«Μὲ τὸσο ὑψηλὸ πυρετὸ ποὺ δὲν ἔλεγε μὲ τίποτα νὰ πέσει, νόμιζα ὅτι δὲν τὸ γλύτωνα τὸ “ψήσιμο”!», εἶπα μεταξὺ σοβαροῦ καὶ ἀστείου. Παρόλο ποὺ ἔχουν περάσει λίγες ἡμέρες, ἐξακολουθῶ νὰ αἰσθάνομαι σὰν νὰ εἶμαι διαλυμένος. Ὁ Δημήτρης δὲν μὲ ἄκουσε καλὰ στὸ τηλέφωνο καὶ ἔτρεξε γιὰ νὰ μὲ δεῖ, καὶ νὰ βεβαιωθεῖ ὅτι δὲν θὰ παραφρονήσω ἀπὸ τὸ ψυχοπλάκωμα! Ὅσο εἶχα χάσει τὸν ἔλεγχο τοῦ σώματός μου, τὸ νὰ βλέπω στὴν τηλεκόλαση τὴν πανωλεθρία νὰ ἁπλώνεται παντοῦ, μοῦ ἔπεσε βαρύ! Ἦταν πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις μου νὰ παρακολουθῶ τὰ πάντα νὰ γκρεμίζονται, καὶ νὰ ἔπρεπε νὰ πάρω ἀπόφαση, ὅτι τὸ καλὸ δὲν ὑπάρχει…
«Ἐντάξει, ἀλλὰ μὴν τὸ ἀφήσεις νὰ σοῦ γεννάει ἀνασφάλεια! Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι ἰδανική, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀπειλητικὴ καταστροφή, ὅπως λές. Γιατὶ πιστεύεις ὅτι ἔπαθες αὐτὴ τὴν κρίση θλίψης, Νέαρχε;».
Εἶχα συνειδητοποιήσει πὼς καὶ “καλὰ” ποὺ ἤμουν, πάλι δὲν εἶχα τὸν ἔλεγχο τῆς ζωῆς μου, σὰν ἀνέκαθεν νὰ περνοῦσα κάποιο εἶδος “ἐγκεκριμένου πυρετοῦ”, ἀλλὰ πῶς νὰ τοῦ τὸ ἔλεγα; Πῶς νὰ περιέγραφα ὅτι ἐπειδὴ αἰσθανόμουν ἐλλιπής, δὲν ἄντεχα οὔτε τὴν ἀνάσα μου; Ἀπὸ ὅσα ἔκανα, τίποτα δὲν κατέληγε κάπου! Ἡ ἀγωνία μου νὰ ζῶ “χωρὶς λόγο” μὲ τέντωνε! Ἤθελα νὰ γίνει κάτι μὲ ἐμένα, καὶ νὰ τὰ βρῶ μὲ τὸν ἑαυτό μου, ἀλλὰ ἔνοιωθα νὰ μοῦ τὸν ἔχουν “κλέψει”! Ἀκούγοντας μουσική, ὅλοι οἱ στοίχοι ἔπειθαν πὼς τὸ καλὸ σταμάτησε νὰ ὑπάρχει… Δὲν ξέρω, ἴσως νὰ εἶναι δικό μου τὸ λάθος ποὺ δὲν καταφέρνω νὰ βγάλω ἄκρη, ἴσως πάλι κάνω καλὰ ποὺ γίνομαι καχύποπτος μὲ ὅσους βλέπουν “λίγη λογικὴ” μέσα στὴν παράνοια! «Μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ζοῦμε στὴν Ἑλλάδα, ἔτσι; Ἄν δὲν πεῖς τὸ “ὁ σώζων ἑαυτῷ σωθήτω” ἐγκαίρως, μπαίνεις στὴν μπόρα τῆς κατάθλιψης καὶ τὸ καράβι σὲ βουλιάζει μαζί του! Ὅπως βλέπεις, τὸ γεγονὸς πὼς λίγοι εἶναι φτιαγμένοι γιὰ ἀνεξαρτησία —ποὺ εἶναι προνόμιο τῶν “δυνατῶν”— δείχνει ὅτι δὲν ὑπάρχει λογικὴ ἑρμηνεία γιὰ τὸν κόσμο!». Μὲ τὸν Δημήτρη δὲν γνωριζόμαστε πολὺ καλά· συναντιόμαστε μόνο στὶς ὧρες προπόνησης στὸ σκάκι, ἐκεῖ ποὺ ἔχω στήσει τὸν “θρόνο μου”! Ὅπως ἀποδείχτηκε ὅμως, οἱ φιλοδοξίες καὶ τὰ ἐπιτεύγματά μου ἐκεῖ, στὶς ὧρες τοῦ πόνου δὲν βοήθησαν τὴν ὕπαρξή μου νὰ σταματήσει νὰ νιώθει ὅτι “βρίσκεται στὸν ἀέρα”!
