You are currently viewing -Αἱ χεῖρες ἀνδρείων, ἐν ἐπιμελείᾳ

-Αἱ χεῖρες ἀνδρείων, ἐν ἐπιμελείᾳ

«Τώρα εἶδες ὅτι σοῦ εἶχα τηλεφωνήσει τὸ πρωί; Στὶς πέντε τὸ ἀπόγευμα;». Ὁ Θεολόγος δὲν κατάφερε νὰ κρύψει τὴν πικρία του. 

«Ὅχι, ἔχω ξυπνήσει ἀπὸ τὶς ἕντεκα, ἀλλὰ ἄργησα νὰ σηκωθῶ. Μετὰ ἄρχισα νὰ ξαναδιαβάζω ὅσα μᾶς εἶπαν χθὲς στὸ σεμινάριο, καὶ δὲν κατάλαβα πῶς πέρασε ἡ ὥρα».

«Καλά, τὰ τρία μαθήματα στὸ κατηχητικὸ τὰ ἔχασες ἐπειδὴ οἱ συγκεντρώσεις γιὰ τὴν προσωπικὴ ἀνάπτυξη, ἦταν Κυριακή· σήμερα δὲν ἦρθες, ἐπειδὴ τὸ σεμινάριο ἦταν Σάββατο ἀπόγευμα;».

«Τὶς Κυριακὲς εἶναι γιὰ ἀρχάριους. Τὸ χθεσινὸ ὅμως, ἦταν γιὰ πιὸ ἐνημερωμένους. Μετὰ ὁ Λέανδρος εἶπε νὰ πᾶμε νὰ γιορτάσουμε τὴν “μεγάλη μεταμόρφωση” ποὺ θὰ μοῦ προσφέρει ἡ προσωπικὴ ἀνάπτυξη, καὶ ὅλο τὸ βράδυ μιλούσαμε γι’ αὐτή! Δὲν εἶναι λίγο, νὰ μπορέσεις νὰ βρεῖς τὸν “πιὸ πραγματικό”, τὸν “πιὸ πολύτιμο” καὶ αὐθεντικὸ ἑαυτό σου, τὸν “Ἱκανὸ Ἑαυτό”! Μόνο ἔτσι μπορεῖς νὰ ἀνακαλύψεις τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς σου! Ὅπως εἶπε καὶ ὁ Λέανδρος, μόλις ἀλλάξεις αὐτὸ ποὺ σοῦ κλέβει τὴν δύναμη και ἰσχυροποιηθεῖς, καὶ νικήσεις τὴν ἀναβλητικότητα, καθοδηγεῖσαι νὰ ἀποκτήσεις συνέπεια καὶ πειθαρχία στὴν ζωή σου!». Μὲ τὶς τεχνικὲς τῆς αὐτοβελτίωσης ποὺ βρῆκα, “ἐξουσιοδότησα” τὴν περιέργεια, νὰ ἀνιχνεύσει τοὺς νέους δρόμους ποὺ χρειάζομαι τώρα, στὸ ξεκίνημά μου γιὰ τὴν ἐξερεύνηση τοῦ κόσμου! 

«Ἄγγελε, ἐσὺ ἤξερες τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς σου! Αὐτὸ ποὺ ἀκολουθεῖς τελευταῖα εἶναι ὅ,τι πιὸ ἄσχετο ὑπάρχει, μὲ τὰ πιστεύω σου… Δὲν καταλαβαίνεις ὅτι μόλις ἀλλάζουν οἱ συνήθειες, ἔχουν ἀλλάξει καὶ οἱ προτεραιότητες;».

«Χρειάζεται κάποτε ὁ ἄνθρωπος νὰ “ζωντανεύει”, καὶ νὰ ἔχει ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ! Ἐσὺ δὲν λαχταρᾶς “τὸ καινούργιο”, τὸ “διαφορετικό”; Θὰ μείνεις γιὰ πάντα “ἄοσμος”;». Μόνο ὅταν καταστήσω τὰ ὅριά μου σαφῆ, θὰ σταματήσει ὁ Θεολόγος νὰ μὲ κρατάει πίσω. Τώρα ποὺ μαθαίνω νὰ πλάθω ἱστορίες στὸ μυαλό μου, γιὰ τὸ πῶς πιστεύω ὅτι πρέπει νὰ εἶναι τὸ μέλλον μου, ταράζομαι ὅταν θυμᾶμαι τὶς σοφίες τοῦ Θεολόγου, τοῦ τύπου “φοβοῦ τοὺς Δαναούς, καὶ δῶρα φέροντες”… Δὲν θὰ τοῦ ἐξηγήσω περαιτέρω ὅτι μὲ τὶς τεχνικές, καταβάλλοντας μικρότερο κόπο, θὰ ἀπολαμβάνω τὰ καλύτερα ἀποτελέσματα. Οὕτως ἤ ἄλλως, τὸ ψάχνω ὅσο πρέπει· δὲν χάνω εὐκαιρία, νὰ γνωρίζω ἄτομα ποὺ εἶναι γεμάτα ἀπὸ πόθους καὶ ὄνειρα!

