You are currently viewing -Γρηγορεῖτε, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε

-Γρηγορεῖτε, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε

«Εὐριδίκη, ἀκριβῶς μόλις πάτησα στὴν αὐλὴ τοῦ γυμνασίου πέρσι, ξεκινώντας τὴν α΄ τάξη, ἀπὸ τὸ “περιβάλλον τῆς αὐλῆς” μοῦ ἔγινε σαφὲς ὅτι ἦταν πολλὰ αὐτὰ ποὺ “ὄφειλα νὰ μάθω”, ἀλλὰ βρίσκονταν… ἔξω ἀπὸ τὶς αἴθουσες! Ἡ “αὐτονόητη” προϋπόθεση γιὰ νὰ ἔπαυα νὰ ἤμουν μωρό, ἦταν ΝΑ ΕΠΙΘΥΜΗΣΩ ΝΑ ΠΕΤΑΞΩ Ο,ΤΙ ΗΞΕΡΑ, ὥστε νὰ μὴν “ἐμποδίζω τὴν ἐξέλιξή μου”!». 

«Ἄ, γι’ αὐτὸ εἶπες, ὅτι ὅλοι θὰ ΜΟΥ “ΖΗΤΑΝΕ” ΝΑ ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΩ σὲ “αὐτὸ ποὺ δὲν ξέρω”… Δηλαδὴ Λουκία, ἐσὺ δὲν κατάλαβες τί ἀπαιτοῦσαν ἀπὸ ἐσένα; Θέλω νὰ πῶ, τοὺς τὸ ἔκανες εὔκολο;». 

«Ὅλα ξεκινᾶνε ἀπὸ αὐτὸ ποὺ σοῦ μεταφέρουν τὰ μάτια ἐκείνου ποὺ ἔχεις ἀπέναντί σου, ποὺ εἶναι “γρήγορο καὶ ἀποτελεσματικό”! Μποροῦν νὰ “μεταφυτέψουν” μέσα σου τὶς ἀντιλήψεις του, εἰδικὰ ἄν δὲν εἶχες ἀνακαλύψει ἀκόμα τὶς ἀντιλήψεις, καὶ ὅτι αὐτὲς ὁρίζουν τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό! Ὅταν ἀναγκάζεσαι νὰ ὑποχρεώσεις τὸν ἑαυτό σου νὰ διώξει τὸν δικό του τρόπο σκέψης, γιὰ τὸν ἄγνωστο τρόπο σκέψης ποὺ ἔχουν ὅσοι “περπάτησαν” περισσότερο ἀπὸ ἐσένα, πλέον τὸ μόνο ποὺ μένει εἶναι νὰ ἀντιγράψεις τὰ συναισθήματά τους, μὲ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΣΤΟΧΟ νὰ τὰ ζήσεις κι ἐσύ!».

«Τί σοῦ εἶπαν τὰ μάτια τῶν ἄλλων παιδιῶν, ἀπὸ τὴν πρώτη ἡμέρα; Δὲν μπορῶ νὰ φανταστῶ».

«“Ἔχω κάτι ποὺ τὸ ψάχνεις! Τὸ θέλεις πάρα πολύ, ἀλλὰ δὲν τὸ ξέρεις ἀκόμα! Ἤδη ὅλοι οἱ ἄλλοι τὸ κυνηγᾶνε! Κοίταξε ἐσὺ νὰ μὴν μείνεις πίσω!”».

«Κατάλαβες δηλαδὴ ὅτι εἶναι ἐπιλογή σου, ἄν θὰ “πετάξεις ὅσα ἤξερες”;».

