε μὲ συγκεκριμένους τρόπους! Ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει γνήσια ἐμπειρία καθημερινῆς, αὐθόρμητης ἐπαφῆς μὲ φίλους καὶ συγγενεῖς, γιὰ νὰ διαμορφώσουμε τὴν ταυτότητά μας, ἀναγκαζόμαστε νὰ μηρυκάζουμε καὶ τὸ παρελθόν, στὴν προσπάθειά μας ΝΑ ΣΥΛΛΑΒΟΥΜΕ στὸ μυαλὸ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΑΣ! Ὅπως τὸ βλέπω ἐγώ, οἱ παράπλευρες ἀπώλειες —δηλαδὴ τὸ “αὐτονόητο”— εἶναι νὰ ἀποδεσμευτῶ ἀπὸ τὸ “ὁλόσωστο”, ἐπειδὴ ἔχει πάψει νὰ ἔχει νόημα, μιὰ καὶ ὅλοι ἀνησυχοῦν περισσότερο γιὰ τὴν φήμη τους, παρὰ γιὰ τὴν συνείδησή τους…

«Ἐλισσώ, σὲ πειράζει νὰ μείνουμε στὴν Μονὴ καὶ μετὰ τὸν καφέ;». Ἡ Ἰφιγένεια χρωμάτισε τὴν ἐρώτηση μὲ εὐγένεια, προσέχοντας νὰ μὴν μὲ θυμώσει, ποὺ μοῦ τὸ ἔλεγε τὴν τελευταία στιγμή. Ἤξερε ὅτι θύμωνα “ἄσχημα”· ἀλλὰ δὲν εἶχε πειστεῖ πὼς μὲ τὰ ξεσπάσματα, στὸ “ἐν βρασμῷ”, ἐγὼ διαμόρφωνα τὴν “αἴσθηση τοῦ ἑαυτοῦ μου”! Ἦταν Σάββατο πρωί, καὶ στὸ μοναστήρι δὲν εἶχε πολὺ κόσμο. Μόλις τελείωσε ὁ ἐκκλησιασμὸς καὶ ἡ δέηση γιὰ τὰ σαράντα τῆς γιαγιᾶς τῆς Ἰφιγένειας. Τὴν δική μου γιαγιὰ τὴν χάσαμε πέρσι. Συνήθιζα νὰ τὴν παρακολουθῶ ὅταν ἀνέφερε διάφορα γιὰ τὴν πίστη, ἀλλὰ ἔβλεπα τὸν ἑαυτό μου κάπως ἀποκομμένο ἀπὸ ὅσα ἔνιωθε ἐκείνη. Ἔλεγε καλὰ πράγματα ἀλλὰ δυσκολευόμουν νὰ διακρίνω τὴν βάση τους, καὶ ἔτσι ἀπλῶς τὴν ἄκουγα.Ἦταν γειτόνισσες καὶ φίλες μὲ τὴν γιαγιὰ Ἰφιγένεια, ἡ ὁποία εἶχε τὴν ἀδερφή της ἐδῶ, στὸ μοναστήρι. Ὁ Νικηφόρος τὶς ἔφερνε τακτικῶς καὶ τὶς δύο, γιὰ νὰ συζητήσουν μὲ τὴν ἀδερφὴ Θεοπρεπία, γιὰ τὴν Ἀγαπημένη τους Παναγία! 

«Ὄχι, δὲν μὲ πειράζει, δὲν ἔχω κάποια δουλειά. Στὸ πρόγραμμα ἐθελοντισμοῦ, ποὺ σοῦ εἶπα πὼς θὰ πάρω μέρος, θὰ πάω τὸ ἀπόγευμα. Ἄν θέλεις νὰ ἀναπτύξεις τὶς κοινωνικὲς δεξιότητες καὶ τὴν διεκδικητικότητά σου, μπορεῖς νὰ ἔρθεις μαζί μου». Μίλησα μὲ ὕφος ἀγέρωχο, “κοσμοπολίτικο”, ξέροντας ὅτι πολλὰ παιδιὰ θὰ ἤθελαν νὰ εἶναι στὴν θέση μου. Ὅπως καθόμουν μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους καὶ ἔτρωγα ἕνα παξιμάδι, ἡ ματιὰ πῆγε σὲ ἕνα κείμενο ποὺ διάβασα ἀπέναντι, στὸν τοῖχο.

ΚΑΡΠΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ:

Χαρά, Ἀγάπη, Εἰρήνη, Μακροθυμία, Ἀγαθότητα, Πίστη, Ἐγκράτεια

ΚΑΡΠΟΙ ΤΟΥ ΠΟΝΗΡΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ:

Ἀκηδία, Ἀνυπομονησία, Θυμός, Μίσος, Ἀντιλογία,

Ἀπελπισία, Ὀκνηρία στὴν προσευχή

Μόλις κατάλαβα αὐτὸ ποὺ διάβασα γιὰ τὸν θυμό, τὸ “κανόνι του” μέσα στὴν ψυχή μου βρυχήθηκε, καὶ μὴν ξέροντας χρονοτριβές, μπουμπούνησε! Ὅπως ἔνιωσα τὰ μέσα μου νὰ “θερίζονται”, ἐξ αἰτίας τῆς ἄδικης κακολόγησης αὐτοῦ τοῦ ἀπαραίτητου “ἐργαλείου”, ποὺ ἦταν “τὸ δεξὶ χέρι μου”, ἡ “δίκαιη” ἀγανάκτηση ποὺ καθρεφτίστηκε στὸ βλέμμα μου ἔγινε ἀντιληπτὴ ἀπὸ τὴν Ἰφιγένεια καὶ τὸν Νικηφόρο. Δὲν ἔφταιγα ἐγώ, ποὺ οἱ ἄλλοι ἔκαναν συνέχεια λάθη! Ἄν δὲν μιλᾶμε, γιὰ νὰ διορθώνονται κάποιοι, πῶς περιμένουμε νὰ καλυτερεύουν τὰ πράγματα; Ἐξ ἄλλου εἶναι καὶ αὐτὸς ἕνας “θρίαμβος”, ποὺ κάνει τοὺς φίλους νὰ σὲ θαυμάζουν, ἡ ἀποφασιστικότητα καὶ ὁ δυναμισμὸς στὴν ὑπεράσπιση τοῦ “σωστοῦ”! Ὅταν λέω τὰ πράγματα μὲ τὸ ὄνομά τους, μερικοὶ μὲ κατηγοροῦν γιὰ ἀκοσμία, ἀλλὰ ἐγὼ δὲν φοβᾶμαι! Εἶχα διαβάσει κάπου: “Ἴσως εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ διαλέξει κανεὶς ἀνάμεσα στὸ νὰ μὴν εἶναι τίποτα, καὶ στὸ νὰ ὑποκρίνεται αὐτὸ ποὺ εἶναι”1. Ἐγὼ ὅμως, θὰ παραμένω ὁ ἑαυτός μου! Εἶμαι ΑΠΟΦΑΣΙΣΜΕΝΗ νὰ ζήσω ΕΛΕΥΘΕΡΗ!

«Ὅλα καλά;», ῥώτησε ἡ Ἰφιγένεια, ποὺ μὲ ἤξερε. Ὁ Νικηφόρος πρόλαβε καὶ διάβασε τὸ κείμενο ἀπέναντί μου. 

«Οἱ ἄνθρωποι παλιότερα εἶχαν μία στενότητα στὴν σκέψη τους, ἀλλὰ εὐτυχῶς τώρα ἡ αὐστηρότητα ἔπαψε νὰ εἶναι ἐμπόδιο», εἶπα, προσπαθώντας νὰ δώσω τόνο νίκης στὴν φωνή μου. «Εἴμαστε ἐλεύθεροι νὰ λέμε τὴν γνώμη μας. Ὁ θυμὸς εἶναι μέσα στὴν φύση μας καὶ ὅσο ἔχουμε ἐπιχειρήματα, ἐπιβάλλεται νὰ θυμώνουμε! Παίζουμε καὶ ἐμεῖς ῥόλο στὸν κόσμο τῆς ἀνισότητας ποὺ ζοῦμε! Ἤδη ὑποβαλλόμαστε στὶς ἀδικίες του, ποὺ ὅμως δὲν ἀνεχόμαστε…». Ἄν δὲν μιλοῦσα, θὰ ἔσκαγα.