«Μισὸ λεπτό· ἀπὸ ὅλη τὴν ὁμάδα, εἶσαι τὸ ἄτομο μὲ τὴν μεγαλύτερη πειθαρχία στὴν πολύωρη ἐξάσκηση! Ἡ σκέψη σου εἶναι τόσο ὀργανωμένη, ποὺ ὅταν παίζεις ἔχεις μπροστά σου καὶ τὶς ἀδυναμίες τοῦ ἀντιπάλου σου! Τὰ “ἀνοίγματα” καὶ οἱ “ἐπιθέσεις σου” βασίζονται σὲ πολύπλοκα σχήματα, καὶ αὐτὸ σοῦ βγαίνει πάντα σὲ καλό! Πῶς γίνεται νὰ λὲς ὅτι θὰ βουλιάξεις ἐξ αἰτίας τῶν ἄλλων;».
«Μακάρι νὰ εἶχε καὶ ἡ ζωὴ τόσο ξεκάθαρους κανόνες, ὅπως τὸ σκάκι!». Ὁ ἀναστεναγμὸς μοῦ ξέφυγε, μόλις ἔφερα στὸ μυαλὸ τὴν ὑποτίμηση ποὺ καλλιεργοῦσα μέσα μου γιὰ τὸν Δημήτρη, ποὺ ἦταν χαμηλῶν τόνων. Δὲν συμμεριζόταν τὰ μεγάλα ὄνειρά μου γιὰ λαμπερὴ διεθνὴ σταδιοδρομία, ἐπειδὴ ὅπως ἔλεγε, μὲ ἔκαναν εὔπιστο σχετικὰ μὲ τὴν δύναμή μου. Εἶχα στερεωθεῖ στὴν ἰδέα, ὅτι μέσα μας ἔχουμε ῥιζωμένη τὴν ὁρμὴ νὰ διεκδικοῦμε δικαιώματα γιὰ τὸν ἑαυτό μας, καὶ μέσω αὐτῶν, νὰ ἐπιδιώκουμε τὴν “ἐξουσία μας” μὲ διάφορους τρόπους. «Ναὶ ἀλλὰ γιατὶ μοῦ εἶχες πεῖ, ὅτι ἡ φιλοδοξία γεμίζει τὸν ἄνθρωπο μὲ ἀκαταστασία;».
«Ἐπειδὴ ὅταν ἡ δύναμη δὲν εἶναι “αὐτὴ ποὺ πρέπει”, κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν ξέρει πὼς νὰ φερθεῖ. Τὸν κάνει σὰν τὴν “ἄκαρπη συκιά”, ποὺ μεγαλώνοντας ἔδινε μόνο φύλλα!».
