«Μπῆκαν χώματα στὰ μάτια μου!», εἶπα νιώθοντας τοὺς κόκκους νὰ μὲ κόβουν κάτω ἀπὸ τὰ κλειστὰ βλέφαρα. Ὁ ὀξὺς πόνος δὲν ἐπέτρεπε στοὺς βολβοὺς νὰ κινηθοῦν, χωρὶς νὰ κάνουν τὴν καρδιά μου νὰ ἀναστενάζει! Φυσοῦσε, ἀλλὰ δὲν φανταζόμουν ὅτι μποροῦσα νὰ πάθω κάτι σὰν κι αὐτό! Ἡ Καλομοίρα μὲ ἔπίασε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τραβώντας με μακριὰ ὰπὸ τὸν δρόμο, μὲ ἔβαλε νὰ καθίσω σὲ ἕνα παγκάκι.
«Προσπάθησε νὰ ἀνοιγοκλείνεις τὰ μάτια σου! Θὰ πονᾶς, ἀλλὰ ὁ πόνος θὰ σὲ κάνει νὰ δακρύσεις. Εἶναι ὁ πιὸ γρήγορος τρόπος γιὰ νὰ καθαρίσουν τὰ μάτια σου, Ἱεροθέα».
Πῆρα μιὰ βαθιὰ ἀνάσα, καὶ ἔκανα ὅ,τι μοῦ εἶπε. Πραγματικά, μετὰ ἀπὸ ἀρκετὲς προσπάθειες, τὰ μάτια μου μποροῦσαν νὰ μένουν ἀνοιχτά, καὶ νὰ βλέπω τουλάχιστον ποῦ πηγαίνω! Τὰ ἔνιωθα ταλαιπωρημένα ἀλλὰ δὲν μὲ πονοῦσαν, καὶ αὐτὸ τὸ χρωστοῦσα στὴν Καλομοίρα. Εἶναι καινούργια στὸ γυμνάσιό μας· ἔχει ἔρθει μὲ μετεγγραφὴ καὶ ἔχει γνωριστεῖ μὲ ἐλάχιστα παιδιά. Ὄχι ὅτι ἐγὼ ξέρω πολλὰ περισσότερα, ἀφοῦ εἶναι μόνο τρεῖς μῆνες ποὺ ξεκίνησα τὴν πρώτη γυμνασίου. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἔνιωσα ὅτι σέβεται τὸν ἑαυτό της, καὶ προσφέρθηκα νὰ τὴν βοηθήσω σὲ ὅ,τι χρειαζόταν. Ἐπιστρέφοντας τώρα στὰ σπίτια μας μετὰ τὸ σχόλασμα, εἶχα ἀρχίσει νὰ τῆς ἀναλύω τοὺς σωστοὺς συνδυασμοὺς τῶν χρωμάτων στὰ ροῦχα, ὥστε νὰ μὴν κινδυνεύσει νὰ γελοιοποιηθεῖ· τῆς ἐξηγοῦσα ὅτι ἡ Μιμὴ δὲν ἔπρεπε σὲ καμία περίπτωση νὰ φορέσει τὴν Κυριακὴ σύνολο σὲ φούξια, ἐπειδὴ τὸ χρῶμα αὐτὸ δὲν ταιριάζει στὶς χλομὲς…
«Δὲν πιστεύω ὅτι μπορῶ νὰ γελοιοποιηθῶ ἀπὸ τὰ χρώματα τῶν ρούχων. Ὁ μόνος λόγος θὰ ἦταν νὰ μὴν σεβαστῶ τὴν ἀξία τοῦ ἑαυτοῦ μου. Οἱ συζητήσεις μου περιστρέφονται πάντα γύρῳ ἀπὸ τοὺς τρόπους ποὺ μπορῶ νὰ τὸν τιμήσω, δὲν μὲ ἐνδιαφέρει νὰ ἀκούω κάτι ἄλλο…». Ὅπως σηκώθηκε ἀπὸ τὸ παγκάκι σηκώθηκα καὶ ἐγώ, εἰσπράττοντας τὸ μήνυμα. Λίγο πιὸ πέρα οἱ δρόμοι μας χώρισαν, μπορώντας ἔτσι νὰ ἀφοσιωθῶ σὲ αὐτὸ ποὺ μοῦ τριβέλιζε τὸ μυαλό.

