2 ( -3) - ( -5) = -6 + 5 = -1
«Δὲν καταλαβαίνω γιατὶ βγαίνει θετικὸ τὸ πέντε! Δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἀρνητικὸ τὸ πρόσημο;», εἶπα κατασυγχυσμένος. Ἔβλεπα τὴν ἀλγεβρικὴ παράσταση ποὺ εἶχε λύσει ὁ Νέστορας στὸ πρόχειρο καὶ παρόλο ποὺ μοῦ τὰ ἔλεγε πάλι καὶ πάλι, στὸ μυαλό μου συνέχιζαν νὰ εἶναι μπλεγμένα. Ἔχω τὴν αἴσθηση ὅτι μὲ ἔχει πιάσει κάποιος ἀπὸ τὸν λαιμὸ καὶ δὲν μπορῶ νὰ καταπιῶ! Πῶς θὰ καταφέρω νὰ ἐπιβιώσω τοῦ χρόνου, στὸ λύκειο;
«Τὸ ξαναλέω: τὸ γινόμενο δύο ὁμόσημων ἀριθμῶν εἶναι θετικό, ἀλλὰ τῶν ἑτερόσημων εἶναι ἀρνητικό. Πρὶν ἀπὸ τὴν παρένθεση ἐννοεῖται ὅτι ὑπάρχει τὸ -1, ἀλλὰ παραλείπεται ὁ ἀριθμὸς καὶ βλέπουμε μόνο τὸ πρόσημο. Ἀφοῦ ἔχουμε δύο ἀριθμοὺς μὲ ἴδιο πρόσημο, τὸ γινόμενο θὰ βγεῖ θετικό. Τὸ κατάλαβες τώρα γιατὶ τὸ 5 γίνεται θετικὸ;».
Γιατὶ δὲν τὸ ἄκουγα τόση ὥρα; Μόλις ἄρχισα νὰ ξεσφίγγομαι, τὰ μάτια ξεκίνησαν καὶ πάλι νὰ βλέπουν… Ὅταν διαβάζω μαθηματικὰ μὲ τὸν Νέστορα, εἶναι ἀλλιῶς. Ἐδῶ καὶ τρεῖς μῆνες ποὺ ἦρθα στὴν γειτονιὰ μὲ πιλατεύει μὲ τὴν προπαίδεια, ἀλλὰ τοῦ τὸ ξέκοψα, ὅτι θὰ μείνει μεταξύ μας. Δὲν θὰ μιλήσει σὲ κανένα, εἶναι ἐντάξει τύπος. Καλὰ ποὺ τὸν βρῆκα, γιατὶ στὴν παλιά μου γειτονιὰ θὰ μὲ εἶχαν κάνει βούκινο ὅλοι τους. Ὅταν εἶδα πόσο σεβόταν τὸν ἑαυτό του ὁ Νέστορας, χάρηκα ποὺ ἄλλαξα σπίτι. Ἦταν ὡραῖο αὐτὸ ποὺ εἶδα!
«Μιλτιάδη, τώρα ποὺ ἄνοιξαν τὰ σχολεῖα θὰ πρέπει νὰ ἀκολουθεῖς τὸ μάθημα τῆς ἡμέρας, γιὰ νὰ μὴν ἀφήσεις πάλι κενά. Θὰ σὲ βοηθάω σὲ ὅ,τι δὲν καταλαβαίνεις. Εἶναι ὅλα κουκιὰ μετρημένα, ποὺ λέει καὶ ἡ γιαγιά μου. Τὸ θέμα εἶναι νὰ ἀποκτήσεις βάσεις. Μετὰ βλέπεις πὼς καθετί ἔχει τὴν θέση του, ἀρκεῖ νὰ θέλεις νὰ βρεῖς τὴν λογική σχέση του μὲ τὰ ὑπόλοιπα. Τὸ βλέπεις ὅμως καὶ ἐσὺ ὅτι τὰ καταφέρνεις, ἔτσι;».