Στὸ μεγάλο παιχνίδι τῆς ζωῆς, ἡ παρτίδα εἶναι μία καὶ μοναδική! Γιατὶ μέσα στὴν καθημερινὴ ἀνεμοζάλη, νὰ ἔχω τὴν αἴσθηση ὅτι εἶμαι προορισμένος γιὰ νὰ χάσω ἀπὸ “τὶς πρῶτες κινήσεις”; Τώρα ξεκαθάριζε κάπως ὁ λόγος τῆς θλίψης, τοῦ μεγάλου “πυρετοῦ” ποὺ μὲ σκόρπιζε ὅσο μεγάλωνα. Μήπως, μὲ τὴν δύναμη ποὺ δὲν ἦταν “αὐτὴ ποὺ ἔπρεπε”, ἔχω κάποια ἀντικανονικὴ συμπεριφορὰ καὶ αὐτοτιμωροῦμαι; Ἐπιτέλους, γιὰ τὸν μεγάλο ἀγῶνα τῆς ζωῆς ἔπρεπε νὰ εἶχα τὸν καλύτερο προπονητὴ δίπλα μου, καὶ ἀνθρώπους μὲ πολύτιμη πείρα! Τὸ ἄγχος ὅλων τῶν ἐφήβων κάνει ἐξόφθαλμο ὅτι ἡ δύναμή μας δὲν εἶναι αὐτὴ ποὺ θὰ “ἔπρεπε”, κι αὐτὸ ἐπειδὴ δὲν ἔχουμε ἀνακαλύψει τὶς βασικὲς ἀξίες μας! Δὲν ὑπάρχει πιὰ γυρισμὸς στὴν ἀφέλεια· ἄν παραδεχτῶ ὅτι τὸ καλὸ δὲν ὑπάρχει, ὑπογράφω τὴν καταδίκη μου ὅτι στὸ μεγάλο παιχνίδι τῆς ζωῆς, δὲν θὰ εἶμαι ἐλεύθερος! «Κάπου εἶχα ἀκούσει, ὅτι ἐλευθερία εἶναι νὰ ἔχεις ἀπόσταση ἀπὸ τοὺς ἄλλους! Τὸ ὄνειρό μου εἶναι νὰ ἀποδείξω σὲ ὅλους ὅτι μπορῶ νὰ ζήσω “ἐλεύθερος”, χωρὶς νὰ μὲ ἐξουσιάζει κανένας! Νιώθω μεγάλη ὑπερηφάνεια ποὺ θὰ πολεμήσω τὴν ἀδικία! Μέσα ἀπὸ τὶς νίκες μου, θὰ ἀποκτήσω μία ζωὴ πολὺ εὔκολη!», εἶπα αὐθορμήτως, νιώθωντας μέσα στὸ πετσί μου τὸ “ὁ σώζων ἑαυτῷ, σωθήτω”».


Ὁ Δημήτρης πρὸς στιγμὴν φάνηκε νὰ μαγκώνεται, καὶ μὲ κοίταξε γιὰ λίγο σὰν νὰ ἦρθε σὲ ἀμηχανία. «Ὁ κόσμος εἶναι ἄδικος, ὅσο εἴμαστε ἄδικοι μὲ τὸν ἑαυτό μας καὶ δὲν ξέρουμε ὅτι ὀφείλουμε νὰ ἀμυνόμαστε. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶπε, πὼς ἔβλεπε ὡς σκύβαλα καὶ ἀνάξια λόγου ὅσα εἶναι ξένα πρὸς τὸν Χριστό· ὅτι δηλαδὴ τὰ θεωροῦσε ζημιά, ἐν συγκρίσει μὲ τὴν ὑπεροχὴ καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς γνώσεως τοῦ Ἰησοῦ*! Ἀπέκτησε ὅμως τὴν δύναμη νὰ τὰ περιφρονεῖ, μόλις βρῆκε τὸν Θησαυρό του!». Μὲ κοίταξε σὰν νὰ περίμενε νὰ τοῦ ἀπαντήσω, καὶ συνέχισε. «Οἱ ἄλλοι εἶναι “κάτι ἀπὸ ἐμᾶς”! Εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ τοὺς ἀγαπᾶμε σὰν τὸν ἑαυτό μας! Μὲ τὸ ποὺ θὰ “ἐπιτρέψουμε” λίγο κακὸ μέσα στὸ καλὸ τῆς ζωῆς μας, γινόμαστε ὑπερήφανοι! Ἐπειδὴ ὅμως ἡ ψυχὴ ἔτσι ἀρρωσταίνει, μὲ τὴν ὑπερηφάνεια χάνει τὴν εὐχέρεια νὰ διαχωρίσει τὸν πόνο ἀπὸ τὴν δυστυχία της. Δυστυχία εἶναι, ἡ συνέπεια τῆς μὴ ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τὰ αἴτια ποὺ προκαλοῦν τὸν πόνο! Τὸ ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἀρρώστιας εἶναι ἡ θολὴ ὅραση τῆς ψυχῆς ποὺ σκοτίστηκε, καὶ περνάει τὴν ὑπερηφάνεια γιὰ “τονωτικὴ βιταμίνη”, ποὺ τὴν παίρνει μὲ τὶς χούφτες! Σὰν νὰ λέμε, μὲ τὴν ὑπερηφάνεια ὁ θησαυρὸς ποὺ πληθαίνει εἶναι τὰ σκύβαλα, δηλαδὴ τὰ σκουπίδια, καὶ ὁ πόνος ποὺ συμπαρασύρουν…».
«Ἔλα τώρα… Ἔχω ἀκούσει ὅτι δὲν ὑπάρχουν καθόλου ἠθικὰ φαινόμενα· ὑπάρχει μόνο ἠθικὴ ἑρμηνεία τῶν φαινομένων! Δημήτρη, ὁ δικός μου “θησαυρὸς” εἶναι ὁ πολύπλοκος τρόπος τῆς σκέψης μου. Πραγματικά, θεωρῶ πὼς μοῦ ἀξίζει νὰ ἔχω μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό μου!».Τὸ ἐναγώνιο βλέμμα του, ποὺ μοῦ ὑπενθύμιζε τὸν λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο ἔτρεξε νὰ μὲ δεῖ, μὲ πίεσε νὰ παραδεχτῶ μέσα μου, ὅτι δὲν ἤξερα νὰ ζῶ χωρὶς νὰ αὐτοδοξάζομαι. Αὐτὸ ναί, θὰ μποροῦσε νὰ τὸ πεῖ κανείς, ἀκαταστασία…
«Ἐγὼ ξέρω πὼς τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ γίνει μὲ τὸν ἀθεράπευτο πόνο, εἶναι νὰ “στολιστεῖ” γιὰ νὰ κουκουλωθεῖ. Ἡ δυστυχία εἶναι ἐπώδυνη πάθηση, σὲ γεμίζει μὲ κρυφὲς πληγές!». Δίσταζε, καὶ ἔκανε παύση. «Τὸ μυαλὸ εἶναι μικρὸ καὶ δὲν φτάνει γιὰ νὰ λύσει τὶς ὑποθέσεις τῆς ψυχῆς. Χρειάζεται ἡ ψυχὴ νὰ μεγαλώσει! Τουλάχιστον, τὸ μυαλουδάκι ἄς καταλάβει αὐτὸ…».
Δὲν ἤθελα νὰ μὲ νομίζει ὁ Δημήτρης γιὰ “μικρόψυχο”· οὔτε βαστοῦσα ἄλλο, ποὺ κατὰ βάθος τὸ πίστευα ἐγὼ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. «Οἱ ἄνθρωποι γεννιοῦνται ἐλεύθεροι, καὶ ἔτσι πρέπει νὰ ζοῦν! Γιὰ νὰ κατορθώσουμε ὅμως νὰ συμπεριληφθοῦμε καὶ ἐμεῖς στοὺς “λίγους καὶ δυνατούς”, πρέπει νὰ καταφέρουμε νὰ “ἐπινοήσουμε” τὶς ἀξίες ποὺ θὰ μᾶς ἐλευθερώσουν! Ἡ σπουδαιότητά μας βρίσκεται, στὸν συντονισμό μας μὲ τὶς “δυνάμεις” ποὺ μαγνητίζουν τὸ σῶμα μας, ὥστε αὐτὸ νὰ ζεῖ ὅπως ἀκριβῶς τὸ εὐχαριστεῖ! “Ἀξιοποιώντας” αὐτὲς τὶς “δυνάμεις”, ἐμεῖς αἰσθανόμαστε δυνατοί!».