«Ἡ “κοινωνία” δὲν ἀναγνωρίζει σὲ κανέναν τὸ δικαίωμα νὰ εἶναι ὁ ἑαυτός του! Γιὰ νὰ σὲ καμαρώσει, πρέπει νὰ σὲ… “ἀναβαθμίσει”! Ὅταν ὑπαινιχθεῖς ὅτι προτιμᾶς νὰ “ἐμποδίσεις τὴν ἐξέλιξή σου”, γυρνᾶνε τὰ βλέμματα καὶ σὲ κατηγοροῦν! Αὐτομάτως νιώθεις ἐνοχὴ ποὺ εἶσαι αὐτὸ ποὺ εἶσαι, τὸ ὁποῖο ἐξ ἀρχῆς ἀπορρίπτεται! Τὸ ὅτι δὲν σοῦ περνάει ἀπὸ τὸ μυαλὸ τί δὲν πηγαίνει καλὰ πάνω σου, ἁπλῶς χειροτερεύει τὴν θέση σου. Ἄν δὲν “δείξεις” ὅτι ἔχεις πιάσει τὸ μήνυμα, νιώθεις ἐκτεθειμένος, ἐπειδὴ “ἡ ἄγνοια” ἀπαγορεύεται! Ὅσοι “ξέρουν” σὲ πόσα πράγματα πρέπει νὰ προσαρμοστεῖς, θὰ ἔρθουν νὰ σὲ “συμβουλέψουν”, θὰ σοῦ δώσουν περιοδικὰ νὰ διαβάσεις, θὰ σοῦ ποῦν ποιὲς εἶναι οἱ ἀγαπημένες ταινίες τους —περιμένοντας νὰ τὶς δεῖς κι ἐσὺ— ποιὰ εἶναι ἡ μουσικὴ ποὺ ἀκοῦνε, θὰ κάνουν φιγούρα μπροστά σου, θὰ βρίσουν, καὶ ἄλλα τέτοια. Θὰ κάνουν ὅτιδήποτε μπορέσουν νὰ φανταστοῦν, γιὰ νὰ ἀρχίσεις νὰ “συνέρχεσαι”…». Ἡ Εὐριδίκη φάνηκε προβληματισμένη. Δὲν ἤθελα καθόλου νὰ μιλάω γιὰ αὐτά, ἀλλὰ οὔτε εἶχα δικαίωμα νὰ κρατήσω τὸ στόμα μου κλειστό. Εἶναι ἕνα χρόνο μικρότερη ἀπὸ ἐμένα· μένει σὲ ἄλλη πόλη, ἀλλὰ εἶναι ἔμπιστη φίλη μου. Φτάνει ποὺ τὰ θαλάσσωσα ἐγώ, τουλάχιστον μπαίνοντας ἐκείνη στὸ γυμνάσιο νὰ εἶναι σὲ θέση νὰ σταθεῖ ἐπαξίως στὸ ὕψος της. 

«Λουκία, τί ἔχω μάθει ὥς τώρα ἐγώ, γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ δυσανασχετοῦν στὸ σχολεῖο κάποια παιδιὰ; Ἀφοῦ δὲν θὰ ἐνοχλῶ κανέναν…». 

«Ναί, καλὰ…». Δὲν ἤθελα νὰ τὴν τρομάξω, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ ὑποτιμήσω τὴν “δύναμη” ὅσων ἀνυπομονοῦσαν νὰ ὀργανώσουν “τὴν δική τους ἀγέλη” μέσα στὸν σχολικὸ ἤ κοινωνικὸ περίγυρο. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἀπὸ μικρὴ ἡλικία νιώθουν τὴν ἀνάγκη νὰ ὑποτάσσουν τὴν γνώμη τῶν ἄλλων στὴν δική τους, πιστεύοντας ὅτι αὐτὸ τοὺς καταξιώνει… Ἀνασφαλεῖς οἱ ἴδιοι ἀλλὰ καὶ θρασεῖς, ἀναζητοῦν εὐάλωτα ἤ εὐαίσθητα ἄτομα μὲ ἀνύπαρκτη ἀντίσταση, νὰ τὰ ἐντάξουν στὴν παράδοξη σφαίρα ἐπιρροῆς τους. Ἡ δύναμή τους συσσωρεύεται, ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὴν “ἄντληση” τῆς δύναμης τῶν ἄλλων, πείθοντάς τους νὰ ζοῦν σὰν… “λευκὲς ἐπιταγὲς”! «Σοῦ εἶναι ἀδύνατον νὰ διακρίνεις ὅτι “ὑπερασπίζεσαι” τὸν μεγάλο ἀνυπόφορο ἐχθρό τους, ποὺ πρέπει νὰ καταφέρουν νὰ “ἀφοπλίσουν”, δηλαδὴ ΤΗΝ ΝΤΡΟΠΗ! Τὴν συστολὴ ποὺ ἔχεις διδαχτεῖ ἀπὸ τὴν οἰκογένειά σου, ποὺ σὲ ἐμποδίζει νὰ παραβιάζεις τὰ ὅρια τῆς λογικῆς!».