«Κάτι ἀρχίζω νὰ καταλαβαίνω, ἀλλὰ καὶ τί ἔγινε; Μαθηματικὰ εἶναι, δὲν μπορεῖς νὰ περιμένεις καὶ πολλά. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος γιὰ ἄλλα πράγματα, στὴν ζωή του περιμένει μεγαλεῖα! Τὰ μαθηματικὰ δὲν μποροῦν νὰ σὲ κάνουν χαρούμενο… Ὅταν ὅμως δὲν βρίσκεις καμία χαρὰ γύρω σου, πρέπει νὰ εἶσαι δυνατὸς γιὰ νὰ ἀπαιτήσεις ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου νὰ ἀναγνωρίζει τὰ μικροπράγματα στὴν ζωή, καὶ νὰ ἑστιάσει πάνω τους. Αὐτὸ εἶναι χρήσιμη ἄσκηση, ὄχι τῶν μαθηματικῶν! Πρέπει νὰ τοῦ ἐπιβάλλεις νὰ εἶναι εὐγνώμων, γιὰ νὰ φέρεις ἐσὺ τὴν λύση! Ἀλλιῶς ἄν περιμένεις νὰ νιώσεις τὴν εὐγνωμοσύνη ἀπὸ μόνη της, δὲν θὰ ἀλλάξει ποτὲ τίποτα!». Ὁ Νέστορας ἀπόρησε καὶ μὲ κοίταζε χωρὶς νὰ καταλαβαίνει τί εἶπα. Θὰ τοῦ κάνει καλὸ νὰ ἀκούσει καὶ κάτι πέρα ἀπὸ τὰ μαθήματα, μήπως καὶ γίνει λίγο τολμηρός. Μόνο ἔτσι μπορεῖ σήμερα ὁ ἄνθρωπος νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴν μοναξιά του, μαθαίνοντας καινούργιες συμπεριφορὲς…
«Τί ἐννοεῖς “νὰ φέρεις τὴν λύση”; Πῶς γίνεται νὰ ἐπιβάλλεις στὸν ἑαυτό σου νὰ εἶναι “εὐγνώμων”, ἅμα δὲν τὸ νιώθει;».
«Ἡ εὐτυχία εἶναι δεξιότητα ποὺ τὴν μαθαίνουμε, Νέστορα, εἶναι τοῦ χεριοῦ μας! Ἴσα ἴσα, ἐπειδὴ ξεχάσαμε νὰ εὐχαριστιόμαστε καὶ νὰ ἐνθουσιαζόμαστε οἱ ἄνθρωποι, δὲν πρέπει νὰ ἀφηνόμαστε στὴν μαυρίλα, ποὺ εἶναι πιὸ εὔκολη ἀπὸ τὴν εὐτυχία! Ἄν ἀντέξουμε τὸ ζόρικο κομμάτι, μετὰ θὰ ἔρθει ἡ ἱκανοποίηση γιὰ αὐτὸ ποὺ θὰ ἔχουμε καταφέρει! Ἡ αὐτοεκτίμηση μᾶς κάνει ὥριμους!». Τὰ “προβλήματα” τῆς εὐτυχίας ποὺ λύνονται μὲ τὴν αὐτοβοήθεια, ἦταν τὸ βασικὸ θέμα συζήτησης μὲ τοὺς παλιοὺς φίλους μου. Ἤμασταν ἀποφασισμένοι νὰ κρατήσουμε ἄμυνα στὴν ἀθλιότητα τοῦ δρόμου, ποὺ βλέπαμε γύρω μας! Μᾶς ἄξιζε νὰ ἐπαναστατήσουμε! «Μόνο ὅταν εἶσαι ὥριμος μπορεῖς νὰ ὑπερασπιστεῖς τὸν “παράδεισό σου” σου ἀπὸ ἐκείνους ποὺ τὸν