«Μὰ ὁ θυμὸς προέρχεται ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια», παρατήρησε ἡ Ἰφιγένεια κοιτάζοντάς με στὰ μάτια. 

«Καὶ ἡ ταπείνωση προέρχεται ἀπὸ τὴν ἡττοπάθεια! Ὅταν ἡ ὑπερηφάνεια σοῦ ἐπιτρέπει τὴν “ἔμπνευση τοῦ ὡραίου”, καὶ σὲ βοηθάει νὰ “ζήσεις τὸ ὄνειρο” κι ἐσύ, ὅπως κάνουν ὅλοι οἱ διάσημοι, τότε ἀξίζει! Τουλάχιστον, νιώθεις ὅτι πλησιάζεις στὸν δρόμο πρὸς τὴν “ἐλευθερία”!». 

«Τὴν γνώμη μου σοῦ τὴν ἔχω πεῖ: καὶ νὰ καταφέρει ὁ πατέρας σου νὰ πάρει τὸ καινούργιο αὐτοκίνητο, ἔτσι ποὺ τὸν τυραννᾶς, μέσα θὰ μπαίνει ἡ σκιά σου, ὄχι ἐσύ! Ὅταν συγκρίνεις τὴν ζωή σου μὲ ὅσους “θριαμβεύουν”, τὴν χάνεις! Τὴν κάνεις δῶρο στὴν κατάθλιψη! Μὴν ἀδικεῖς ἄλλο τὸν ἑαυτό σου· σταμάτα νὰ ντρέπεσαι γιὰ τὸ αὐτοκίνητό σας, δὲν ἐνδιαφέρει κανέναν!». Ἡ Ἰφιγένεια πάντα μοῦ μιλοῦσε μὲ ζεστασιά, ἀλλὰ τὸ πεῖσμα μου ὑπερίσχυε.

«Εἶναι πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις μου, δὲν μπορῶ νὰ τὸ βγάλω ἀπὸ τὸ μυαλό μου! Τὰ θέλω ΟΛΑ ἤ τίποτα, τώρα!», δήλωσα, νιώθωντας τὴν πληγή μου μεγαλύτερη ἀπὸ ποτέ! Ἀναγνώριζα ὅτι τὸ αὐτοκίνητο ἦταν τὸ σύμβολο γιὰ τὸ καλύτερο, ποὺ λαχταροῦσα νὰ ἔρθει! Ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὸν βρόχο στὴν ψυχὴ ποῦ ἐκλιπαροῦσε γιὰ τὸ ἀπρόσιτο, διαγραφόταν γιὰ ἐμένα ὡς τὸ “καλύτερο”! Ὅσο γιὰ τὸ αὐτοκίνητο… Φαντάζομαι, ὅταν τὸ πάρουμε, θὰ σταματήσει ἡ διαφήμισή του νὰ κάνει τὴν καρδιά μου νὰ μαζεύεται… Θὰ ἱκανοποιηθῶ ὅπως αὐτοὶ στὶς ταινίες καὶ τὶς διαφημίσεις, ποὺ ἀκτινοβολοῦν ἀπὸ χαρά!

«Κορίτσια, ἡ ἐλευθερία εἶναι λύτρωση! Αὐτὸ εἶναι ἀπόλυτο!», παρενέβη ὁ Νικηφόρος. «Ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι νὰ λυτρωθεῖ! Ἡ “μισὴ” ἐλευθερία, ἐγγυημένα, εἶναι κρυμμένη σκλαβιά! Δὲν νοεῖται δηλαδή, ἐλευθερία, ποὺ συνδέεται μὲ τὸν παρορμητισμό, ὅπως τὸ ἔνστικτο ποὺ πιέζει γιὰ ἱκανοποίηση…». Ἔκανε μία παύση, γιὰ νὰ δεῖ ἄν ἐνδιαφέρθηκα ὅσο ἔπρεπε. 