«Ἰσιωτική μαλλιῶν; Ἐσύ;». Ἡ μαμά μου ἔπαθε κάτι ποὺ ἔμοιαζε μὲ “ἄπνοια” καὶ γιὰ λίγες στιγμές, νόμιζα ὅτι στεκόμουν μπροστὰ σὲ ἄγαλμα… Μόλις συνήρθε, μὲ ἀγκάλιασε μὲ τὸ βλέμμα της καὶ ἡ φωνή της γλύκανε. «Κάτσε νὰ μοῦ ἐξηγήσεις… Θέλεις νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν ὑγεία τῶν μαλλιῶν σου, ἤ γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς σου;». Στὴν οἰκογένειά μας τὸ πολυτιμότερο ἀγαθὸ θεωρεῖται ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς, ὁπότε δὲν περίμενε ἀπάντηση, δὲν χρειαζόταν. Οἱ ματιές μας μιλοῦσαν γιὰ τὰ κεφαλαιώδη, τὰ βαρυσήμαντα. Ἐκείνη ἔκανε τὰ μάτια της πόρτα τῆς ψυχῆς της, ποὺ ἄνοιγε καὶ ἐπικοινωνοῦσε μὲ τὴν δική μου, γιὰ νὰ τὴν θρέψει μὲ φιλάρετα αἰσθήματα! Κάθε φορὰ ποὺ συναντιέται ἡ φλόγα στὶς ματιές μας, γίνεται εὐκαιρία νὰ “καταμετρήσουμε τοὺς θησαυροὺς στὶς καρδιές μας”! Μετά, τὰ λόγια θὰ ποῦν τὰ δευτερεύοντα.
«Μαμά, ἡ Βιόλα τὴν χρησιμοποιεῖ συνέχεια! Εἶναι τῆς ἀδερφῆς της, ἀλλὰ τὴν παίρνει κι ἐκείνη…».
«Μία ἀπὸ τὶς κυριότερες ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου πρὸς τοὺς Χριστιανούς, εἶναι νὰ εἴμαστε ταπεινοί. Ἱεροθέα, ἡ φιλαυτία, προέρχεται ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια καὶ εἶναι παράλογη ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας! Στὴν ζωή μας δὲν χωράει ἡ ὑπερηφάνεια, θυμᾶσαι ποὺ μᾶς τὸ τόνιζε τὸ καλοκαίρι ἡ Ἡγουμένη; Έλεγε νὰ προσέχουμε ἱδιαιτέρως τὴν ἐμφάνισή μας ἐμεῖς οἱ γυναῖκες, νὰ εἶναι ἁπλὴ καὶ σεμνή! Ποτὲ δὲν μὲ εἶδες νὰ χαίρομαι γιὰ κάποιο ροῦχο ποὺ σοῦ φόρεσα, οὔτε σὲ “στόλισα” γιὰ νὰ σὲ πάω στὸν καθρέφτη καὶ νὰ καμαρώνεις… Ὅμως ἐμένα ἄλλο μὲ προβληματίζει. Ὅταν μᾶς λείπει ἡ ἐσωτερικὴ περιφρούρηση, ἡ φιλαυτία σὰν ὕπουλη ποὺ εἶναι ἀναζοπυρώνεται, ἐπειδὴ μεταμφιέζεται σὲ ὑποτιθέμενη “αὐτολύπηση”! Προκειμένου νὰ “φροντίσουμε” τὸν ἑαυτό μας γιὰ νὰ μὴν “νιώθει παράπονο”, ἀρχίζουμε τὶς ὑποχωρήσεις στὴν ἁπλότητα τῆς ἐμφάνισης γιὰ παράδειγμα, καὶ θέλουμε νὰ ξεχωρίζουμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ φανοῦμε “ἀνώτερες”… Μπορεῖ οἱ ὑποχωρήσεις- παραβάσεις νὰ φαίνονται ἀσήμαντες, ὅμως ἐξακολουθοῦν νὰ ἐναντιώνονται στὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου, παιδί μου! Ξέρεις τί σημαίνει αὐτό; Μιλᾶμε γιὰ παραβίαση τῆς συνείδησής μας, ἡ ὁποία εἶναι τρεπτή· ποὺ θὰ πεῖ ὅτι αὐτὰ τὰ διάφορα “μικρά”, ἔχουν την ἱκανότητα νὰ τὴν ἀλλοιώνουν μὲ εὐκολία καὶ νὰ τὴν ἐξαθλιώνουν! Τὸ διανοεῖσαι;».