«Θὰ πᾶμε τὸ ἀπόγευμα γιὰ καφέ; Θεολόγε, εἶναι εὐκαιρία νὰ σοῦ ἐξηγήσω, πῶς νὰ ἀποκτήσεις τὴν συνήθεια νὰ νιώθεις “εὐλογημένος”! Τὸ ἤξερες ὅτι πρόκειται γιὰ ἁπλὴ “συνήθεια”;».

«Δὲν ἔχω χρόνο, Ἄγγελε· ἔχω διάβασμα». 

Τὸν ἔβλεπα νὰ πηγαίνει πρὸς τὸ σπίτι του, χωρίς νὰ ἔχει διάθεση γιὰ κουβέντα. «Ἀκόμα τὸ θυμᾶσαι ποὺ σὲ εἶπα “ἄοσμο”; Ἔλα, πλάκα σοῦ ἔκανα… Τί ὥρα θὰ βρεθοῦμε;». Γιατὶ νὰ μὴν μπορεῖ νὰ δεῖ, ὅτι πρέπει νὰ κρατᾶμε τὰ πράγματα εὔκολα; 

«Σοῦ εἶπα, ἔχω διάβασμα. Ἄν θέλεις νὰ μελετήσουμε μαζὶ τὸ νόημα στό: “Ὅποιος δὲν θέλει νὰ ἐργάζεται, νὰ μὴν τρώει”, ἄσε ὅλες τὶς ἀνοησίες ποὺ λὲς τὸν τελευταῖο καιρό, ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα μου, καὶ χτύπα νὰ σοῦ ἀνοίξω».

Θὰ περίμενα κάποια ἐπίθεση ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεολόγο, ποὺ παντοῦ ἤμασταν μαζί, δὲν τὸ φανταζόμουν! Ἐπιτέλους ἡ πίεση ποὺ ἔνοιωθα ἔπαψε νὰ κρύβεται, καὶ στάθηκε μπροστὰ μου περιμένοντας δικαίωση. «Ξέρω ὅτι ὅσο δουλεύω πάνω στὶς ὄμορφες ποιότητες ποὺ ἔχω ὡς ἄνθρωπος, θὰ γίνομαι αὐθεντικός, ἀνεξαρτήτως τῶν συνθηκῶν καὶ τῶν δυσκολιῶν στὶς σχέσεις μου μὲ “κάποιους”! Ποὺ δὲν μποροῦν νὰ διακρίνουν τὸν σκοπὸ τοῦ διπλανοῦ τους…». Δὲν συνηθίζω νὰ ἐξάπτομαι, ἀλλὰ τώρα ἦταν ἀναπόφευκτο!

«Προφανῶς εἶσαι ἕτοιμος νὰ μάθεις τοὺς σκοποὺς ποῦ διακρίνω στὸν διπλανό μου», εἶπε ἀφοῦ πρῶτα μὲ τὰ μάτια του, ἀκινητοποίησε τὰ δικά μου. Τώρα ποὺ “ἑτοιμάστηκα” καὶ ἐγώ, κάτσε στὸ παγκάκι», εἶπε καὶ κάθησε πρῶτος, κοιτάζοντας ἴσια μπροστά. Πάντα τὸ ὕφος τοῦ Θεολόγου ἦταν σοβαρό, μετρημένο, ἄλλὰ τώρα μᾶλλον “μετροῦσε” πολλὰ μαζί, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ παραμείνει σοβαρό. «Δὲν μπορεῖ, θὰ θυμᾶσαι τὴν παροιμία ποὺ εἴχαμε μελετήσει μαζί, “Ἔν ἐπιθυμίαις ἐστὶ πᾶς ἀεργός, χεῖρες δὲ ἀνδρείων ἐν ἐπιμελείᾳ1· ὅτι δηλαδὴ ὁ ἄεργος, ὁ ὀκνηρὸς καὶ κακὸς εἶναι γεμάτος ἀπὸ πάσης φύσεως ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ καὶ ΟΝΕΙΡΑ ἀπραγματοποίητα, ἐνῶ τὰ χέρια τῶν ἐργατικῶν ἀνθρώπων ἐργάζονται μὲ ἐπιμέλεια».

Σήκωσα κάπως ἄχαρα τοὺς ὤμους, σὲ ἕνα σχῆμα “ναί, καί;”. 

»Εἴχαμε πεῖ τότε στὸν κατηχητὴ καὶ γελούσαμε, πὼς “ἀπὸ τὴν ὀκνηρία πέφτει ἡ στέγη!”. Τὸ συμπέρασμα τῆς μελέτης μας ἦταν, ὅτι ἡ “εὐκολία” στὴν ζωὴ καὶ ἡ νωχελικὴ ἀπόλαυση τῶν πάντων, ἀπομακρύνουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, καὶ τότε οἱ “δυό τους” ἀρχίζουν νὰ συγκρούονται μὲ ὁρμὴ… Τὸ ἁμέσως ἑπόμενο συμπέρασμα ἦταν, πὼς ἅπαξ καὶ διασπαστοῦμε ἐσωτερικῶς, γινόμαστε ἀνίκανοι νὰ παρακολουθοῦμε τὴν καρδιά μας· ὅσο δὲν ξέρουμε τί μᾶς γίνεται, παραδέρνουμε μεταξὺ τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῆς ἀνθρωπαρέσκειας, δηλαδὴ γνωρίζουμε τὴν θλίψη, ὡς τὸν μόνο δρόμο στὴν ζωή μας…».

“Ἡ πολυπραγμοσύνη καὶ ἡ διαρκὴς ἔνταση, κατακομματιάζουν τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, καὶ ὁ ἄνθρωπος χάνει τὸν πνευματικὸ στόχο του! Τότε ἡ δουλικὴ ἐξάρτηση ἀπὸ τὰ “καλὰ” τοῦ κόσμου, ἀποχαυνώνει τὴν διάνοια!”. Περίεργο, ὅλα αὐτὰ εἶχαν σβήσει ἀπὸ τὴν μνήμη μου…

»Στὶς ψυχὲς ποὺ ἀγωνίζονται μὲ θάρρος, νὰ κάνουν τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ὁ διάβολος βάζει καλοστημένες παγίδες, ξέροντας καλὰ πὼς ὁ ἄεργος καὶ ἀμελής, παγιδεύεται εὐκολότερα στὶς ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ!». Ἔκανε μία παύση καὶ μετὰ γιὰ δεύτερη φορά, κράτησε τὸ βλέμμα μου ἀκίνητο, μὲ τὴν ἔνταση τοῦ δικοῦ του. 

«Τώρα, καταλήξαμε κάπου;», ῥώτησα μὲ ἀδιόρατη εἰρωνεία, στὴν προσπάθεια νὰ ἀμυνθῶ.

«Ναί, ὅτι ἡ φτώχεια ἐξευτελίζει τὸν ὀκνηρό! Ὅταν πρόκειται γιὰ πνευματικὴ φτώχεια, ὁ ῤάθυμος ἐξευετελίζεται ἀπὸ τὴν ἀπερισκεψία, ποὺ δὲν ἀπέχει καὶ πολὺ ἀπὸ τὴν δειλία, μιὰ ποὺ “κρύβεται” ἀπὸ τὸν Χριστό! Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο, γίνεται μέχρι καὶ κυκλοθυμικὸς…». Χαμήλωσε τὰ μάτια στὸ πεζοδρόμιο. Ἡ στάση του μαρτυροῦσε ὅτι ἡ συνέχεια τὸν δυσκόλευε. «Στὴν Β΄ πρὸς Θεσσαλονικεῖς, ὁ ἀπ. Παῦλος μᾶς ἔδωσε ῥητὴ ἐντολὴ νὰ κρατᾶμε ἀπόσταση ἀπὸ κάθε ἀδελφὸ ποὺ συμπεριφέρεται ἀτάκτως, καὶ παρεκκλίνει τῆς παραδόσεως2. Ἡ ῥαθυμία καὶ ἡ πνευματικὴ ὀκνηρία φέρνουν τὸν λήθαργο, ποὺ μὲ τὴν σειρά του φέρνει τὴν ἀφροσύνη· δηλαδὴ τὴν ἐπιπολαιότητα, τὴν μωροπιστία, τὴν πανωλεθρία τοῦ πνεύματος! Αὐτὸ περιγράφει ἡ παραβολὴ τοῦ Κυρίου μὲ τοὺς σπόρους ποὺ δὲν βρῆκαν ὑγρασία, ποὺ ἐνῶ βλάστησαν στὴν ἀρχή, μετὰ ΕΧΑΣΑΝ ΤΗΝ ΖΩΗ καὶ ξεράθηκαν! Ἀπό ὅσα λές, αὐτὰ τὰ καινούργια ποὺ βρῆκες, δὲν θέλω νὰ φτάνει τίποτα στὰ αὐτιά μου. Θὰ μοῦ κάνεις αὐτὴ τὴν χάρη σὲ παρακαλῶ, νὰ μὲ ἀπαλλάξεις! Μόλις ὁ ἄνθρωπος γίνει ἀμελής, σιγὰ σιγὰ ὁ Κύριος τοῦ παίρνει πίσω τὶς δωρεὲς ποὺ τοῦ εἶχε δώσει, καὶ μπορεῖ ἀκόμα καὶ νὰ τὸν κλείσει ἔξω ἀπὸ τὴν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν! Ἐγὼ δὲν θέλω τὴν παραμικρὴ ἀνάμειξη εἴτε μὲ τὴν ἀταξία, εἴτε μὲ τὴν ἀργία στὰ πνευματικά!». Ἄργησε νὰ συνεχίσει, ἀλλὰ κατάλαβα ὅτι θὰ ἔλεγε τὴν τελευταία του λέξη. «Στὸν λήθαργο “πέφτει” κάποιος, ἐπειδὴ στὰ πνευματικὰ εἶναι ἀργός, καὶ “δεσμεύεται” ἀπὸ τὴν λήθη! “Ξεχνάει” τὴν Ζωή, δηλαδὴ ΔΕΧΕΤΑΙ ΝΑ ΤΗΝ ΧΑΣΕΙ, ἐπειδὴ “ἀνακάλυψε” ὅτι μπορεῖ νὰ τὴν… ὐποκαταστήσει μὲ τὸ “ὄνειρο”!».