«Θέλεις νὰ πεῖς ὅτι αὐτὴ τὴν “ἐξέλιξή μου” δὲν πρέπει νὰ “ἐμποδίσω”, γιὰ νὰ πειστῶ ὅτι μεγάλωσα; Τὸ “πέταγμα τῆς ντροπῆς”;», ῥώτησε ἀπορημένη ἡ Εὐριδίκη.

«Ἀπὸ τὴν πρώτη ἡμέρα, ὁ Λαέρτης ὀργάνωνε πάρτυ “καλωσορίσματος” τῆς νέας τάξης —ὅ,τι νά΄ ναι ἀκοῦς ἀπὸ αὐτὸ τὸ παιδὶ— καὶ μάζευε συμμετοχὲς γιὰ διασκέδαση, τὸ βράδυ τοῦ Σαββάτου. Κορδωνόταν, ποὺ ὁ ἀδερφός του ἤξερε τὰ “κατατόπια” τῆς νύχτας, καὶ θὰ τὸν βοηθοῦσε… Σὰν ἰδέα ἐμένα δὲν μοῦ ἄρεσε· ξέρεις ὅτι δὲν ἔβγαινα, ἀλλὰ καὶ τὰ παιδιὰ μοῦ ἦταν ἄγνωστα. Οἱ περισσότεροι ξετρελάθηκαν ἀπὸ ἐνθουσιασμό, καὶ ἔκαναν σὰν νὰ τοὺς χάριζε τὴν ἐλευθερία τους ὁ Λαέρτης! Ἐπειδὴ τοὺς “μεταφυτεύτηκε” ἡ ἐντύπωση ὅτι δὲν χρειαζόταν νὰ ῥωτήσουν τοὺς δικούς τους, ἄρχισαν τὶς ὑπερβολὲς καὶ τὶς πομπώδεις ἐκφράσεις, γιὰ νὰ πειστοῦν καὶ ὅσοι δὲν τὸ ἀποφάσιζαν. Ὅσο δὲν εἶχα γνωριστεῖ μὲ τὸν ἑαυτό μου, δὲν ἤξερα ποῦ ἦταν τὸ σημεῖο ποὺ θὰ βούλιαζε, ἄν πατοῦσα. Αὐτὸ ἀπὸ μόνο του ἔκανε τὴν ζωὴ ἐχθρική, ἀλλὰ ὅλοι γύρῳ μου ξεφώνιζαν νὰ μὴν τὴν φοβᾶμαι, ἐπειδὴ ἐκείνοι τὴν θεωροῦσαν… φιλική! Λυπᾶμαι ποὺ τὸ λέω, ἀλλὰ ὁ “καταλύτης” γιὰ νὰ δεχτῶ καὶ ἐγώ, δὲν ἦταν τιμητικὸς… Τὰ βλέμματα ὅλων εἶχαν ξεπεράσει τὰ ὅρια τῆς λογικῆς, καὶ μὲ κοιτοῦσαν ὑποτιμητικά! Δυστυχῶς, οὔτε ἐγὼ διέθετα ἰσχυρὲς ἀντιστάσεις, καὶ ἡ ἀναπάντεχη “διολίσθηση” τῆς ἀξίας μου, μοῦ πάγωσε τὸ αἷμα! Ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νὰ κάνω κάτι, γιὰ νὰ ξέφευγα ἀπὸ τὴν ἄδικη περιφρόνηση τῶν ἄλλων παιδιῶν καὶ τελικά, τοὺς τὸ ἔκανα πολὺ εὔκολο… Ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ πρῶτο Σάββατο ποὺ βγῆκα νυχτιάτικα, ἔμαθε καὶ τὸ δικό μου βλέμμα νὰ τοὺς περιφρονεῖ, ἐπὶ ἴσοις ὅροις…». 

«Καλά, οἱ δικοί σου πῶς δέχτηκαν νὰ βγεῖς; Δὲν εἶναι λίγο τραβηγμένο;». 

«Μὰ οἱ γονεῖς μου δὲν κρύβουν ὅτι εἶναι “προοδευτικοί”, τὸ ἀντίθετο. Πιστεύουν ὅτι ἡ διασκέδαση συγκαταλέγεται στὰ δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως καθετὶ ἄλλο, ποὺ εἶναι πρὸς κατανάλωση. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, τοὺς συγκινοῦσε ἡ ἰδέα ὅτι ἡ κόρη τους ἔγινε γυμνασιοκόριτσο καὶ θὰ μποροῦσε νὰ χαίρεται ἀκόμα περισσότερα… Μόνο ποὺ δὲν χειροκρότησαν ἀπὸ ἐνθουσιασμό, ὅταν ἀνέφερα τὶς “συμμετοχὲς” ποὺ μάζευε ὁ Λαέρτης…». 

«Δηλαδή, καὶ οἱ δικοί σου χαίρονταν ποὺ δὲν θὰ ἤσουν πιὰ μωρὸ… Ναὶ ἀλλὰ ἡ συνείδησή σου δὲν σὲ ἔλεγξε; Δὲν ὑπάρχει χειρότερο πράγμα! Ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὰ ὅρια τῆς λογικῆς, ἐξυπακούεται ὅτι ἐννοῦμε τὰ ὅρια τῆς ἠθικῆς! Στὴν παραβίαση τοῦ ἤθους οἱ ἐγγυήσεις χάνονται καὶ στὴν ψυχὴ ὁρμάει ὁ κακὸς ἑαυτός, ὁ παρορμητικός, τῶν ἐνστίκτων, ποὺ ἀνυπομονεῖ νὰ τῆς φορέσει την βαρβαρότητα…».

«Κανεὶς δὲν εἶπε τὰ πράγματα ὅπως εἶναι, ἀπὸ φόβο μὴν δοῦν οἱ ἄλλοι ὅτι “ἐμποδίζει τὴν ἐξέλιξή του”! Αὐτὸ ποὺ ἀνοίχτηκε μπροστά μας, τὸ περάσαμε γιὰ “ὁρίζοντα”! Μπορεῖ νὰ λέγαμε ἀνοησίες καὶ νὰ γελούσαμε, ἀλλὰ ὅπως κλητευτήκαμε νὰ τρυγήσουμε τὸ ψέμα καὶ τὴν ἀγριότητα ἀπὸ τὴν διασκέδαση, τὴν ὀθόνη καὶ τὴν μουσική, μᾶς ἔβλεπα νὰ πιανόμαστε στοὺς ἱστοὺς τῆς κακίας, λὲς καὶ ἤμασταν ἔντομα… Ἔξω ὅλοι πάσχιζαν νὰ μᾶς ἐξάψουν τὴν φαντασία! Τὸ ἄγχος μᾶς ἀφυδάτωνε τὴν καρδιὰ καὶ ὅπως μᾶς τύφλωνε, μᾶς ἐξωθοῦσε στὴν ἀλόγιστη φθορὰ —ποὺ τὰ μωρὰ δὲν μποροῦσαν νὰ πετύχουν…».

«Ὅμως ἄν ἡ ψυχὴ δὲν τρέφεται μὲ πνευματικὴ σοφία, νεκρώνεται…».

«Ναὶ… Εὐτυχῶς τὸ κατάλαβα ἔγκαιρα. Ἕνας λόγος τοῦ Λαέρτη, μὲ ἔκανε νὰ νομίζω ὅτι τὰ πάντα γύρῳ μου σταμάτησαν! Εἶπε ὅτι ὁ μόνος λόγος ποὺ ἀξίζουμε, εἶναι ἁπλῶς ἐπειδὴ ὑπάρχουμε! “Τίποτα ἄλλο;”, εἶπα μέσα μου ἔντρομη, καὶ ἀφέθηκα νὰ παρατηρῶ τὸ ἀνικανοποίητο καὶ τὶς ἀλλεπάλληλες κρίσεις, ποὺ κάλυπτα μέσα μου. Δόξα τῷ Θεῷ, γιὰ πρώτη φορὰ τὰ μάτια μου εἶδαν τὸν λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο ὑποχρέωνα τὸν ἑαυτό μου, νὰ ὑφίσταται τὴν ὑποβάθμιση. Αὐτὴ τὴν προθυμία γιὰ προσαρμοστικότητα, γιὰ χάρη τῆς “ἐξέλιξης” καὶ τοῦ “καινούργιου”, τὴν ἤξερα ἀπὸ τοὺς γονεῖς μου, ἤδη μοῦ ἦταν κάτι οἰκεῖο! Ἀφοῦ ἦταν ἡ φιλοσοφία τους γιὰ τὴν ζωή, ὅτι τὶς ἀξίες ποὺ πιστεύουμε, τὶς δημιουργοῦμε μόνοι μας! Πάντα ἔλεγαν ὅτι αὐθεντικότητα εἶναι νὰ συναισθανθοῦμε τὴν “ἐλευθερία μας”, νὰ νοηματοδοτοῦμε ἐμεῖς τὶς ἀξίες μας! Ἔτσι συνειδητοποιήσα, ὅτι ὁ Λαέρτης καὶ οἱ γονεῖς μου ἔκαναν ἀκριβῶς τὸ ἴδιο πράγμα! Ἀντὶ νὰ ἔχουν δική τους γνώμη, χρησιμοποιοῦσαν τὴν ἐξουσία καὶ τὴν κατανάλωση —μοιάζουν τόσο πολὺ αὐτὰ— γιὰ νὰ καταφέρνουν νὰ ἀσκοῦν ἐπιρροή! Ἡ ἑπόμενη σκέψη ἦταν ὅτι οἱ δικοί μου “ἐπένδυαν” στὴν προσαρμοστικότητά τους, δὲν ἔφερναν ἀντίρρηση στὸ κενὸ ποὺ ἐπικρατοῦσε μέσα τους, ἀλλὰ καὶ ὅτι δὲν ἤξεραν νὰ τὸ δοῦν καὶ νὰ τὸ περιγράψουν μὲ λέξεις… Προσαρμοσμένοι ἀπὸ νέοι στὴν ἰδέα ὅτι ἡ κατανάλωση εἶναι τὸ ἀνώτατο ἔργο τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς, δὲν μοῦ κληροδότησαν κάποια ἄμυνα, ὥστε νὰ εἶμαι ὑποψιασμένη γιὰ τοὺς “πάγκους” ποὺ ψάχνουν νὰ “ἀγοράσουν” τὴν ψυχή μου…».

«Ἄν ἡ συνείδηση δὲν συμφωνεῖ μὲ τὶς πράξεις μας, τότε δὲν μᾶς κυβερνάει τὸ καλὸ…».

«Μὰ τὸ καταλάβαινα! Ὅσο βρισκόμουν στὸ δημοτικὸ ἔνιωθα ἔντονα μέσα μου τὸ καλό! Ἔνιωθα ὅτι ὁ λόγος ποὺ ἀξίζουμε εἶναι ἡ καλοσύνη καὶ μάλιστα μὲ συγκινοῦσε τόσο, ποὺ ἤθελα νὰ τῆς δώσω ΤΑ ΠΑΝΤΑ! Ὅταν ὅμως ἄρχισα νὰ ἐκθέτω μὲ ἀφέλεια τὸν ἑαυτό μου στὴν θολὴ διασκέδαση ποὺ μᾶς ἑτοίμασαν κάποιοι, ἡ καρδιά μου ἄρχισε νὰ σκληραίνει καὶ νὰ “σκίζεται”! Ὅσο ἔβλεπα νὰ τὸ παθαίνουν αὐτὸ καὶ τὰ ἄλλα παιδιά, τὸ κενὸ μέσα μου μὲ ἐξευτέλιζε ἀκόμα περισσότερο…».

«Εἶχα ἀκούσει κάπου, ὅτι ὁ ἄνθρωπος σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση νιώθει μόνος καὶ φοβάται».

«Ἀφοῦ ἤμουν ἀνυπεράσπιστη, Εὐριδίκη, ὅπως καὶ ἡ προσωπικότητά μου! Ὅμως τὸ κενό δὲν γεμίζει μὲ τὰ ὄνειρα! Νομίζω ὅτι οἱ γονεῖς μου τρέφουν τὴν ἐξάρτησή τους ἀπὸ τὴν ὀνειροπόληση καὶ δὲν ἀκοῦν τὴν συνείδησή τους, ἀπὸ φόβο μήπως χάσουν τὰ ὠφέλη ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς παθητικότητας! Ἐγὼ ὅμως στὴν ὑπόλοιπη ζωή μου, δὲν θὰ ἤθελα νὰ βάζω τὰ χέρια στὸ σκοτάδι γιὰ νὰ πιάνω ἐνοχὲς καὶ ἐφιάλτες! Θέλησα νὰ βγῶ ἀπὸ τὴν ὑποταγή, τὴν ἀνοχὴ καὶ τὴν νωθρότητα! Δὲν μποροῦσα νὰ δεχτῶ ὅτι ἡ θέση μου βρισκόταν στὴν ἀναξιότητα! Τὸ κυριότερο, λαχταροῦσα νὰ τρυγήσω τὸ καλό, τὸ ἀναζητοῦσε ἡ ψυχή μου! Δὲν σκέφτηκα ποτὲ νὰ ἁρπάξω ἕναν “παράδεισο”, ἀλλὰ ποθοῦσα τὴν παραδεισένια ζωή!».

«Μόνο ὅταν ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὸ καλό, παίρνουμε ἀπαντήσεις. Ἠ χαοτικὴ ζωὴ σταματάει μόλις ζητήσουμε τὴν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ, νὰ μᾶς ἀποκαλύψει τὸ νόημα στὰ πάντα!».

«Τὶς ἀπαντήσεις ποὺ ἔψαχνα, τὶς εἶχε μόνο ἕνα παιδί, ἀλλὰ τὸ μυαλό μου ἦταν θολὸ ὥς τότε καὶ δὲν τὸ παρατηροῦσα. Ὅταν ἤθελε ὁ Λαέρτης νὰ φτιάξει “τὴν ἀγέλη του”, ἡ Θεοπίστη δήλωσε ὅτι δὲν βγαίνει γιὰ διασκέδαση· τὸ ὔφος της ὅμως πιστοποιοῦσε ὅτι ἡ συζήτηση ἐκεῖ, ἔληξε! Ὅσο τὸ γυρόφερνα στὸ μυαλό, διαπίστωνα ὅτι τοὺς ἑπόμενους μῆνες ἦταν ἀπολύτως ἀδιάφορη γιὰ ὅσα λέγαμε στὰ διαλείμματα, πάνω στὰ εὐτράπελα τῶν ἐξόδων μας. Ἀφοῦ στεροῦνταν τὸ δικαίωμα τῆς διασκέδασης, πῶς ἐπιβίωνε; Ποῦ ἔβρισκε τόση δύναμη ποὺ ἀπέπνεε τὸ βλέμμα της;». 

«Τὴν ῥώτησες;». 

«Ὅσο γρηγορότερα μπόρεσα, καὶ σχεδὸν εἶπε τὸ ἴδιο μὲ αὐτὸ ποὺ εἶπες τώρα. Ὁ Χριστὸς ἦρθε στὴν γῆ γιὰ νὰ δώσει ἀπαντήσεις σὲ ὅλες τὶς ἀνάγκες μας! Μᾶς ἔπλασε γιὰ τὴν παραδεισένια ζωή, ἀρκεῖ νὰ Τὸν ὑπακοῦμε γιὰ νὰ μὴν πέφτουμε στὴν πλάνη. Ἄν μηχανευόμαστε “ἀξίες” ἔξω ἀπὸ τὶς αἰώνιες, θὰ μείνουμε ἔξω ἀπὸ τὴν αἰώνια Ζωή!».

«Ναὶ ἀλλὰ ἡ παραδεισένια ζωὴ χρειάζεται καὶ περιφρούρηση, ἐγρήγορση!».

«Ἧταν μεγάλη ἔκπληξη νὰ μάθω ὅτι τὰ σκοτεινὰ πάθη θέλουν νὰ μᾶς ἀποκλείσουν ἀπὸ τὴν παραδεισένια ζωή! Θύμωσα τόσο μὲ τὸν κακὸ ἑαυτό μου, ποὺ ἀρνήθηκα νὰ ἐκτίθεμαι πλέον στὸν πειρασμό! Ἄν ἤθελα νὰ καλλιεργήσω στὴν ψυχή μου τὸ καλό, δηλαδὴ τὴν πίστη στὸν Χριστό, ἔπρεπε νὰ ἀποκτήσω ἰσχυρὲς ἀντιστάσεις! Ἐξάλλου, εἶχα δίπλα μου τὴν Θεοπίστη, ποὺ ἔλεγε ὅτι παλιότερα οἱ κοπέλες κρατοῦσαν τὴν ἁγνότητά τους μὲ τὶς θυσίες! Ὁ Χριστὸς μᾶς ζητάει τιποτένια πράγματα. Κάτι ποὺ στερούμαστε γιὰ τὴν ἀγάπη Του, τὸ λέμε θυσία. Τέτοια εἶναι καὶ ἡ νηστεία, μὲ τὴν ὁποία γίνεται κάτι θεαματικό: ὅσο τρῶμε φτωχικὸ φαγητό, τόσο νιώθουμε στὴν ψυχή μας νὰ βλασταίνει ὁ πλοῦτος τῆς πίστης, ἀφοῦ μᾶς καθαρίζει ἀπὸ τὰ ψυχοκτόνα πάθη! Μέσα στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ πρόγευση τοῦ Παραδείσου δείχνει ὅτι βρισκόμαστε στὸν ἀσφαλὴ δρόμο! Ἡ παραδεισένια γεύση εἶναι ζωογόνα καὶ τόσο διαφορετική, ποὺ ἄπαξ καὶ τὴν δοκιμάσει ἡ ψυχή, ἀδυνατεῖ πλέον νὰ πιστέψει ὅτι ζοῦσε μακριὰ ἀπὸ αὐτή!».

Γρηγορεῖτε, στήκητε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε. Πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω!

Α΄ Κορ 16,13-14

Τὸ βιβλίο μου εἶναι ἕτοιμο νὰ φτάσει

στὴν ἠλεκτρονικὴ διεύθυνσή σου!

Διαβάζοντάς το, ξεκινᾶς ἕνα ταξίδι ἀπὸ δρόμο ποὺ εἶχε κλείσει ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια στὸν τόπο μας! 

Θυμήσου τὰ λόγια μου…

Ὅποιος σιωπᾶ,

δείχνει ὅτι συναινεῖ!

Λίγα λόγια γιἀ ἐμένα,

μπορεῖς νὰ βρεῖς ἐδῶ.

Μοιραστεῖτε τὸ ἄρθρο μὲ τοὺς φίλους σας

Βασιλική Κουφή

Μπορεῖ τὸ ΠΑΡΑΛΟΓΟ νὰ δίνει τὴν ἐντύπωση ὅτι ἐπικρατεῖ, ἰσως ἀκόμα καὶ ὅτι παραγκωνίζει τὴν λογική, ἀλλὰ τὰ πράγματα δὲν εἶναι καθόλου ἔτσι! Πρόκειται μόνο γιὰ ὉΜΙΧΛΗ, ποὺ ἡ ὑποτιθέμενη δύναμή της εἶναι ὅτι σὲ ἐμποδίζει νὰ δεῖς τί κρατάει κρυμμένο...Ἄν ἑστιάσεις πάνω της χάνει κάθε φορὰ τὸ πλεονέκτημά της, ποὺ εἶναι ὁ ἀφανής αἰφνιδιασμός! Ἀφοῦ τὸ πλεονέκτημα τοῦ παραλόγου εἶναι ὁ αἰφνιδιασμός, τότε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θὰ προετοιμαστοῦμε! Θὰ συγκρίνουμε τοὺς καρποὺς τοῦ παραλόγου μὲ τὴν ποιότητα ζωῆς ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός, καὶ δὲν θὰ ἀφεθοῦμε στὴν... προκατασκευασμένη "τύχη μας"! Λέγομαι Βασιλικὴ Κουφῆ καὶ ἐδῶ μπορεῖτε νὰ διαβάσετε ἄρθρα ποὺ επιδιώκουν νὰ «ἀπονευρώσουν» ΤΟ ΠΑΡΑΛΟΓΟ!