Εἴχαμε συζητήσει καὶ ἄλλες φορὲς γιὰ τὴν παγίδα τῆς αὐτολύπησης, καὶ ἤξερα ὅτι ἡ δουλειά της εἶναι νὰ μᾶς ἀποκλείει ἀπὸ κάθε καλὴ πράξη. Οἱ γονεῖς μου ζοῦσαν ταπεινά, καὶ αὐτὸ γέμιζε τὴν ψυχή μου μὲ εἰρήνη. Καὶ στὸ δημοτικό, ἔκανα παρέα μὲ παιδιὰ ποὺ εἶχαν ἡσυχία μέσα τους. Ὅμως τώρα τὰ πράγματα ἔχουν ἀλλάξει! Τὴν ἡμέρα τοῦ Ἁγιασμοῦ ἔβλεπα τὴν Βιόλα νὰ σχολιάζει μὲ ὑπεροψία κάποια κορίτσια ποὺ τὰ ροῦχα τους ἦταν “ἀνεπίτρεπτα”, καὶ κλονίστηκα! Κάθε φορὰ ποὺ ἐπέστρεφα στὸ σπίτι τὰ μεσημέρια, ἤμουν ὅλο καὶ πιὸ μπερδεμένη πάνω στὸ τί εἶναι σωστὸ καὶ τί λάθος! Ὅσο “γνωριζόμουν” μὲ τὴν ἐσωτερικὴ ἀκαταστασία, τόσο προσπαθοῦσα νὰ κερδίσω τὴν εὐνοϊκὴ γνώμη τῶν “ἰσχυρῶν κοριτσιῶν”, δηλαδὴ τῆς Βιόλας καὶ τῆς ἀφοσιωμένης παρέας της… Ὅταν ἡ “εἰδήμων” ἀρχηγὸς μὲ τίμησε μὲ τὴν προσοχή της, καὶ “δεσμεύτηκε” ὅτι θὰ ἀσχοληθεῖ μαζί μου ἀποκαλύπτοντάς μου τὰ μυστικὰ τῆς μόδας, ἡ ἔγκρισή της ἄρχισε νὰ γίνεται ἡ πυξίδα ποὺ προσανατόλιζε στὸ “σωστό”! Ἴσως ἡ μαμὰ νὰ ἔχει δίκιο σὲ αὐτὰ ποὺ λέει, ἀφοῦ τὸ ἀντίθετο τῆς ἐσωτερικῆς εἰρήνης εἶναι ἡ ἀκαταστασία, ἀλλὰ αὐτὴ τὴν φορὰ ἡ θέση μου δὲν ἄφηνε περιθώρια νὰ παραιτηθῶ ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία μου… «Δὲν εἶναι τίποτα κακὸ μαμά, θέλω πάρα πολὺ νὰ ἔχω μία ἰσιωτικὴ μαλλιῶν! Εἶναι αὐτὸ ποὺ χρειάζομαι γιὰ χριστουγεννιάτικο δῶρο! Σὲ παρακαλῶ, συζήτησέ το μὲ τὸν μπαμπά, ἐσένα σὲ ἀκούει! Κάντε μου τὴν χάρη ποὺ σᾶς ζητάω, γιὰ ἐμένα εἶναι σημαντικό!».