«Τώρα καταλαβαίνω, γιατὶ εἶπες ὅτι δὲν ὑπάρχει λογικὴ ἑρμηνεία γιὰ τὸν κόσμο!». Ὁ Δημήτρης μὲ κοίταζε, σὰν νὰ ἔφυγε κάτι ποὺ τὸν ἐμπόδιζε νὰ βλέπει τὸ “εὕρημα”. «Τώρα μάλιστα, ἐξηγεῖται ὁ λόγος ποὺ εἶπες ὅτι δὲν ὑπάρχουν ἠθικὰ φαινόμενα, ἀλλὰ φοβόσουν ὅτι θὰ σὲ βουλιάξουν οἱ ἄλλοι…». Μόλις τὸ σκέφτηκε καλύτερα, συνέχισε μιλώντας σὲ γρήγορο ῥυθμό. «Νέαρχε, ἄν ἡ ὑπερηφάνεια σὲ “ἐλευθέρωνε” ὅπως λές, στὴν θλίψη σου θὰ σὲ ὑπερασπιζόταν! Προτρέποντάς σε ὅμως νὰ “προσπερνᾶς” τὶς ἀληθινὲς ἄμυνες —δηλαδὴ τοὺς κανόνες τοῦ ἤθους— τὸ “ἔκθετο” σῶμα ποὺ πετυχαίνει νὰ εὐχαριστιέται ὅπως θέλει αὐτό, θὰ ζεῖ μόνο ὡς “ἐλεύθερο πτῶμα”! Πόσο λογικὸ εἶναι αὐτό;».
«Τί λές; Δὲν κατάλαβα τίποτα!».


«Λοιπόν· τὸ σῶμα ἀπὸ τὴν φύση του ἔχει δουλοπρέπεια. Μέσα στὸ σῶμα, βάζω καὶ τὸ μυαλό, τὴν χοϊκὴ σκέψη, ποὺ ἀπὸ μόνη της δὲν ξέρει πὼς νὰ φερθεῖ. Ἀπὸ τὸν Κύριο, τὸ σῶμα φτιάχτηκε γιὰ νὰ ὑπακούει δουλικῶς στὶς προσταγὲς τῆς ἠθικῆς ψυχῆς. Ἄν ὅμως ἡ ψυχὴ πάψει νὰ εἶναι κυρίαρχη, καὶ ὁ ἔλεγχος τοῦ ἀνθρώπου περάσει στὰ ἄλογα πάθη τῆς σάρκας, δὲν θὰ εἶναι καθόλου παράξενο, ὁ ἔλεγχός του νὰ περάσει παράλληλα καὶ σὲ κάποια ἐξουσία ἔξω ἀπὸ τὸν ἀκυβέρνητο ἄνθρωπο! Σὰν αὐτοὺς ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ σὲ βουλιάξουν, ὅπως εἶπες νωρίτερα…».