Δὲν ἤξερα ὅτι εἶχα στὴν σκέψη, αὐτὸ τὸ “κατώγι”! Ἀνοίγοντας ἡ “πόρτα του”, ἡ θύμηση τῆς γιαγιᾶς μου, ἀνακάλεσε τὰ λόγια της: “Ὅπως ἡ “μισὴ” ἀλήθεια ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸ ψέμα, ἔτσι καὶ ἡ “μισὴ” ἐλευθερία ἰσοδυναμεῖ μὲ σκλαβιά”! Γενικῶς ἐπέμενε νὰ μιλάει γιὰ τὴν ἀπομίμηση, ποὺ ὅπως ἔλεγε, ἐνῶ ὑποδύεται μία κατάσταση “ἀδερφικὴ” μὲ τὸ ἀληθινό, ὁ λόγος ὕπαρξής της ἐξ ἀρχῆς, εἶναι νὰ τὸ προσβάλλει! “Ὁ ναρκισσισμὸς δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν ἀγάπη, ὅμως τὴν ὑποδύεται γιὰ νὰ πλευροκοπήσει τὴν ἀξία σου!”. Ἵσως νὰ μὴν μοῦ ἦταν ἐντελῶς ἄγνωστα αὐτὰ ποὺ ἔλεγε ἡ γιαγιά μου, ἀλλὰ ἐγὼ ποτὲ δὲν διέθεσα τὸν χρόνο γιὰ νὰ νιώσω τὰ λόγια της. Τώρα ποὺ σκέφτομαι τὸν τρόπο ποὺ ἀποχαιρέτησε ἡ Ἰφιγένεια τὴν δική της, συνειδητοποιῶ ὅτι οὔτε γιὰ νὰ “προσέξω” τὴν ἀπουσία τῆς γιαγιᾶς μου, “διέθεσα” χρόνο… Μέσα στὴν ψυχή μου μία ζοφώδης γεύση μὲ ἀνακάτεψε, ὅπως ἀποτύπωσε ἀνάγλυφα πόσο “ἀπαξιωτικὴ” ἦταν ἡ “συνείδηση τῆς ἀξίας” ποὺ εἶχα σχηματίσει ὥς τώρα! “Ἡ ψυχὴ εἶναι ἀκτίς! Ἀκτὶς τοῦ Αϊδίου, τοῦ Ἀπείρου, τοῦ ὑπερτελείου Φωτός!2”, ἦταν ἀπὸ τὰ τελευταῖα λόγια τῆς γιαγιᾶς μου. Ἴσως ἡ ψυχή της νὰ ζοῦσε τὸ “ὡραῖο”, τοῦ ὁποίου τὴν ἔμπνευση ἀναζητοῦσα κι ἐγώ! Γιατὶ πρέπει νὰ εἶναι τόσο μπερδεμένη ἡ ζωή; «Μὲ τὴν τεχνολογία, Νικηφόρε, ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος ἔχει αὐξημένη ἐπίγνωση γιὰ τὸν κόσμο γύρῳ του! Ξέρει ὅτι ἐλευθερώνεται, ὅσο ἱκανοποιεῖ τὶς ἐπιθυμίες του!», εἶπα χωρὶς νὰ πολυσκεφτῶ. 