«Δῶσε λίγη προσοχὴ σὲ αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ πῶ, καλή μου. Ὁ λόγος ποὺ κάνουμε πνευματικὸ ἀγῶνα γιὰ νὰ προστατεύσουμε τὴν ἐσωτερικὴ ὑγεία μας, εἶναι ἐπειδὴ πολλὲς φορὲς ἡ ἐντολὴ τοῦ κόσμου “ἀξιώνει” νὰ ὑποτάξει τὴν συνείδησή μας! Ἡ “μηχανὴ” ποὺ χρησιμοποιεῖ, εἶναι οἱ ἰδέες ποὺ σπέρνει ἐν παντί τόπῳ, ποὺ ὅμως εἶναι ξένες πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ! Ἄν δείξουμε ἀμέλεια, οἱ ἰδέες “φυτρώνουν” στὴν καρδιά μας καὶ γίνονται ἐπιθυμίες ποὺ τρέφουν τὴν ταραχή, καὶ μὲ τὴν σειρά τους πιέζουν γιὰ νὰ γίνουν πράξεις τῆς ἀνομίας! Μόλις φανοῦμε ἀπρόσεκτοι καὶ προβοῦμε σὲ “μικρὲς ἐκπτώσεις τοῦ ἤθους μας”, ἡ συνείδηση πληγώνεται ἀλλὰ ἐμεῖς σιγὰ σιγὰ… χάνουμε τὴν αἴσθηση τοῦ πόνου της! Εἶναι σὰν νὰ τῆς λέμε “συνέχισε νὰ προσέχεις αὐτὸ τὸ κακό, ἀλλὰ μὲ τὸ ἄλλο κακὸ μὴν ἀσχολεῖσαι καθόλου, ἐπειδὴ “ΕΓΩ ΤΟ ΕΠΙΤΡΕΠΩ!”. Κι ὅμως, ὡς φωνὴ τοῦ Θεοῦ μέσα μας, ἡ συνείδηση ἔχει πλήρη ἀντίληψη γιὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ! Τὸ γνωρίζει ἄριστα, ἐπειδὴ εἶναι ἀπολύτως καταρτισμένη γύρῳ ἀπὸ τὴν αἰώνια Ἁλήθεια! Μόλις “ἀξιώνουμε” ἀπὸ τὴν συνείδησή μας νὰ “χαλαρώσει”, τὴν στιγμὴ ποὺ τὴν φέρνουμε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ κακὸ ποὺ “ἀθωώσαμε”, τότε ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΑΤΑΜΕ! Καταπάτηση σημαίνει ἀθέτηση τῶν ἠθικῶν ὑποχρεώσεων, καὶ “ἐκχώρηση δικαιωμάτων” στὸν ἐχθρό! Δηλαδὴ μὲσα ἀπὸ τὰ “ἀσήμαντα”, στὴν κυριολεξία ΑΡΧΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΠΡΟΔΙΔΟΥΜΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΑΣ, κάνοντάς της ἐπίθεση!».
«Μαμὰ ἐγὼ δὲν θέλω νὰ κάνω τίποτα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ λές, θέλω μόνο νὰ δώσω στὴν ἐμφάνισή μου ἕνα μοντέρνο χαρακτήρα».
«Τότε μάτια μου, σοῦ προτείνω νὰ θυμηθεῖς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὅσα ἀποκόμισες ἀπὸ τὸ μοναστήρι. Αὐτὸ ποὺ δὲν θὰ ξεχάσω ποτὲ ἐγὼ εἶναι, ὅτι Η ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ ΜΑΣ ἀκολουθεῖ δύο ἀπαραίτητους δρόμους, τῆς ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ καὶ τῆς ΑΥΤΟΜΕΜΨΙΑΣ. Ἄν δὲν ἐπιμελούμαστε τὴν συνείδησή μας, οἱ κακὲς συνήθειες —ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὶς περίεργες ἰδέες— ῥιζώνουν στὴν ψυχὴ καὶ γίνονται δεύτερη φύση μας… Κατέληξα δηλαδή, ὅτι προκειμένου νὰ σέβομαι τὴν συνείδησή μου, δὲν ἐπιτρέπεται ἐπ’ οὐδενὶ νὰ χαρίζομαι στὸν ἑαυτό μου!».

«Ἱεροθέα, δὲν θὰ σοῦ πῶ μὲ ποιὰ θέματα νὰ γεμίζεις τὴν ζωή σου, ἀλλὰ τὸν ἑαυτό μου μπορῶ νὰ τὸν κρατήσω μακριά ἀπὸ τὶς καταστάσεις, ποὺ δὲν συμφωνοῦν μὲ τὰ θέματα ποὺ ἐπιλέγω ἐγώ!». Ἡ Καλομοίρα ἐνοχλημένη, μὲ κοίταζε γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ ὅτι ἀντιλήφθηκα αὐτὸ ποὺ μοῦ δήλωσε.