Μπαίνοντας στὸ σπίτι μου, ἤμουν ἔξω φρενῶν. Δὲν εἶχα καμία σχέση μὲ ἀμέλεια, ὅπως μὲ κατηγόρησε ὁ Θεολόγος. Ἀντιθέτως, θέλοντας νὰ πάψω νὰ κυκλοφορῶ καὶ ἐγὼ μὲ ἄδειο βλέμμα, κάνοντας διάφορα σενάρια καταστροφολογίας στὸ μυαλό, προσπαθῶ νὰ καθαρίσω τὸν θόρυβο τῶν σκέψεων, γιὰ νὰ καταφέρω νὰ ἀκούσω ἐπιτέλους μέσα μου τὸ “τραγούδι τοῦ ἀηδονιοῦ”! Ὁ στόχος εἶναι ἡ ἀπελπισία νὰ κινητοποιήσει τὸ συναίσθημά μου, γιὰ νὰ βρῶ τὴν δύναμη νὰ δράσω! Ἀμέριμνος ὅπως ἔμπαινα στὸ δωμάτιό μου, ἔνοιωσα στὴν ψυχὴ… “ὑγρασία”. Ἕνα δάκρυ ποὺ ἀσημόφεγγε, εἶχε κυλίσει τρέμοντας! “Οἱ καλεσμένοι στοὺς οὑράνιους γάμους ἀδιαφόρησαν, καὶ πῆγαν ὁ ἕνας στὸ χωράφι του καὶ ὁ ἄλλος στὸ μαγαζί του”, προσδιόρισα ἕνα σιγομίλημα μέσα μου, ὅλο παράπονο. Τὸ δεύτερο πολύτιμο δάκρυ ἦταν θαρρετότερο καὶ διέρρηξε τὸ φράγμα τῆς παγερῆς ἀδιαφορίας, ποὺ τὸ πίεζε! “Ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός μας, ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ καρδιά μας, εἶπε ὁ Κύριος!”, τόνισε τὸ σιγομίλημα. Τί ἦταν αὐτὸ ποὺ ἀκολούθησε; Ἡ καρδιά μου “ἄνοιξε” γιὰ νὰ δῶ τὸν θησαυρό μου, ἀλλὰ ὅπως ἔγειρα, τὴν εἶδα γεμάτη ζιζάνια καὶ ἀγκάθια, καὶ ἔφριξα! Τὸ ὑλικό της ἦταν ἀποκλειστικὰ ΤΟ ΧΩΜΑ, μέσα στὸ ὁποῖο ἦταν θαμμένο τὸ τάλαντό μου, γιὰ νὰ μὴν “ἀναγκάζομαι” νὰ τὸ βλέπω… “Δοῦλε ὀκνηρὲ καὶ πονηρέ!”, ἡ συνείδησή μου τώρα μὲ κατηγόρησε μὲ ἀκρίβεια. Μὲ τρόμο, εἶδα μέσα στὴν καρδιά μου πὼς εἶχα ξεφύγει ἀπὸ τὴν βασιλικὴ ὁδὸ τοῦ σεβασμοῦ, καὶ πορευόμουν πότε πρὸς τὴν ἀναίδεια, πότε πρὸς τὰ λόγια καὶ τὶς πράξεις, ποὺ τώρα μοῦ προκαλοῦσαν ντροπή! Οἱ φλέβες μου, εἶχαν ἀδειάσει ἀπὸ τὸ αἷμα! Τὰ ζιζάνια ἦταν ἡ φλυαρία τῆς ὑπερηφάνειας καὶ οἱ μάταιες ἐπιθυμίες, ποὺ εἶχαν γίνει ἡ μέριμνά μου· καὶ τὰ ἀγκάθια ἦταν ἡ μηχανοποίηση τῆς ἔσω ζωῆς, ποὺ μὲ ἔκανε νὰ ξεχνάω τὴν γεύση τῆς ψυχῆς μου! Δίνοντας τὸ πηδάλιο τοῦ ἑαυτοῦ μου στὴν “περιέργεια”, ἐκείνη μὲ γυροβολοῦσε στὴν θλίψη, ὡς τὸν μόνο δρόμο στὴν ζωὴ…