«Μὰ ἐπιθυμίες ἔχουμε μόνο ὅταν δὲν καλύπτονται οἱ ἀληθινὲς ἀνάγκες μας! Ἤ, κατὰ μία ἄλλη ἔννοια, ἡ μοναδικὴ ἐπιθυμία μας εἶναι οἱ ἀνάγκες μας, νὰ εἶναι καλυμμένες!», εἶπε μαζεύοντας ἀπὸ τὸ τραπέζι τὰ πράγματά του, ἐπειδὴ θὰ ἔφευγε. «Ἄν ὅμως δὲν ἔχουμε ἐπίγνωση τῶν ἀληθινῶν ἀναγκῶν μας —στὸν καιρὸ τῆς ὑψηλῆς τεχνολογίας— τότε οἱ ἐπιθυμίες ποὺ θὰ γεμίζουμε, θὰ συγκρούονται μὲ τὶς ἀληθινὲς ἀνάγκες μας· δηλαδὴ τὰ “θέλω μας” θὰ γίνουν ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός μας!». Ἵσως φάνηκε ἡ ἀμηχανία που ἔνιωσα. Ἡ δική μου ἐπιθυμία ἦταν νὰ ἀναπτύξω τὴν “αἴσθηση ὕπαρξης”, ἐπειδὴ στὴν συνείδηση τῆς ἀξίας μου ὑστεροῦσα… Βλέποντας ὅτι δὲν εἶχα πάρει τὴν ἀπάντηση ποὺ ἔψαχνα, ὁ Νικηφόρος συνέχισε· «Ἐλισσώ, ὅποιος τὰ θέλει ΟΛΑ, ὑποψιάζεται ὅτι ἀγνοεῖ τί εἶναι αὐτὸ ποὺ τοῦ χρειάζεται, ἐπειδὴ ἀδυνατεῖ νὰ ξεχωρίσει τὸ πολύτιμο ἀπὸ τὸ ἄχρηστο! Φοβᾶται μήπως χάσει αὐτὸ ποὺ θὰ τὸν κρατήσει “ζωντανό”, ἤ μήπως ἀργήσει σὲ κάτι δυσαναπλήρωτο. Τότε, ζώνεται μὲ τὸν κυνισμό, καὶ καταδιώκει ΟΛΑ ὅσα ἐπιθυμεῖ…». 

“Ὁ δεκαρολόγος ποὺ γίνεται ὑπέρφαγος, στὸ τέλος τὰ χάνει ΟΛΑ!”. Ἡ θύμηση ἀπὸ τὴν καταχωνιασμένη μεριὰ τῆς σκέψης, ἐπανέφερε τὴν ἀπροσδιόριστη ἐντύπωση, πὼς ὁ δρόμος ποὺ εἶχα πάρει δὲν ξεκούραζε τὴν καρδιά μου… «Δηλαδή; Τί σημαίνει κυνισμός;». Μὲ τὸ βλέμμα ζήτησα νὰ μιλήσει χωρὶς περιστροφές. 

«Κυνισμὸς εἶναι ὁτιδήποτε εὐτελίζει τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν ὑποβιβάζει σὲ “ἔνστικτο”, ὁπότε αὐτομάτως ἀναβιβάζει τὰ πονηρὰ πάθη σὲ “ἀρετές”, ποὺ ὑποτίθεται ὅτι θὰ “ἐλευθερώσουν” τὴν ψυχὴ…».

Δὲν μπόρεσα νὰ θυμώσω μὲ ὅσα εἶπε ὁ Νικηφόρος, χωρὶς νὰ ἀναφερθεῖ κάν. Λίγο ὥς πολύ, ἀπὸ τὴν γιαγιά μου εἶχα ἀκούσει γιὰ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀρετές. Ὄφειλα νὰ παραδεχτῶ ὅτι ὥς τώρα ὑπέκρυπτα συνειδητῶς ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου, τὸ καταλογιστὸ τῆς συμμετοχῆς μου στὴν διαρκὴ “δοκιμαστικὴ ἀκρόαση” ἀπὸ τοὺς ἄλλους, προκειμένου νὰ κλέβω τὴν ἀποδοχὴ τους! Ἡ καημένη ἡ γιαγιὰ ἔλεγε ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ εἴμαστε “ἀνεμογύριστοι”, δηλαδὴ πολυπρόσωποι! Ἔλεγε ὅτι ΟΛΑ ἦταν ὑποθέσεις, τῆς ἀναλήψεως τῆς εὐθύνης μας! Μοῦ τὸ ἔλεγε καὶ ἡ Ἰφιγένεια, ἀλλὰ ὅπως βλέπω τώρα, τὸ εἶχα “στοιβάξει” καὶ αὐτὸ στὸ ἐγκαταλειμμένο “κατώγι” τῆς σκέψης… Μαζὶ μὲ τὴν διαπίστωση τῆς κολλητῆς μου, πὼς ἡ διαφήμιση γνωρίζει, ὅτι ἡ δυσπραγία ὀξύνει πολὺ περισσότερο τὴν ψυχολογία τοῦ καταναλωτισμοῦ· ὅσο περισσότερο δυσκολεύεσαι νὰ ἀποκτήσεις κάτι, τόσο περισσότερο τὸ θέλεις! 