Ἦταν φανερὸ ὅτι τὸ ντύσιμο σύμφωνα μὲ τὶς κορυφαῖες τάσεις, δὲν ἦταν ἀπὸ τὰ θέματα τῆς ἐπιλογῆς της· γι’ αὐτὸ τῆς ἐπεσήμανα ὅτι κάποιο μοτίβο λουλουδιῶν πάνω της θὰ ἦταν ὅ,τι ἔπρεπε, ἐπειδὴ πίστευα πὼς θὰ τῆς ἔκανε καλὸ νὰ τὴν “τραβοῦσα” στὴν ἐκστρατεία τῆς Βιόλας. “Χρειαζόμαστε ἄμυνα ἐναντίον τῆς βαρετῆς καθημερινότητας, ποὺ εἶναι ξεχειλισμένη ἀπὸ τὶς ὑποχρεώσεις”, έτσι εἶπε ἡ ἀδερφή τῆς Βιόλας, γι’ αὐτὸ ἐκείνη “χτύπησε τὸν συναγερμό”! Γιὰ νὰ μὴν “ἀδειάσουμε” ἀπὸ τὰ πολλὰ ποὺ “δίνουμε” στὶς ὑποχρεώσεις, ἔπρεπε νὰ ἐξοπλίσουμε τὸν ἑαυτό μας ἔστω μὲ τὶς “γνώσεις,” πάνω στὶς ἐπικρατέστερες ἐπιλογὲς στὸ μοντέρνο ντύσιμο! Ὡς πρόεδρος τῆς κριτικῆς ἐπιτροπῆς ποὺ συνέστησε, ἡ Βιόλα ὅρισε τὶς ταινίες, τὰ περιοδικά κ.τ.λ. ἀπὸ ὅπου οἱ ὑπόλοιπες θὰ ἀναζητούσαμε τὶς “προοδευτικὲς” τάσεις ποὺ “μᾶς καταξιώνουν”, μέσα ἀπὸ τὴν “ἔκφραση ἐλευθερίας” τοῦ ντυσίματος!


»Αὐτὴ τὴν φορὰ θὰ ξεχάσω ὅτι μὲ σχολίαζες πίσω ἀπὸ τὴν πλάτη μου, ὅτι ἡ ἐμφάνισή μου μὲ δείχνει σὰν ἡλικιωμένη…». Ὅπως μὲ κοίταζε ἡ Καλομοίρα σὰν νὰ τὴν εἶχα χτυπήσει ἀλλὰ γιὰ τοὺς δικούς της λόγους συνέχιζε νὰ μὲ ἐμπιστεύεται, τὰ μάγουλά μου πῆραν φωτιά! Ὅμως ὁ σεβασμός της στὸ πρόσωπό μου, μὲ ὑποχρέωσε νὰ μὴν πάρω τὰ μάτια μου ἀπὸ τὰ δικά της. «Ἄν ἡ καρδιά μας πάψει νὰ εἶναι συγκεντρωμένη καὶ δὲν κάνουμε τὰ καλὰ ποὺ μποροῦμε, τότε ΤΗΝ ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΝΑ ΠΑΓΩΣΕΙ! Ἀκόμα καὶ ἄν δὲν κάνουμε ἄσχημα πράγματα, ΞΕΧΝΑΜΕ ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ…». Ἀκούγοντας τὸ κουδούνι γιὰ μέσα, μοῦ γύρισε τὴν πλάτη καὶ ἔφυγε, νιώθοντας ὅμως ἐγὼ ὅτι συνέχιζε νὰ μὲ θεωρεῖ φίλη της.
Ἀπὸ τὴν μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη, ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς μου διέκρινε κάτω ἀπὸ τὰ πόδια μου ἕναν τρίσβαθο γκρεμὸ ποὺ μὲ “ἐνθάῤῥυνε” νὰ τὸν “ἐπισκεφτῶ”, καὶ τὰ γόνατά μου λύθηκαν! Εἶχα τρέξει ὥς ἐκεῖ, ἀλλὰ τὸ ἔκανα κρυφὰ ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου, ἐλπίζοντας ὅτι δὲν θὰ μὲ ἀνακάλυπτε κανείς! Τί εἶχα κάνει; Ἔχοντας τὴν ἀνάγκη νὰ βλέπω ὡς “ἀσυναγώνιστο” τὸν ἑαυτό μου, ἔβαλα καὶ μέσα μου τὴν ἀντιπάθεια τῶν ἄλλων κοριτσιῶν γιὰ τὴν Καλομοίρα, καὶ μὲ τὴν σκέψη μου τὴν κατηγοροῦσα! Ὁ δρόμος τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανοῦ εἶναι νὰ μὴν πληγώνει τὴν συνείδηση τοῦ πλησίον οὔτε μὲ τὸ βλέμμα, ἀλλὰ ἐγὼ ὑποτιμοῦσα ΜΕ ΕΠΙΓΝΩΣΗ τὴν Καλομοίρα καὶ τὴν ἔβλεπα ὡς “κατώτερη στὴν… ἀρετή”! Ἔλεγα στὴν δική μου συνείδηση νὰ μὴν ἀσχολεῖται μὲ ΤΗΝ ΚΑΚΙΑ ΜΟΥ ἐπειδὴ “ΕΓΩ ΤΗΝ ΕΠΕΤΡΕΠΑ”! Ἔγινα μισάδελφη ἐπειδὴ ὅσο ΠΑΡΑΧΩΝΑ ΤΗΝ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΟΥ γιὰ νὰ μὴν τὴν ἀκούω, ὁ ἐνδιάθετος λόγος μου, ὁ ἐσώψυχος, μείωνε τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν προσωπικότητα τῆς φίλης μου… Δηλαδὴ ἀλλοίωση τῆς συνείδησης εἶναι ἡ μόλυνση ποὺ “δεχόμαστε” νὰ πάθει, ἔτσι τρεπτὴ ὅπως εἶναι; Ὅσο συνειδητοποιοῦσα τὴν παρανομία μου καὶ κατανοοῦσα τὴν ἔκταση καὶ τὸ βάθος της, ὁ πόνος τῆς ψυχῆς μου γινόταν ἄτεγκτος, λέγοντας ὅτι ὅπως εἶναι ἀδύνατη ἡ συνύπαρξη φωτιᾶς καὶ νεροῦ, ἔτσι εἶναι ἐνάντιες ἡ δικαιολογία καὶ ἡ ταπείνωση! Προχωρώντας στὸν διάδρομο, ἄκουσα τὴν συνείδησή μου νὰ μὲ σείει καὶ νὰ μὲ κατηγορεῖ· ἄν ἀντιστεκόμουν καὶ ἔκανα ὅσα ἤξερα καλά, ὅταν συνάντησα τὴν ἐσωτερικὴ ἀκαταστασία τῆς Βιόλας, θὰ μοῦ φανερώνονταν μετὰ καὶ τὰ ὑπόλοιπα ποὺ θὰ χρειαζόμουν! Ἄν δὲν ἐργαστοῦμε στὰ πρῶτα, δὲν μᾶς συμφέρει νὰ γνωρίσουμε τὰ δεύτερα, ἐπειδὴ ἐξ αἰτίας τῆς ἀργίας, ἡ γνώση φέρνει ὑπερηφάνεια! Στὴν μνήμη ἔφτασε ἡ ἀγαπημένη φράση τῆς μαμᾶς μου: ὅταν ἀκούσεις τὸν Κύριο νὰ λέει “Καθένας, ποὺ δὲν ἀπαρνιέται ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του, δὲν εἶναι ἄξιος γιὰ ἐμένα”, μὴν νομίζεις ὅτι λέει μόνο γιὰ τὰ χρήματα, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλες τὶς πράξεις τῆς κακίας! Ὅπως πλησίαζα νὰ μπῶ στὴν τάξη, τὰ δάκρυα τῆς ψυχῆς μου ποὺ μετάνοιωνε, ὅρμησαν γιὰ νὰ μὲ λυτρώσουν ἀπὸ τὸν ἔλεγχο τῆς συνείδησης, γιὰ νὰ μπορῶ νὰ βλέπω ποῦ πηγαίνω μέσα στὸ θέλημα τοῦ Κυρίου.

«…Ἐπειδὴ χαριζόμουν στὸν ἑαυτό μου, ἄφηνα τὴν συνείδησή μου —δηλαδὴ ὅλο τὸν ἐσωτερικό μου κόσμο—νὰ λαγοκοιμᾶται, καὶ ἡ φιλαυτία μὲ τὴν κενοδοξία ἁλώνιζαν…», παραδέχτηκα χωρίς δικαιολογίες. «Ὅσο σκέφτομαι ὅτι “τυποποιοῦσα” τὴν ὕπαρξή μου, τόσο πεισμώνω νὰ βάλω τὰ δυνατά μου στὴν ἐπιμέλεια τῆς συνείδησής μου, καὶ ἐξετάζοντάς την καθημερινά, ΝΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΥΡΩ!».
Ἐπιστρέφοντας στὰ σπίτια μας, ἡ Καλομοίρα μὲ διαβεβαίωσε ὅτι δὲν μοῦ κρατοῦσε κακία. Εἶπε ὅτι κατὰ βάθος ἦταν βέβαιη ὅτι θὰ συνερχόμουν, καὶ ὅτι θὰ ἐλευθέρωνα τὴν ἀθάνατη ψυχή μου ἀπὸ τὸ “φίμωτρο” ποὺ τῆς ἐπέβαλαν οἱ “ἀξιώσεις” τοῦ κόσμου… «Ἱεροθέα, θέλω νὰ σὲ εὐχαριστήσω γιὰ τὸ δῶρο ποὺ μοῦ ἔκανες, τὶς πρῶτες ἡμέρες ποὺ εἶχα ἔρθει στὸ σχολεῖο. Ἄν δὲν ἄκουγα αὐτὸ ποὺ σοῦ εἶχε πεῖ ἡ Ἡγουμένη στὸ μοναστήρι ποὺ εἶχες φιλοξενηθεῖ, δὲν ξέρω πῶς θὰ κατάφερνα νὰ παραμείνω εἰρηνική. Ἔκανα ὅτι δὲν ἔβλεπα, ἄλλὰ ἦταν ἄσπλαχνος ὁ πόλεμος ποὺ μοῦ γινόταν, ἐπειδὴ ντύνομαι ἁπλὰ καὶ σεμνὰ…».
Ἡ καλή μου ἡ Γερόντισσα! Μετὰ ἀπὸ τόσες πολύτιμες συμβουλὲς ποὺ ἄκουσα, λίγο πρὶν φύγουμε ἀπὸ τὸ μοναστήρι, μοῦ εἶχε πεῖ:
“Ὁ Θεὸς δὲν ἐπιτρέπει νὰ ἔρθει ὁ πειρασμός, ἄν ἡ ψυχὴ δὲν φτάσει νωρίτερα σὲ πνευματικὴ κατάσταση ἀνώτερη τῆς συνήθους, καὶ δὲν αὐξηθεῖ ἡ Χάρις. Ὁ Κύριος ἐπέτρεψε νὰ πειρασθοῦν οἱ Ἀπόστολοι, ἀφοῦ πρὶν δέχτηκαν τὴν Χάρη τοῦ Παρακλήτου. Σὲ αὐτοὺς ποὺ ἀπολαμβάνουν τὰ ἀγαθά, ταιριάζει νὰ ὑπομείνουν καὶ τοὺς πειρασμοὺς χάριν τῆς ἀπολαύσεως τῶν ἀγαθῶν αὐτῶν. Χωρὶς θλίψιν κανείς δὲν ἀπολαμβάνει ἀγαθόν. Προηγεῖται λοιπὸν εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου ἡ Χάρις καὶ ἀκολουθεῖ ὁ πειρασμός, γιὰ νὰ δυναμώσει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἀντιμετώπισή του, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ στρατιώτης ἐξοπλίζεται πρὶν μεταβεῖ εἰς τὸν πόλεμο.
Ἀφοῦ δὲ παρέλθει ὁ πειρασμὸς καὶ νικήσει ἡ ψυχή, τότε καὶ ἡ ψυχὴ αἰσθάνεται τὴν παρουσία τῆς Χάριτος, εὐχαριστεῖται καὶ ἀπολαμβάνει τὴν μετὰ τὸν πόλεμον ἠρεμίαν”
Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς
μὲ πράσινο χρῶμα εἶναι λόγια τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Ἀσκητῆ
μὲ μπλὲ χρῶμα εἶναι λόγια τοῦ ἁγίου Μάξιμου τοῦ Ὁμολογητῆ