Ζαλισμένος ὅπως ἤμουν, πηγαίνοντας πρὸς τὸ κρεβάτι μου γιὰ νὰ ξαπλώσω, εἶδα —μετὰ ἀπὸ πολὺ καιρὸ— τὴν εἰκόνα τῶν Ἀρχαγγέλων, ψηλὰ πάνω ἀπὸ τὸ μαξιλάρι μου, καὶ ἡ καρδιά μου σκίρτησε! Στὴν Β΄ πρὸς Θεσσαλονικεῖς, ὁ ἀπ. Παῦλος ζητάει ἀπὸ τοὺς ἐπιμελεῖς Χριστιανοὺς νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ κάθε ἀπρόσεκτο ἀδελφὸ ποὺ μολύνθηκε ἀπὸ τὴν ἀργία, γιὰ νὰ μὴν μεταφερθεῖ ἡ πάθηση καὶ στὰ ὑγιῆ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Πῶς μποροῦσα νὰ ἀποδείξω στὸν Θεολόγο, ὅτι δὲν εἶχα παραδοθεῖ στὴν λήθη; Ἀπὸ τὰ πολὺ μικρά μου χρόνια, δύο φορὲς τὴν ἡμέρα, συνήθιζα νὰ “στέκομαι” μπροστὰ στὸν Χριστό, παρακαλώντας Τον νὰ μὲ ἐλεεῖ καὶ νὰ μὲ φωτίζει. Πῶς ἔφυγαν ἀπὸ τὸ μυαλό μου ὅλα αὐτὰ τὰ ἀπολυτίκια, ποὺ λαχταροῦσα νὰ μάθω νὰ τὰ ψάλλω; Πῶς ξέπεσα, τὸν τελευταῖο μήνα νὰ “κάνω παραγγελία τὸ μέλλον μου(!)”, σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιθυμίες τῶν ὀνείρων μου; Ἄραγε ἡ λήθη ἦταν κάτι σὰν “λάκκος”, ποὺ σωριάστηκα μέσα ἀλλὰ τὸ… παρέβλεψα; “Ἀνοιχτὴ” ὅπως βρισκόταν ἀκόμα ἡ ἀσχήμια τῆς καρδιᾶς μου, παρ’ ὅλο ποὺ μὲ ἀπωθοῦσε, βάλθηκα νὰ τὴν ἐξετάζω. Τὰ ἀποτρόπαια ἄνθη τῶν ἀγκαθιῶν, ἔφεραν τὴν ἐπιθυμία μου γιὰ… δόξα! Χριστέ μου, συγχώρεσέ με! Ἔχοντας πειστεῖ ὅτι τὰ ἄξιζα, ἤθελα ὅλα τὰ φῶτα πάνω μου… Ἀπὸ τέτοιες ἐπιθυμίες, ἔπλαθα ὄνειρα; Ἀπὸ τὶς διαβολικές; Τὰ δάκρυα τῆς ψυχῆς μου τώρα ὅπου τὴν ἀκουμποῦσαν, τὴν καυτηρίαζαν, καὶ ἡ φλόγα τῆς βαθιᾶς μετάνοιας, τῆς ἔδινε τὴν λύτρωση τῆς ἀνάκαμψης! Μέσα στὸν “λάκκο” λοιπόν, ἁλώθηκα ἀπὸ τὴν ὀνειρικὴ λήθη τῆς φιλαυτίας, δηλαδὴ τὴν πονηρὴ ἀποχαύνωση, ἤ ἀλλιῶς τὸν “πρώιμο” θάνατο… Μόλις τὸ χτυποκάρδι ἔγινε λύπη, σηκώθηκα ἀπὸ τὸ κρεβάτι καὶ γονάτισα μπροστὰ στὰ εἰκονίσματα, κάτι ποὺ ἔπρεπε νὰ εἶχα κάνει πολὺ νωρίτερα. Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν. Δόξα Σοι ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξα Σοι… Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, το Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας…

«Περίμενε, νὰ θυμηθῶ πῶς μοῦ τὸ εἶπε ἡ ἀδερφή μου», εἶπε ὁ Θεολόγος, καὶ ἄρχισε νὰ πληκτρολογεῖ στὸ τηλέφωνό του: “λήθη < λήθομαι < λανθάνω”. «Δηλαδή, λήθη σημαίνει ὅτι βρίσκομαι μέσα σὲ λάθος!».

«Αὐτὸ τὸ κατάλαβα καὶ πρὶν, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ τὴν ἐξομολόγηση! Μόλις μοῦ ἔπλυνε ὁ Κύριος τὴν ψυχή, ὁ νοῦς ἄρχισε καὶ πάλι νὰ “δουλεύει”!», εἶπα μὲ ἀνακούφιση. «Τώρα θέλω νὰ ἐντοπίσω τὰ εὐπρόσβλητα σημεῖα, μέχρι νὰ φτάσει κανεὶς στὴν λήθη, γι’ αὐτὸ θέλω νὰ βάλω ὅλα τὰ “βήματα”, στὴν σειρά· τὸ δὶς ἐξ ἁμαρτεῖν, οὐκ ἀνδρὸς σοφοῦ!». Καθισμένοι ὅπως πάντα στὸ πεζούλι κάτω ἀπὸ τὸ μεγάλο δέντρο, στὴν αὐλὴ τῆς ἐκκλησίας, χαμογελάσαμε, μέσα σὲ σκέψεις. «Εἶναι ὡραῖο νὰ βλέπεις μὲ πόση σοφία ἔφτιαξε ὁ Θεός, τὴν ζωή μας! Πολὺ παλιὰ μοῦ εἶχαν πεῖ οἱ γονεῖς μου, ὅτι γιὰ νὰ εἶναι ὄμορφη ἡ ζωή, πρέπει νὰ εἶναι ὄμορφη ἡ ψυχή, δηλαδὴ νὰ εἶναι ἐνάρετη. Ὅταν ὅμως ἀποφασίσουμε νὰ στολιστοῦμε μὲ μία ἀρετή, χρειάζεται νὰ ἑτοιμαζόμαστε καὶ γιὰ τὸν ἀντίστοιχο πόλεμο τοῦ διαβόλου, ποὺ θὰ μᾶς ἐμποδίζει νὰ προκόψουμε, ἀφοῦ μᾶς μισεῖ καὶ ἀπαιτεῖ τὸ κακό μας. Ὄντας ἐμεῖς πρόθυμοι νὰ ταπεινωνόμαστε, γιὰ νὰ καθαρίζουμε τὴν καρδιά μας, οἱ συνεχεῖς πειρασμοὶ θὰ φέρνουν τὴν “κατὰ Θεὸν” ἀνάπαυση! Δόξα τῷ Θεῷ!».

«Ἄγγελε, ἡ ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς ἀπὸ μία συγκροτημένη προσωπικότητα, δείχνει δύναμη θέλησεως γιὰ πορεία σὲ ὑψηλὴ ἀποστολή! Ὅπως ὁ ἀπ. Παῦλος διδάσκει νὰ ἀποφεύγουμε τὸν ἀμελή, ἔτσι πρέπει νὰ ἀπομακρύνουμε ἀπὸ μέσα μας, ἀκόμα καὶ τὰ ἴχνη τῆς ἀμέλειας. Μέλλω σημαίνει σκέφτομαι, προτίθεμαι νὰ πράξω κάτι, προετοιμάζομαι γιὰ μία πράξη ποὺ μοῦ ἁρμόζει. Ὁ ἀμελὴς δὲν κάνει τὴν πρέπουσα ἑτοιμασία, καὶ ἐπειδὴ γίνεται ὀκνηρός, ἐγκαταλείπει τὸ πρόγραμμα ποὺ ἀκολουθοῦσε. Τὰ λιμνάζοντα νερὰ καταναλίσκουν τὴν οὐσία τῆς πνευματικῆς ζωῆς, καὶ σπέρνουν τὴν ἀπελπισία. Μέσα στὴν ψυχὴ δημιουργεῖται ἕνα παράλογο “κενό”, ποὺ γεννάει τὴν “ἀνάγκη” γιὰ λήθη, ἡ ὁποία “ἐπιτρέπει” στὰ πάθη νὰ εἰσβάλλουν! Ἀρχικῶς, ὁ ῥάθυμος βλέπει τὴν “περιέργεια” ὡς φίλη του· προκειμένου νὰ γεμίζει τὸ κενό τῆς ψυχῆς του, προσκολλᾶται σὲ γήινα πράγματα. Τότε μπορεῖ νὰ τὸν ἐξολοθρεύσει κάθε κακόβουλος καὶ μοχθηρὸς ἐχθρὸς ποὺ θέλει τὸ κακό του».

«Δρυὸς πεσούσης, πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται!», σχολίασα ἀναστενάζοντας. «Τὸ πρῶτο βῆμα τῆς ἀταξίας λοιπόν, εἶναι ἡ ἀπροθυμία γιὰ πνευματικὴ προετοιμασία καὶ τροφοδοσία. Ὅσο δὲν ἔχω καταλάβει ὅτι ΖΩ ΣΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ, τριγυρισμένος ἀπὸ μύριους μοχθηρούς, νοητοὺς ἐχθρούς, καὶ δὲν εἶμαι ἀποφασισμένος νὰ μένω ἀνύστακτος, ὥστε νὰ παρεμένω ἀσφαλής, θὰ ἀμελῶ νὰ προσεύχομαι στὸν Χριστὸ καὶ νὰ μελετάω τὶς Γραφές· ἐπειδὴ θὰ “ξεχνάω” τὸν θάνατο καὶ τὴν μέλλουσα Κρίση, θὰ “ξεχνάω” ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΜΟΥ στὰ ἅγια Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας…». Ἔκανα μία παύση, γιὰ νὰ ζητήσω σιωπηλὰ ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ μὲ ἐλεήσει, καὶ συνέχισα μὲ τὴν ἔκβαση τῆς ἀμέλειας. «Ὅπως καὶ στὴν περίπτωσή μου, μόλις ἔλειψαν τὰ πνευματικὰ ἐφόδια, ἄρχισε ἡ ἀόρατη πείνα, καὶ ἐγκατέλειψα τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα! Βάζοντας πεῖσμα νὰ καταλάβω πῶς ἔγινα ὀκνηρός, καὶ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ, παρατήρησα κάποια λάθη ποὺ ἔκανα: ὅταν ἐρχόταν ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς, γιὰ παράδειγμα, σὲ ἀνύποπτη στιγμὴ ἡ ψυχή μου εἰσέπραττε κάτι ποὺ ἔμοιαζε μὲ ἀπροσδιόριστη “ἀντίσταση”, ποὺ τὴν ἀποθάρρυνε ἀπὸ τὴν εὐλάβεια. Καταλάβαινα ὅτι μοῦ χαλοῦσε ἡ διάθεση, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν παρακολουθοῦσα τὴν καρδιά μου —ποὺ “πάγωνε”— δὲν μοῦ ἦταν ὁρατὸς ὁ λόγος ποὺ βρισκόμουν μέσα στὸ “κενό”, ποὺ εἶπες. Ὁπότε ἀφηνόμουν στοὺς περισπασμούς· εἴτε ἦταν βροχὴ ἀπὸ σκέψεις, εἴτε ἀσχολίες ποὺ μὲ ἀπομάκρυναν ἀπὸ τὴν προσευχή, τὴν ὁποία ἔκανα πολὺ ἀργότερα. Πιὸ μετά, ἀδυνατώντας νὰ ὑπερνικήσω τὴν “ἐνόχληση”, σταμάτησα νὰ προσεύχομαι… Ἡ πλάνη εἶναι, πὼς ἐνῶ τὸ βάσανο τῆς ψυχῆς προερχόταν ἀπὸ τὴν “ὑποταγή της” στὸν μιαρὸ ἐχθρό, ἐγὼ ὁ ῥάθυμος, ἔμενα μὲ τὴν ἐντύπωση ὅτι μὲ “βασάνιζε” ἡ προσευχή! Ἦταν θέμα χρόνου, νὰ ἀποκτήσω τὸ ἐλάττωμα τῆς ἀμέλειας. Παραδέχομαι ὅτι ὡς ὀκνηρὸς δυσκολευόμουν ἀκόμα καὶ στὰ εὔκολα, καὶ ταραζόμουν ὁλόκληρος!».

«Μόνο ποὺ ἡ πνευματικὴ ἐργασία πρέπει νὰ γίνει στὴν ὥρα της, καὶ μὲ τὴν ἀρτιότητα ποὺ ἁρμόζει στὴν ποιότητά της! Ἡ κόπωση νικιέται ἔχοντας ἐπίγνωση τῆς εὐλογίας, ποὺ θὰ πάρουμε ἀπὸ τὸ πνευματικὸ ἔργο μας! Βεβαίως, ὁ ἐχθρὸς μεγαλοποιεῖ τὸν κόπο καὶ τὶς δυσκολίες ποὺ ἔχει ἡ κάθε ἀρετή, ἔχοντας ὡς ἀπόλυτο στόχο του, τὴν πρώτη μικρὴ ἀργοπορία μας στὸ πνευματικὸ ἔργο. Ξέρει πὼς θὰ πετύχει τὴν δεύτερη καθυστέρησή μας λίγο εὐκολότερα, καὶ πάει λέγοντας, περιμένοντας νὰ μᾶς κάνει στὸ τέλος νὰ ἐγκαταλείψουμε…».

«Θεολόγε, θέλω νὰ φωνάξω σὲ ὅλο τὸν κόσμο, πόσο μεγάλο κορόιδο πιάστηκα!», εἶπα καὶ ἡ ἀποτρόπαιη ἀνάμνηση ἀπὸ τὰ ἀγκάθια τῆς ψυχῆς μου, ἀναθέρμανε τὴν ἀγωνιστικότητά μου. «Μὲ τὴν τήρηση τοῦ νοὸς τώρα, μπορῶ νὰ τὸ δῶ σὰν σὲ “ἀργὴ κίνηση”: ἀφοῦ δὲν καταδίωξα τὸν ἐχθρὸ τὴν δεύτερη φορὰ ποὺ ἀποθάρρυνε τὴν ψυχή μου ἀπὸ τὴν εὐλάβεια, ἡ καρδιά μου χωρὶς προσευχὴ “πάγωσε” —ἀπογοητευμένη ἀπὸ τὴν προδοσία μου. Μέσα στὸ “κενό” ποὺ βρέθηκα, ὅσο δὲν προσευχόμουν, αἰχμαλωτίστηκα ἀπὸ κάποια αἴσθηση ἄθλιας “χαρᾶς”, ποὺ δοκίμασα ἀπὸ τὴν καθυστέρηση! Αὐτὸ ἦταν ὅλο κι ὅλο τὸ “κέρδος” μου! Ἀντάλλαξα τὴν γλύκα τῆς προσευχῆς, μὲ τὸ τίποτα! Μὲ τὴν ψευδαίσθηση τῆς εὐχαρίστησης ποὺ ἄφησε ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ ὁποία ὑπέταξε τὴν γεύση τῆς ψυχῆς μου! Μετά, τὸν πρῶτο λόγο τὸν εἶχαν ἡ ἀνία μὲ τὴν περιέργεια καὶ ἡ ντροπὴ…».