«Νικηφόρε, πὲς στὴν ἀδερφὴ Θεοπρεπία ὅτι τὴν περιμένουμε», τοῦ εἶπε ἡ Ἰφιγένεια, ποὺ ἤθελε πολὺ νὰ τῆς μιλήσει μόλις ἐκείνη θὰ τελείωνε μὲ τὸ διακόνημά της. Ἦταν ἡ ὥρα νὰ πάει ὁ Νικηφόρος νὰ βοηθήσει μαζὶ μὲ ἄλλους, νὰ κουβαλήσουν κάποια βαριὰ πράγματα.

«Ὁ Θεὸς ἄς ἀναπαύσει τὴν ψυχούλα της!», εἶπε ἡ ἡλικιωμένη μοναχή, καὶ ἔκανε τὸν σταυρό της. 

«Μοῦ λείπει ἡ γιαγιά! Γιὰ νὰ συνεχίσω νὰ τὴν νιώθω μέσα στὴν ζωή μου, ξαναθυμᾶμαι τὰ λόγια της: “Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι κοιτάζουμε στὸν οὐρανὸ καὶ βλέπουμε τὰ ἄστρα. Ἀλλὰ ὅμως καὶ ὁ οὐρανὸς κοιτάζει στὴν γῆ, καὶ βλέπει σὰν ἄστρα μικρά, σὰν φωτίτσες, τὶς καρδιὲς μας ποὺ φέγγουν, ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΟΥΝ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!”, εἶπε συγκινημένη ἡ Ἰφιγένεια, στὴν ἀδερφὴ τῆς γιαγιᾶς της. Ἡ ἀσφάλεια ποὺ ἀπέπνεε ἡ φίλη μου, δὲν ταίριαζε στὴν εὐάλωτη κατάσταση ποὺ εἶχε βρεθεῖ… Τώρα τὸ πρόσεξα, καὶ βάλθηκα νὰ τὴν παρατηρῶ, ὅπως συνέχισε νὰ μιλάει: «Τὸ σωστὸ εἶναι νὰ μὴν λυπᾶμαι ποὺ ἔφυγε· γι’ αὐτὸ σκέφτομαι συνεχῶς πὼς ὅσοι νιώθουμε ὅτι ἀνήκουμε στὸν Χριστό, ἀποτελοῦμε μεταξύ μας Ἕνα Σῶμα!».

«Οἱ τὰ ἀγαθὰ ποιήσαντες ἐκπορεύσονται εἰς ἀνάστασιν ζωῆς, οἱ δὲ τὰ φαῦλα πράξαντες εἰς ἀναστασιν κρίσεως3. Ὁ πόνος τοῦ ἀνθρώπου θεραπεύεται ἀπὸ τὴν προσευχή, Ἰφιγένεια. Ἡ λύπη μένει μόνο ὅταν πράττουμε τὰ φαῦλα, τοὺς καρποὺς τοῦ πονηροῦ πνεύματος…». 

Ἡ καρδιὰ μου ἄρχισε νὰ χτυπάει δυνατά. Τὰ φαῦλα ἦταν τὸ “ἐργαλεῖο μου”! Ὁ φαῦλος κύκλος τῆς λύπης μου προερχόταν ἀπὸ τὸ πονηρὸ πνεῦμα, ἀλλὰ ἔκανα τὰ “στραβὰ μάτια”, ἐπειδὴ μὲ “συνέφερε” νὰ ἀναβιβάζω τὰ πονηρὰ πάθη σὲ “ἀρετές”! Καὶ ἄν τὸ “ὡραῖο” ποὺ μοῦ “ἐμπνέει” ἡ ὑπερηφάνεια, γιὰ “νὰ ζήσω τὸ ὄνειρο”, τὴν ἑπόμενη στιγμὴ μὲ ξυπνήσει “εἰς ἀναστασιν κρίσεως”; Αὐτὸ σημαίνει ὅτι θὰ “δικαιώσω” τὴν ἀπαξίωση τῆς ἀξίας μου, ἐπειδὴ ἐπέμενα νὰ ἀπαξιώνω τὸ “πολύτιμο”, ὥστε νὰ κλέβω τὴν ἀποδοχὴ τῶν ἄλλων ΜΕ ΤΟ “ΑΧΡΗΣΤΟ”; Ἔτσι θὰ ἔχω ἀργήσει σὲ κάτι “δυσαναπλήρωτο”; Ἐπειδὴ ὁ ναρκισσισμὸς θὰ ἔχει πλευροκοπήσει τὴν ἀξία μου, ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ δὲν θὰ κρατηθῶ “ζωντανή”; Ἡ καρδιά μου ποὺ παλλόταν ἀπὸ φόβο, βροντοχτυποῦσε γιὰ νὰ δείξει ὅτι εἶχα ἀκόμα τὸ προνόμιο νὰ ἐπιλέξω τὴν “ἀνάστασιν ζωῆς”, καὶ στράφηκε βιαίως στὴν φράση ποὺ θεωροῦσε “ἀναπόφευκτο” νὰ διαλέξω ἀνάμεσα στὸ “τίποτα”, καὶ τὴν ὑποκρισία· μὰ αὐτὰ τὰ δύο, εἶναι τὸ ἀκριβῶς ΤΟ ΙΔΙΟ ΠΡΑΓΜΑ, δὲν ὑπῆρχε κάτι γιὰ νὰ διάλεγα, ὅσο ταύτιζα τὴν ταπείνωση μὲ τὴν ἡττοπάθεια… Ἔχοντας πάρει τὴν μεγάλη ἀπόφαση νὰ  ἀρνηθῶ ὅσα μὲ ἀρρώσταιναν, καὶ ἀντὶ γιὰ ἔμπνευση ἀπὸ τὸ “τίποτα”, νὰ ζητήσω φώτιση ἀπὸ τὸν Χριστό, βγῆκα ἀπὸ τὴν εὐάλωτη θέση μόλις θάρρεψα, ὅτι θὰ “σκάψω” τὴν ψυχή μου γιὰ νὰ ξερριζώσω τὴν “ἀπομίμηση”! «Ἀδερφὴ Θεοπρεπία….», ξεκίνησα νὰ λέω, χωρὶς νὰ ξέρω πῶς νὰ χωροῦσα σὲ λέξεις τὴν αἴσθηση, ὅτι εἶχα “πεθάνει” ἀλλὰ “ἀναστήθηκα”,  «…τὰ φαῦλα φέρνουν τὸν φόβο!». Ἡ θεοσεβὴς μοναχὴ μὲ κοίταξε σὰν νὰ εἶχε ἀκούσει δίπλα τὸν ἐσωτερικὸ θρῆνο μου, καὶ νὰ τῆς εἶχε “κοπεῖ τὸ αἷμα” καὶ ἐκείνης, βλέποντάς με νὰ περνάω ἀνάμεσα ἀπὸ τοὺς κινδύνους!

«Ἕνα παιδὶ τοῦ Θεοῦ, μέσα στὸ μοναστήρι, εἶπε κάποτε: ἡ ζωὴ εἶναι στὴν ψυχή· ἔξω εἶναι ἡ προβολή της!». Κάνοντας παύση, ἡ ἀγάπη ποὺ ἅπλωσαν τὸ βλέμμα καὶ τὸ χαμόγελό της μπροστὰ στὰ μάτια μου, φανέρωσαν τί σήμαινε ὅτι ὅσοι νιώθουμε ὅτι ἀνήκουμε στὸν Χριστό, ἀποτελοῦμε μεταξύ μας Ἕνα Σῶμα! «Φόβος, εἶναι ἡ κατάντια τῆς ἀθάνατης ψυχῆς νὰ μὴν προπορεύεται στὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ νὰ ἀκολουθεῖ ὡς σκλάβα… Φόβος εἶναι νὰ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος χωρὶς νὰ ζητάει τὴν προστασία τῆς Μάνας του, τῆς Παναγίας, ποὺ κυριολεκτικῶς, στέκει δίπλα του! Μόλις Τῆς μιλήσει, Ἐκείνη σκύβει καὶ τὸν ἀκούει. Ὅπως ἡ μάνα μεγαλώνει τὰ παιδιά της καὶ τὰ ἔχει συνεχῶς ἀπὸ τὸ χέρι, καὶ μετὰ τὰ συμβουλεύει καὶ τὰ καθοδηγεῖ, γιὰ νὰ ἔρθει ἡ ὥρα νὰ βγοῦν στὴν κοινωνία, ἔτσι καὶ ἡ Παναγία μας. Μᾶς ἀνατρέφει ὅλα τὰ παιδιά Της· μᾶς κρατάει ἀπὸ τὸ χέρι καὶ μᾶς ὁρμηνεύει, γιὰ νὰ βγοῦμε στὴν αἰωνιότητα ΚΑΙ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ!