Μπροστὰ στὰ μάτια μου, μαζὶ μὲ τὶς εἰκόνες ὅπου ὅλα τριγύρω γκρεμίζονταν, καὶ ἔπρεπε νὰ πάρω ἀπόφαση πὼς τὸ καλὸ δὲν ὑπῆρχε, προστέθηκε καὶ ἡ “μυστικὴ συμφωνία” μὲ τὴν ἐθελοντικὴ ἀνελευθερία, ποὺ ἐπέμενε πὼς “ἐλευθερώνει”… Μόλις πλησίασε καὶ ἡ ὁρμὴ τῶν “δικαιωμάτων” ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ, ποὺ ἐπιδίωκαν τὴν “ἐξουσία τους” μὲ διάφορους τρόπους, ἔνιωσα ἀνυπεράσπιστος! Ὅπως φαίνεται, κάπου ἐδῶ ἐγὼ παραβίαζα κάποιους ὅρους τοῦ μεγάλου παιχνιδιοῦ τῆς ζωῆς… Τουλάχιστον, ὁ Δημήτρης δείχνει νὰ ἔχει πείρα σὲ αὐτὸν τὸν μεγάλο ἀγῶνα· ἴσως μὲ βοηθήσει νὰ καταλάβω μὲ ποιό τρόπο αὐτοτιμωροῦμαι. «Τώρα ποὺ τὸ προσέχω Δημήτρη, ἡ ψυχή μου ἔνιωθε αὐτὰ ποὺ λές, ἄλλὰ μᾶλλον διέφευγαν ἀπὸ τὸ χοϊκὸ μυαλό μου! Αὐτὸ ποὺ μὲ ἔκανε νὰ φρίττω ἦταν ὁ φόβος νὰ μὴν κακοπάθει τὸ σῶμα μου, καὶ κοίταζα νὰ τὸ ἱκανοποιῶ μὲ κάθε τρόπο. Νόμιζα ὅτι ἔτσι προστάτευα τὸν ἑαυτό μου! Τί ἔκανα λάθος;».
«Πρόσεξες τὶς ἀντιφάσεις σου, προκειμένου νὰ νομιμοποιήσεις τὴν ὑπερηφάνεια; Ἦταν ἀλαζονία νὰ πιστεύεις πὼς θὰ πολεμοῦσες τὴν ἀδικία, τὴν στιγμὴ ποὺ δὲν εἶχες ἰδέα ποιὲς εἶναι οἱ ἀξίες σου, καὶ ἔπρεπε πρῶτα νὰ τὶς ἀνακαλύψεις “μόνος σου”! Αὐτὴ δὲν εἶναι ἡ κατάσταση τοῦ πρωτόγονου, τοῦ βάρβαρου ἀνθρώπου, ποὺ θὰ ἐκπολιτιστεῖ ἅμα καὶ ὄταν “ἀνακαλύψει τὸν τροχό”; Ἐδῶ καὶ αἰῶνες, οἱ ἀξίες τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὸν ἀόρατο πόλεμο εἶναι πατροπαράδοτες, καὶ μὲ αὐτές Η ΨΥΧΗ ΣΩΖΕΤΑΙ! Ὅμως χωρὶς τὸν Θεὸ δὲν ὑπάρχει ἑρμηνεία γιὰ τὸν κόσμο! Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὴν “ἄκαρπη συκιά”, ποὺ ἀρνεῖται νὰ προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὴν οὐσία. Μόνο ποὺ κάθε “ἄκαρπο δέντρο” κόβεται, καὶ πετιέται στὴν φωτιά! Ὅταν τὸ λογικὸ δὲν φωτίζεται ἄνωθεν, ὁ ἄνθρωπος ζεῖ στὸ σκοτάδι, ποὺ δὲν “προσφέρει” τίποτα ἄλλο παρὰ θλίψη! Κοντὰ στὸν Χριστό ὅμως, μαθαίνουμε καὶ ἐμεῖς νὰ παίρνουμε τὸ πικρὸ καὶ νὰ βγάζουμε γλυκό!».
Μὰ ἡ ζωή μου ἦταν ὅλη μία ἀντίφαση, καὶ τὸ γευόμουν! Μεγάλωσα πιστεύοντας πὼς ὁ φυσικὸς χῶρος μου ἦταν ἡ πανωλεθρία ποὺ ἁπλωνόταν παντοῦ, ἀπὸ τὴν θλίψη τῆς ὁποίας κόντευα νὰ παραφρονήσω… Γιὰ νὰ τὸ καταλάβω, ἦταν “ἐγκεκριμένο” νὰ ἔχανα τὸν μεγάλο ἀγῶνα τῆς ζωῆς ἀπὸ τὶς πρῶτες κινήσεις μου; «Δηλαδή; Στὸν ἁόρατο πόλεμο ποὺ εἶπες, ποιὰ εἶναι ἡ δύναμη ποὺ πρέπει νὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μείνει ἐλεύθερος;».