«Καλὰ τὸ εἶπες, ὅτι ἡ καρδιὰ δὲν τὴν θέλει τὴν προδοσία, ἤθελα νὰ σοῦ τὸ πῶ ἐξ ἀρχῆς! Τὸ σίγουρο εἶναι ὅτι μπαίνουμε στὴν λήθη ἀπὸ δειλία! Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἄνθρωπος εἶναι δυνατότερος ἀπὸ τοὺς νοητοὺς ἐχθρούς του, ποὺ πολεμᾶνε νὰ τὸν ῥίξουν στὴν ἀμέλεια! Ὅταν προσευχόμαστε μὲ ἀγάπη καὶ ταπείνωση, μπροστὰ στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ, καὶ βιάζουμε τὸν ἑαυτό μας νὰ ἀγωνίζεται γιὰ τὴν σωτηρία του, Ἐκεῖνος στὴν πορεία μᾶς βοηθάει, καὶ αὐξάνει τὶς δωρεές Του!».

«Αὐτὸ εἶπα στὸν ἑαυτό μου, ὅτι ἐκ τῶν πραγμάτων, ἡ εὐσέβεια μαζὶ μὲ τὴν σωφροσύνη μετατρέπονται σὲ ἀνδρεία! Εἶναι ὥρα νὰ ἀσκηθῶ περισσότερο στὴν ἀρετὴ τῆς ἐγκράτειας, ποὺ βοηθάει τὸ πνεῦμα νὰ ἀνδρειώνεται, γιὰ νὰ διακονεῖ τὸν Κύριο! Οὕτως ἤ ἄλλως, στὴν γῆ ἤρθαμε γιὰ νὰ πολεμήσουμε τὸν μεγάλο ἐχθρό μας, τὸν θάνατο, καὶ αὐτὸ χρειάζεται σοβαρὴ πνευματικὴ ἐπιμέλεια!».

Εἰ ὁ Θεὸς μεθ’ ἡμῶν, οὐδεὶς καθ’ ἡμῶν

1 Παροιμίες 13,4

2 πρὸς Β΄Θεσ. 3,6

Τὸ βιβλίο μου εἶναι ἕτοιμο νὰ φτάσει

στὴν ἠλεκτρονικὴ διεύθυνσή σου!

Διαβάζοντάς το, ξεκινᾶς ἕνα ταξίδι ἀπὸ δρόμο ποὺ εἶχε κλείσει ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια στὸν τόπο μας! 

Θυμήσου τὰ λόγια μου…

Ὅποιος σιωπᾶ,

δείχνει ὅτι συναινεῖ!

Λίγα λόγια γιἀ ἐμένα,

μπορεῖς νὰ βρεῖς ἐδῶ.

Μοιραστεῖτε τὸ ἄρθρο μὲ τοὺς φίλους σας

Βασιλική Κουφή

Μπορεῖ τὸ ΠΑΡΑΛΟΓΟ νὰ δίνει τὴν ἐντύπωση ὅτι ἐπικρατεῖ, ἰσως ἀκόμα καὶ ὅτι παραγκωνίζει τὴν λογική, ἀλλὰ τὰ πράγματα δὲν εἶναι καθόλου ἔτσι! Πρόκειται μόνο γιὰ ὉΜΙΧΛΗ, ποὺ ἡ ὑποτιθέμενη δύναμή της εἶναι ὅτι σὲ ἐμποδίζει νὰ δεῖς τί κρατάει κρυμμένο...Ἄν ἑστιάσεις πάνω της χάνει κάθε φορὰ τὸ πλεονέκτημά της, ποὺ εἶναι ὁ ἀφανής αἰφνιδιασμός! Ἀφοῦ τὸ πλεονέκτημα τοῦ παραλόγου εἶναι ὁ αἰφνιδιασμός, τότε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θὰ προετοιμαστοῦμε! Θὰ συγκρίνουμε τοὺς καρποὺς τοῦ παραλόγου μὲ τὴν ποιότητα ζωῆς ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός, καὶ δὲν θὰ ἀφεθοῦμε στὴν... προκατασκευασμένη "τύχη μας"! Λέγομαι Βασιλικὴ Κουφῆ καὶ ἐδῶ μπορεῖτε νὰ διαβάσετε ἄρθρα ποὺ επιδιώκουν νὰ «ἀπονευρώσουν» ΤΟ ΠΑΡΑΛΟΓΟ!