ζηλεύουν!», τόνισα μὲ δυναμισμό. Ἐκείνη τὴν στιγμὴ διέκρινα μέσα μου κάποιο ἀπροσδιόριστο φόβο, γιὰ τὶς μάχες ποὺ ἴσως χρειαζόταν νὰ δώσω μὲ τὴν ἀθλιότητα τοῦ δρόμου. Δὲν ήθελα νὰ τὴν ἀφήσω νὰ μὲ ἀκουμπήσει, δὲν εἶχα καμία σχέση μαζί της, ἀλλὰ δὲν εἶχα δεῖ καὶ κανένα ἀπὸ τοὺς κολλητούς μου ὥς τώρα νὰ ἤξερε τί νὰ κάνει μαζί της…


«Μὰ μέσα στὸν Παράδεισο δὲν ὑπῆρχαν ἄγρια θηρία… Ἐκ τῶν πραγμάτων, ἐκεῖ μέσα ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀσφαλής! Θέλω νὰ πῶ, εἶναι ἀδιανόητο νὰ κάνει πόλεμο γιά νὰ ἐπικρατήσει…».
«Δὲν εἶχα στὸ μυαλό μου αὐτὸν τὸν Παράδεισο ἀλλὰ τὸν “δικό μου”, ποὺ πρέπει νὰ ἔχω τὴν πυγμὴ νὰ τὸν προστατέψω! Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς ζωῆς, νὰ μὴν ἐπιτρέψεις σὲ κανένα νὰ σοῦ ἀφαιρέσει τὴν εὐτυχία σου! Ἐξ ἄλλου, ὁ ἄνθρωπος φτιάχτηκε γιὰ νὰ μάχεται, ἐκεῖ φαίνεται ἡ ἀξία του!». Τώρα θυμήθηκε ὁ Νέστορας ὅσα τοῦ εἶπα προχθὲς γιὰ τὸν μακρινὸ ξάδερφό μου, ποὺ τό’ χει πάρει πάνω του καὶ διαρκῶς μὲ συγκρίνει μὲ τὸν ἑαυτό του. Ὅποτε συναντιόμαστε κάνει τὰ πάντα γιὰ νὰ μὲ μειώνει μπροστὰ στοὺς ἄλλους! Μόνο ποὺ ἔχει πιάσει φιλίες μὲ κάτι νταήδες, ποὺ ἄρχισαν νὰ μὲ συζητᾶνε κι αὐτοί… Ὁ Νέστορας εἶπε ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ κάνει ἐπειδὴ νιώθει κενὸς μέσα του, καὶ ὅτι ἡ σύγκριση μαζί μου τοῦ δίνει αἴσθηση εὐτυχίας. Ἐγὼ ὅμως θυμώνω! Πόλεμο θέλει; Θὰ τὸν ἔχει!
«Δὲν νομίζεις ὅτι εἶναι ὑποτιμητικὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, νὰ πιστεύει ὅτι τὴν εὐτυχία μπορεῖ νὰ τοῦ τὴν ἀφαιρέσει κάποιος ἄλλος; Ἤ νὰ τοῦ τὴν χαρίσει; Ἄν εἶναι ἔτσι, δὲν μπορεῖ νὰ ἐννοεῖ τὴν εὐτυχία ἀλλὰ κάτι ἄλλο, ἄσχετο. Ὅπως τὸ καταλαβαίνω ἐγώ, εἶναι ἀνυποψίαστος γιὰ τὴν πραγματικὴ εὐτυχία, ἁπλὰ ἔχει δώσει τὸ ὄνομά της σὲ κάτι ξένο. Ή βλέπει ἄλλους, ποὺ ἔχουν μπερδέψει τὰ πράγματα καὶ τοὺς ἀκολουθεῖ στὰ λάθη τους».
«Γιὰ ἐμένα εὐτυχία εἶναι νὰ μὴν μὲ ἐνοχλεῖ ὁ ξάδερφός μου! Θέλω οἱ ἄλλοι νὰ μποροῦν νὰ βλέπουν τὴν ἀξία μου! Θέλω νὰ μπορῶ νὰ εἶμαι “ἐλεύθερα” ὑπερήφανος γιὰ τὸν ἑαυτό μου! Δὲν ξέρω τί πρέπει νὰ κάνω, ἀλλὰ μόλις τὸ πετύχω θὰ βρίσκομαι στὸν “παράδεισο”! Πίστεψέ με!». Ἦμουν εἰλικρινής, δὲν σκεφτόμουν σὰν τοὺς παλιοὺς κολλητούς μου· ποὺ εἶχαν γιὰ “παράδεισό τους” ἄλλος τὸ “χτίσιμο τοῦ σώματος” μὲ τὴν γυμναστική, ἄλλος νὰ ἀγοράζει ἀκριβὰ παιχνίδια στὸν ὑπολογιστή, ἄλλος νὰ νικάει τοὺς πάντες στὸν χορό… Ὁ Νέστορας ἔμεινε κάπως σκεφτικός. Μᾶλλον δὲν καταλάβαινε, ἐπειδὴ μεγάλωσε διαφορετικά. Κάποια στιγμὴ εἶπε ὅτι μπαίνει στὸ ἱερὸ καὶ βοηθάει τὸν ἱερέα τὶς Κυριακές, ἀλλὰ δὲν πῆγα καθόλου νὰ τὸν δῶ.
«Τὴν εὐτυχία τὴν καταλαβαίνουμε, ἀνάλογα μὲ αὺτὸ ποὺ ὁρίζουμε “παράδεισο”», εἶπε μὲ σοβαρότητα, καὶ μοῦ ἔδωσε τὴν ἐντύπωση ὅτι προσπαθοῦσε νὰ θυμηθεῖ κάτι. «Ἀλλὰ ἄν ὁ “παράδεισός μας” ἔχει “ταβάνι”, ἈΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ ἈΠΟ ΤΗΝ ΕΥΤΥΧΙΑ!». Σὰν νὰ βρῆκε αὐτὸ ποὺ ἤθελε νὰ μοῦ πεῖ, ἄρχισε νὰ μιλάει γρήγορα. «Ἄν πιστεύεις ὅτι κάποιος σοῦ στερεῖ τὴν εὐτυχία, αὐτὸ καταλήγει σὲ πόλεμο! Ὑπάρχει “καλὸς σκοπὸς” γιὰ νὰ γίνεται πόλεμος; Πόσο λογικὸ εἶναι νὰ μαζέψεις τὴν δύναμή σου γιὰ νὰ συγκρουστεῖς μὲ κάποιο, ὥστε νὰ γίνεις εὐτυχισμένος; Ἤ, πῶς μπορεῖς νὰ ἁρπάξεις τὴν “εὐτυχία” ὅσο κολυμπᾶς στὴν ταραχή, ποὺ εἶναι ἀφύσικη; Αὐτὴ ἡ “εὐτυχία”, δὲν σοῦ φαίνεται γιὰ ἀπομίμηση; Ποὺ στὴν πραγματικότητα σὲ ἀφήνει ἀφύλαχτο στὴν δυστυχία; Εἶναι σὰν νὰ λέμε “θέλουμε ἕνα “παράδεισο” μὲ περιορισμούς! Δὲν βλέπεις ὅτι ὅταν πιστεύουμε ὅτι κάποιος “ἀπειλεῖ τὴν εὐτυχία μας” κάπου ἔχει γίνει “λάθος”, καὶ πρέπει νὰ πάρουμε τὶς πράξεις ἀπὸ τὴν αρχή;».


Ὁ Νέστορας εἶναι καλὸς φίλος. Προσέχει τὸν τρὸπο ποὺ μοῦ μιλάει. Ξέρω ὅτι θέλει νὰ μὲ βοηθήσει, τὸ ἔβλεπα ὅλο το καλοκαίρι. Δὲν μοῦ ἔκανε κάθε πρωὶ ἐξάσκηση στὴν προπαίδεια γιὰ νὰ φανεῖ ἀνώτερος, ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴν ἀγχώνομαι στὸ σχολεῖο. Τώρα ποὺ τὸ σκέφτομαι, σὲ ἀνύποπτη στιγμὴ εἶχε πεῖ ὅτι ὅταν ἐργάζεσαι γιὰ τὴν μάθηση, νιώθεις τί θὰ πεῖ εὐτυχία. Ὅμως πόσο μποροῦν τὰ μαθήματα τοῦ σχολείου νὰ σοῦ πάρουν τὴν αἴσθηση τοῦ κενοῦ, ποῦ εἶναι ὁ μεγαλύτερος πόνος τοῦ ἀνθρώπου; «Θέλεις νὰ πεῖς ὅτι ἄν μᾶς ζηλεύει κάποιος εἶναι δικό μας τὸ λάθος, καὶ πρέπει νὰ τὸν ἀφήνουμε νὰ μᾶς σπάει τὰ νεῦρα;».
«Θὰ σοῦ τὸ πῶ ἀπὸ ἄλλη ὀπτική γωνία, γιὰ νὰ τὸ καταλάβεις. Ὁ ξάδερφός σου εἶναι εὐτυχισμένος μὲ τὸν τρόπο του, ἐπειδὴ βρῆκε “κάτι” καὶ τὸ ὀνόμαστε εὐτυχία. Χωρὶς “αὐτό”, μειονεκτεῖ! Ἀφοῦ προφανῶς δὲν παίρνει τὸν ἑαυτό του στὰ σοβαρά, τοῦ λέει ψέματα. Ἐπειδὴ εἶναι ἀπόλυτο ὅτι τὸ ψέμα δὲν μπορεῖ νὰ φέρει τὴν εὐτυχία, μὲ τὴν πρώτη ματιὰ αυτὸ ποὺ λέει στὸν ἑαυτό του φαίνεται γιὰ κουταμάρα. Τὸ ψέμα ὅμως ἔχει ἀναξιοπρεπῆ κίνητρα, ποὺ μένουν κρυφά, ἤ ἀνεπίγνωστα. Αὐτὰ εἶναι ποὺ καταργοῦν τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου! Τὰ ἀναξιοπρεπῆ κίνητρα τὸν κάνουν δυστυχισμένο —ποὺ τὸν φέρνουν σὲ πόλεμο μὲ τὸν ἄλλο— κι ἄς λέει αὐτὸς ὅτι ἀγωνίζεται γιὰ τὴν εὐτυχία του! Ὑπάρχει περίπτωση νὰ κάνει κόντρες μὲ τὴν παρέα του, γιὰ τὸ ποιὸς εἶναι “περισσότερο εὐτυχισμένος”. Σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση δὲν θὰ πρέπει νὰ τοὺς δώσει ἀναφορά, πόσο καλὰ ἔχει καταλάβει τί εἶναι ἡ εὐτυχία, οὔτε θὰ χρειαστεῖ νὰ παραδεχτεῖ ὅτι ὀνόμασε “εὐτυχία” τὴν δυστυχία του… Κανεὶς δὲν θὰ ἀμφισβητεῖ τοὺς ἄλλους ἔπειδὴ βλέπουν τὴν εὐτυχία σὰν “δεξιότητα”, καὶ δείχνουν νὰ ἔχουν λύσει τὸ πρόβλημά τους…».
Ὅπως ἦρθαν στὸ μυαλὸ οἱ συζητήσεις μὲ τοὺς παλιοὺς φίλους μου, ἕνα τσίμπημα ἔκανε τὴν καρδιά μου νὰ κρατήσει τὴν ἀνάσα της. Γι’ αὐτὸ ἔχω ξεχάσει κι ἐγὼ νὰ εὐχαριστιέμαι καὶ νὰ ἐνθουσιάζομαι; Ἐπειδὴ λέω ψέματα στὸν ἑαυτό μου; Μήπως τὰ δικά μου κίνητρα νὰ καυχιέμαι γιὰ νὰ ὑποκλίνονται οἱ ἄλλοι μπροστά μου, ἦταν κι αὐτὰ ἀναξιοπρεπῆ; Ὅταν ἔχω ἀνάγκη νὰ μὲ παραδέχονται ὅλοι, χάνω τὴν ἐλευθερία μου; Μᾶλλον, τὸ ἤξερα ὅτι πληγωνόταν ἡ ψωροπερηφάνειά μου, ποὺ δὲν μποροῦσα νὰ λύσω τὶς ἀσκήσεις στὰ μαθηματικά. Εἴχε δίκιο ἡ μάνα μου ποὺ μὲ εἶπε ἀλαζόνα, ὅπως λέω κι ἐγὼ τὸν ξάδερφό μου; «Νέστορα, γιατὶ ἡ εὐτυχία εἶναι ἀπλησίαστη; Γιατὶ εἶναι τόσο δύσκολο νὰ περνᾶμε καλά;», εἶπα μὲ παράπονο. Δὲν βιάστηκε νὰ ἀπαντήσει. Ἴσως νὰ μὲ ἔβλεπε πόσο ἀπογοητεύτηκα ποὺ ἄδειασα ἀπὸ τὴν ἰδέα ποὺ εἶχα γιὰ τὴν χαρά, καὶ ἔμεινα ξεκρέμαστος…
«Μὲ τὴν οἰκογένειά μου λέμε, ὅτι τὸ κενὸ ἔρχεται στὴν ψυχή μας κάθε φορὰ ποὺ διαψεύδεται “αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουμε αὐθαίρετα, χαρά”. Στὴν οὐσία ἔτσι κυνηγᾶμε τὸν εὐτυχισμό· προσπαθοῦμε δηλαδὴ νὰ ἀρνηθοῦμε τὸν πόνο, ἀπὸ τὴν δυσκολία τοῦ σταυροῦ. Πρόκειται δηλαδὴ γιὰ ἀνικανότητα νὰ ταπεινωθοῦμε, καὶ νὰ “ἐφαρμόσουμε” τὴν ἀξία μας στὴν “πράξη”. Ὅμως γιὰ νὰ εἴμαστε καλά, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ βρίσκουμε τὶς πνευματικὲς ἐλλείψεις μας καὶ νὰ ἐργαζόμαστε γιὰ νὰ μάθουμε πὼς θὰ ἀπελευθερωθοῦμε ἀπὸ αὐτές! Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ εὐτυχία εἶναι ὑπόθεση τῆς μάθησης· εἶναι τὸ φῶς ποὺ βγαίνει στὴν ψυχὴ ὅταν αὐτὴ “τοκίζει” τὴν ἀξία της, καὶ εἶναι δῶρο ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ! Ἐξ ὁρισμοῦ, ἡ ἀληθινὴ εὐτυχία εἶναι αἰώνια, δηλαδὴ ἀδιάβλητη!».
«Μὰ ὁ καθένας δίνει τὴν δική του ἑρμηνεία γιὰ τὸ τί εἶναι εὐτυχία! Δὲν πρέπει νὰ γίνεται αὐτὸ σεβαστὸ ἀπὸ τοὺς ἄλλους;», εἶπα κάνοντας ὅτι δὲν καταλάβαινα τί μοῦ ἔλεγε.