«Κατ’ ἀρχάς, ἡ ἐλευθερία ἐτυμολογεῖται ἀπὸ τὸ “ἐλεύθειν ἔνθα ἐρᾶ”, ποὺ σημαίνει ὅτι κάποιος πηγαίνει ἐκεῖ ποὺ ἀγαπάει! Ἄν ἐμποδίζεται ἡ κίνησή του πρὸς αὐτὸ ποὺ τὸν εὐχαριστεῖ, ὀνομάζεται δοῦλος. Τὸ σῶμα ὡς κατώτερο, ἐξουσιάζεται ἀπὸ τὸ πολυτιμότερο μέρος τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ἄυλη ψυχή, ποὺ ἡ δουλειά της εἶναι νὰ διακρίνει τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακὸ —τὸ ὁποῖο εἶναι ἀφύσικη κατάσταση γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ὡς ἐκ τούτου, ἡ ψυχὴ ἀναχαιτίζει τὶς φυσικὲς ὁρμὲς τοῦ σώματος, δηλαδὴ ἐλέγχει τὶς ζωώδεις ἐπιθυμίες του, ὥστε τὸ ἄλογο μέρος τοῦ ἀνθρώπου νὰ ὑποτάσσεται στὸ λογικό. Ἔτσι καταπιέζεται τὸ κτῆνος ποὺ ὑπάρχει μέσα στὸν ἄνθρωπο, καὶ ἀναδεικνύεται ἡ ἀνθρώπινη φύση του! Ἐνῶ ἡ πίστη πρὸς τὸν Χριστὸ μπορεῖ νὰ ἐνδυναμώσει τὴν καλὴ προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ δισταγμὸς τῆς καρδιᾶς φέρνει στὴν ψυχή, δειλία. Ὅσο στὴν καρδιὰ ὑπερισχύει ἡ ἀγάπη τῆς σάρκας, δὲν μποροῦμε νὰ γίνουμε τολμηροὶ καὶ ἄφοβοι ἀπὸ πολλὰ πράγματα ποὺ εἶναι ἐνάντια στὸ ἀγαπημένο σῶμα. Ἡ κατεξοχὴν δουλεία, ἡ ἐπαίσχυντη, ἡ κολάσιμη, εἶναι αὐτή: τὸ σῶμα νὰ κάνει τὴν ψυχὴ σκλάβα του, καὶ νὰ τῆν διοικεῖ ὁ θυμὸς μὲ τὴν ἐπιθυμία τοῦ σώματος! Σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση, ὁ ἄνθρωπος δὲν διαφέρει πουθενὰ ἀπὸ ἕνα ζῶο! Ὅμως ἡ οὐράνια καταγωγὴ τῆς καθ’ ὁλοκληρίαν ἀδούλωτης ψυχῆς, καθιστᾶ ἀδιανόητο τὸν ἐκπεσμὸ ἀπὸ τὴν ἡγεμονικὴ θέση της, καὶ τὴν ἠθελημένη ὑποταγή της στὰ αἰσχρὰ πάθη τοῦ σώματος! Ὁ Χριστὸς μᾶς δίδαξε ὅτι ὅποιος πράττει τὴν ἁμαρτία, εἶναι δούλος της!** Δηλαδὴ ἐμᾶς δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ ἡ δουλεία, ἀφοῦ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος ἐπέτρεψε ἀκόμα καὶ νὰ Τὸν ἀνεβάσουν στὸν σταυρό, οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔπλασε μὲ τὰ χέρια Του! Ἀπὸ τὴν ἁμαρτία πρέπει νὰ φυλαγόμαστε, ποὺ εἶναι ἡ αἰώνια δουλεία!».