οἱ πρῷην ἀπάτῃ γυμνωθέντες

στολὴν ἀφθαρσίας ἐνεδύθημεν τῇ κυοφορίᾳ σου

καὶ οἱ καθεζόμενοι ἐν σκότει παραπτώσεων

φῶς κατωπτεύσαμεν, φωτὸς κατοικητήριον, Κόρη

ὅθεν σε ὑμνοῦμεν, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας

1 λόγια τοῦ Γάλλου Ζὰν- Πὸλ Σὰτρ
2 λόγια τοῦ ἀειμνήστου Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη
3 θὰ βγοῦν ὅλοι ἀπὸ τὰ μνήματα, καὶ ὅσοι μὲν ἔπραξαν κατὰ τὸν ἐπίγειο βίο τους τὰ ἀγαθά, θὰ ἀναστηθοῦν γιὰ νὰ ἀπολαύσουν ζωὴν αἰώνιον καὶ μακαρίαν, ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἔπραξαν τὰ κακά, θὰ ἀναστηθοῦν γιὰ νὰ δικαστοῦν καὶ νὰ κατακριθοῦν (Ἱωα. 5,29)

Τὸ βιβλίο μου εἶναι ἕτοιμο νὰ φτάσει

στὴν ἠλεκτρονικὴ διεύθυνσή σου!

Διαβάζοντάς το, ξεκινᾶς ἕνα ταξίδι ἀπὸ δρόμο ποὺ εἶχε κλείσει ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια στὸν τόπο μας! 

Θυμήσου τὰ λόγια μου…

Ὅποιος σιωπᾶ,

δείχνει ὅτι συναινεῖ!

Λίγα λόγια γιἀ ἐμένα,

μπορεῖς νὰ βρεῖς ἐδῶ.

Μοιραστεῖτε τὸ ἄρθρο μὲ τοὺς φίλους σας

Βασιλική Κουφή

Μπορεῖ τὸ ΠΑΡΑΛΟΓΟ νὰ δίνει τὴν ἐντύπωση ὅτι ἐπικρατεῖ, ἰσως ἀκόμα καὶ ὅτι παραγκωνίζει τὴν λογική, ἀλλὰ τὰ πράγματα δὲν εἶναι καθόλου ἔτσι! Πρόκειται μόνο γιὰ ὉΜΙΧΛΗ, ποὺ ἡ ὑποτιθέμενη δύναμή της εἶναι ὅτι σὲ ἐμποδίζει νὰ δεῖς τί κρατάει κρυμμένο...Ἄν ἑστιάσεις πάνω της χάνει κάθε φορὰ τὸ πλεονέκτημά της, ποὺ εἶναι ὁ ἀφανής αἰφνιδιασμός! Ἀφοῦ τὸ πλεονέκτημα τοῦ παραλόγου εἶναι ὁ αἰφνιδιασμός, τότε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θὰ προετοιμαστοῦμε! Θὰ συγκρίνουμε τοὺς καρποὺς τοῦ παραλόγου μὲ τὴν ποιότητα ζωῆς ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός, καὶ δὲν θὰ ἀφεθοῦμε στὴν... προκατασκευασμένη "τύχη μας"! Λέγομαι Βασιλικὴ Κουφῆ καὶ ἐδῶ μπορεῖτε νὰ διαβάσετε ἄρθρα ποὺ επιδιώκουν νὰ «ἀπονευρώσουν» ΤΟ ΠΑΡΑΛΟΓΟ!