«Μιλτιάδη, τοὺς κανόνες τῆς ζωῆς δὲν τοὺς φτιάχνουμε ἐμεῖς! Ἄν μιλᾶμε γιὰ τὴν ἀληθινὴ εὐτυχία, τὴν αἰώνια, θὰ μπορέσουμε νὰ τὴν βροῦμε μόνο στὴν αἰώνια ζωή! Ὅλη ἡ ἱστορία εἶναι νὰ ζοῦμε εὐτυχισμένοι μόλις φύγουμε ἀπὸ αὐτὴ τὴν ζωή! Κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ἀλλάξει αὐτὸ, ὅ,τι γνώμη κι ἄν ἔχει, πάνω στὸ τι εἶναι εὐτυχία σὲ αὐτὴ τὴν ζωή! Καταλαβαίνεις πόση διαφορὰ ἔχει; Τὸ θέμα εἶναι νὰ παραμείνουμε “ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΝΤΑΝΟΙ”, καὶ μετὰ τὸν θάνατό μας! Αὐτὸ θὰ πεῖ ΑΙΩΝΙΑ ΕΥΤΥΧΙΑ!».
«Αὐτὸ θέλω κι ἐγώ, νὰ εἶμαι εὐτυχισμένος σὲ αὐτὴ τὴν ζωή! Ποιὰ εἶναι ἡ διαφορὰ σὲ αὐτὸ ποὺ λέω ἐγώ;», εἶπα προσπαθώντας νὰ ἀνοίξω τὰ αὐτιά μου.
«Σὲ αὐτὴ τὴν ζωὴ μποροῦμε νὰ ἀγωνιστοῦμε γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς μας! Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη “ξεκούραση” ποὺ μποροῦμε νὰ γνωρίσουμε ὅσο ἀναπνέουμε! Ἡ ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς εἶναι θεία δύναμη, καὶ ἀποδεικνύει ὅτι ἔχουμε τὴν ἀνδρεία νὰ βλέπουμε τὶς εὐθύνες μας ἀπέναντι στὴν αἰώνια ἀξία μας! Κάνοντας τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ, δὲν χρειαζόμαστε τὴν αὐταπάτη γιὰ νὰ καλύψουμε τύψεις ἤ ἐνοχές. Ἀλλιῶς, ὅταν ἀγωνιζόμαστε νὰ βροῦμε τὴν “εὐτυχία” χωρὶς τὸν ἄνωθεν σκοπό, δηλαδὴ χωρὶς τὴν ἌΝΩΘΕΝ ΕΙΡΗΝΗ, αὐτὸ ποὺ νομίζουμε γιὰ θησαυρὸ εἶναι ἀπάτη!».
«Καὶ τί πρέπει νὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ μὴν ἔχει ἀνάγκη τὴν ἀπάτη;», εἶπα χαμηλόφωνα, βλέποντας πιὰ τὴν λογικὴ σχέση ἀνάμεσα στὸν φόβο μου γιὰ τὴν ἀθλιότητα τοῦ δρόμου, καὶ τὴν ὑπερηφάνεια ποὺ ἤθελα νὰ ἐπιδεικνύω “ἐλεύθερα”…
«Ἀπὸ κάθε δοκιμασία ποὺ μᾶς δίνει ὁ Χριστός, κάτι ζητάει. Εἶναι κανόνας ἀπαράβατος. Ἡ δοκιμασία, ἡ θλίψη, ἡ ἀσθένεια, εἶναι πάντοτε ἘΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ! Ἐμᾶς ἡ θέση μας εἶναι κάτω ἀπὸ τὸν σταυρὸ ποὺ μᾶς δίνει! Σοῦ τὸ ξαναλέω, ἡ ευτυχία εἶναι θέμα μάθησης τοῦ θελήματος τοῦ Χριστοῦ!
Ἰδοῦ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτὸς
καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα·
ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὅν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα.
Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς
ἵνα μὴ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς,
καὶ τῆς Βασιλείας ἔξω κλεισθῇς