Εἶχα τὴν αἴσθηση πὼς στὸ δωμάτιο, ὅλα γύριζαν! Σὲ ποιό κόσμο εἶχα μεγαλώσει ἐγώ; Τὸ ἐναγώνιο βλέμμα τοῦ Δημήτρη μοῦ θύμισε τὴν ὑπερηφάνεια, τὴν “τονωτικὴ βιταμίνη” ποὺ ἔπαιρνα μὲ τὶς χούφτες, γιὰ νὰ ἀντέχω μέσα στὰ σκύβαλα τῆς ζωῆς μου! Μήπως, ἡ ὥς τώρα προσπάθεια νὰ “τὰ βρῶ μὲ τὸν ἑαυτό μου”, ἦταν στὴν οὐσία πίεση ἀπὸ παντοῦ στὴν ψυχή μου, νὰ συγκαταθέσει στὸν παραλογισμὸ τῆς κοινωνίας; Καὶ μὲ τὴν θολή της ὅραση νὰ μὴν “ἐνοχλεῖται” ἄν οἱ πράξεις μου δὲν διαφέρουν πουθενὰ ἀπὸ ἑνὸς ζώου; Μὰ τὸ ἔνιωθα ὅτι ὁ ἑαυτός μου εἶχε κλαπεῖ! Ἤ μᾶλλον, εἶχε ἐκπέσει ἀπὸ τὴν ἡγεμονικὴ θέση του… «Δημήτρη, ἄν κάποιος ἐμποδίζεται νὰ πάει ἐκεῖ ποὺ ἀγαπάει, αὐτὸ σημαίνει ὅτι χάνει τὸ δικαίωμα νὰ ὑπερασπιστεῖ τὴν παρτίδα τῆς ζωῆς του;». Ἡ θλίψη μου ἦταν καὶ τώρα βαριά, ἀλλὰ ὁ προσανατολισμός της εἶχε ἀλλάξει· εἶχε μέσα καὶ “ἐλεγχόμενο” θυμό!

«Νέαρχε, μακάρι νὰ μποροῦσες νὰ δεῖς τὸν ἑαυτό σου ὅπως τὸν βλέπω ἐγώ! Τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ συνειδητοποιήσεις πόση ἀνεκμετάλλευτη δύναμη ἔχει ἡ ψυχή σου, ἔχοντας καλὴ προαίρεση, μέσα ἀπὸ μεγαλεῖο τῆς γνώσεως τῆς ἁγίας πίστης θὰ μαθαίνεις γιὰ ὅλες τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου, ὅπως ὅταν ἔχεις μπροστά σου τὴν σκακιέρα! Ὅσο γιὰ τὸ “ὁ σώζων ἑαυτῷ, σωθήτω”, θὰ μπορέσεις νὰ τὸ μάθεις ΣΩΣΤΑ κάτω ἀπὸ τὸ πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ!».
Καὶ ἰδοῦ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον.
καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστην αὐτῶν εἶπεν τῷ παραλυτικῷ·
Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου
Καὶ ἰδοῦ ἔφεραν πρὸς Αὐτὸν ἕναν παραλυτικό, κατάκοιτο πάνω στὸ κρεβάτι· καὶ ὅταν εἶδε ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστη τοῦ παραλυτικοῦ καὶ ἐκείνων, ποὺ τὸν ἔφεραν, εἶπε στὸν παραλυτικό· “θάρρος, παιδί μου, μὴν φοβᾶσαι ὅτι οἱ ἁμαρτίες σου θὰ ἐμποδίσουν τὴν θεραπεία· γιὰ τὴν πίστη σου, ἔχουν ἤδη συγχωρηθεῖ οἱ ἁμαρτίες σου (Ματθ. 9,2)
*Φιλιπ. 3,8
**“πὰς ὁ ποιὼν τὴν ἁμαρτία, δοῦλος ἐστὶ τῆς ἀμαρτίας” (Ιωα 8,34).
Μὲ πράσινο χρῶμα εἶναι λόγια τοῦ ἀββὰ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου

